Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ ebooks ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Αιθέρια: Η προφητεία * Ζεστό αίμα * Το μονόγραμμα του ίσκιου * Μέσα από τα μάτια της Ζωής! * Οι Σισιλιάνοι ** Ποίηση: Και χορεύω τις νύχτες * Δεύτερη φωνή Ι * Άπροικα Χαλκώματα * Σκοτεινή κουκκίδα ** Διάφορα άλλα: Πλάτωνας κατά Διογένη Λαέρτιο * Παζλ γυναικών ** Παιδικά: Η μάγισσα Θερμουέλα σε κρίση * Η λέσχη των φαντασμάτων * Το μαγικό καράβι των Χριστουγέννων * Ο αστερισμός των παραμυθιών * Οι κυρίες και οι κύριοι Αριθμοί * Η Αμάντα Κουραμπιέ, η μαμά μου * Ο Κάγα Τίο... στην Ελλάδα ** Νουβέλες: Πορσελάνινες κούκλες * Το δικό μου παιδί * Όταν έπεσε η μάσκα

Το αυγό του Θεού


Προ-σημείωση εξαιτίας της ανυπέρβλητης ειλικρίνειας μου: Λόγω της δύσκολης καθημερινότητας, με λύπη σάς παραδέχομαι ότι δε γράφω την κριτική μόλις τελείωσα το βιβλίο, αλλά μια εβδομάδα αργότερα. Παρ’ όλα αυτά, κι ας μην έχω την επιρροή του μπλεγμένη στην ενέργειά μου, θα σας μεταφέρω στο σκηνικό που λέγεται «Πώς μου φάνηκε αυτό το βιβλίο» με όση περισσότερη ζωηράδα μπορώ.

Θα ξεκινήσω με την παραξενιά του βιβλιοφάγου, γιατί δεν μπορώ να μην σχολιάσω το πανέμορφο στην αίσθηση των δαχτύλων χαρτί που έχει επιλεχθεί για την εκτύπωση του βιβλίου της κας Χατζηνικολάου -χαρτί που για εμάς τους δύτες σε άλλους κόσμους και στιγμές είναι μία παραπάνω πολυτέλεια στη διάρκεια της κατάδυσης κι εξερεύνησης.

Μένοντας στο τρισδιάστατο μέρος του βιβλίου, η αλήθεια είναι πως ένα κύριο αρνητικό του «Το Αυγό του Θεού» είναι το μέγεθος του και με τις 866 σελίδες -πράγμα που από μόνο του δεν είναι αρνητικό γενικά. Στην περίπτωση αυτή, όμως, που η πλοκή έχει διαχειριστεί με τον συγκεκριμένο τρόπο, γίνεται έντονα κουραστικό σε κάποια σημεία ή περιπτώσεις -υπήρχε περίοδος που το είχα αφήσει και δεν κατάφερνα να πείσω τον εαυτό μου να το ξαναπιάσει γιατί σκεφτόμουν πόσο είχε ακόμα.

Σε αυτό δε βοήθησε, βέβαια, και η αργή αρχή, όπου παρακολουθείς τον πρωταγωνιστή για σελίδες και σελίδες να κινείται, αλλά δε μαθαίνεις ούτε κάτι ουσιαστικό για το τι συμβαίνει ή τι συνέβη στο παρελθόν του, αλλά ούτε βλέπεις και την πλοκή να προχωρά. Αυτό, δηλαδή, θεωρώ ότι ήταν από τα βασικά αρνητικά θέματα· μία τοποθετημένα λάθος επιβράδυνση εδώ κι εκεί που αντί να αυξήσει το ενδιαφέρον και την αγωνία, προκαλούσε κούραση -και την ανυπομονησία για τη συνέχεια, μα για τους λάθος λόγους.

Ακόμα, όσον αφορά την τεχνική οργάνωση του βιβλίου, τα κεφάλαια ήταν ιδιαίτερα μακροσκελή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, ο αναγνώστης να μην προλαβαίνει να ανασάνει μετά από μία δραματική σκηνή ή μία αποκάλυψη, αλλά ούτε και να έχει το περιθώριο να συνειδητοποιήσει το αντίκτυπό τους, μιας και η ιστορία απλά συνεχιζόταν κι εκείνος ήταν αναγκασμένος είτε να κλείσει το βιβλίο και να το αναλογιστεί μόνος -επειδή λίγοι το κάνουν, καλύτερο είναι οι συγγραφείς να τα σερβίρουμε έτοιμα αυτά- είτε να ακολουθήσει την πλοκή και να μην τον αγγίξουν κάποια περιστατικά όσο θα τον άγγιζαν σε άλλη περίπτωση.
Αυτό που κάνουν τα κεφάλαια είναι να βάζουν μία άνω τελεία και να δίνουν στον αναγνώστη λίγα δευτερόλεπτα κενά που συλλογίζεται, σχεδόν αυτόματα, το τι μόλις έγινε και τι σημαίνει αυτό. Επίσης, όταν θέλει να ξεκουραστεί, απλώς τελειώνει το επόμενο κεφάλαιο και αφήνει το βιβλίο κάτω, ενώ στο «Το Αυγό του Θεού» έπρεπε να κόψει το κεφάλαιο στη μέση -εκτός αν είχε πολλή ώρα μπροστά του (τουλάχιστον μία, μιάμιση ώρα ανάγνωσης το κάθε κεφάλαιο)- και έπειτα να ψάχνει να βρει πού έμεινες την προηγούμενη φορά -ο ανθρώπινος εγκέφαλος θυμάται πιο εύκολα κάτι αν του έχει βάλει τελεία ή άνω τελεία παρά αν το έχει κόψει στη μέση.

Και μιας κι έχω ξεκινήσει με τα αρνητικά, ας περάσω στο τελευταίο· δεν είχε ιδιαίτερα πειστικούς διαλόγους, οπότε και χαρακτήρες. Δε μιλάω για όλους τους χαρακτήρες, αλλά κάποιοι «συμπρωταγωνιστές» ή «κομπάρσοι» δεν έπειθαν καθόλου ότι μπορεί να ήταν καθημερινοί άνθρωποι που έχουν παρόμοια στοιχεία ή τρόπο ομιλίας και μπορεί να τους συναντήσεις στον δρόμο. Ανάμεσα στην «παρέα», επειδή υπήρχε μεταξύ τους οικειότητα, δεν ήταν τόσο έντονο όσο όταν εμπλέκονταν άλλα άτομα, όπου τσιγκλούσε.
Ένας από τους λόγους που θεωρώ ότι ήταν ανεπιτυχείς ήταν πως «ελλήνιζαν» πάρα πολύ. Ήταν εκφράσεις που θα άκουγες, για παράδειγμα, μια Ελληνίδα γιαγιά ή θεία να λέει και τα ακούς να ειπώνονται σε ένα σύμπαν «μη ελληνικό», με άλλες θεότητες, άλλα ήθη κι έθιμα και στο μυαλό μου δε συμβάδιζαν σχεδόν ποτέ, με ξένιζε και δεν απορροφώμουν στον διάλογο. Αναγνώρισα τον τρόπο που έγραφα κι εγώ διαλόγους στην αρχή, όταν δεν είχε γίνει η διάκριση μεταξύ διαλόγων που είχα στο μυαλό μου και εκείνων που ρέουν και ακούγονται φυσιολογικοί.
Επίσης, κάποια επιφωνήματα, όπως το «ωχ», ή αντιδράσεις ατόμου σε άλλο άτομο, φαίνονταν ψεύτικες και τεχνητές, σε μία εύλογη και ιδιαιτέρως γλυκιά προσπάθεια να γίνουν πιστευτές. Πρέπει να μείνω και στα λόγια μεταξύ του κύριου ζευγαριού, τα οποία ήταν πιο μελιστάλαχτα από ό,τι χρειαζόταν -λίγο υπερβολικά μελιστάλαχτα- επειδή μάλλον η συγγραφέας ήθελε να μεταδώσει τον έντονα ρομαντικό και «που σου παίρνει την ανάσα», «από άλλον, πανέμορφο κόσμο» έρωτα. Το κακό ήταν πως έκανε τους διαλόγους εξωπραγματικούς και «cringy» στην προσπάθεια αυτή -δε νομίζω, δηλαδή, ότι υπάρχει κόσμος που μιλάει με τόσα ονόματα στον σύντροφό του στη διάρκεια της ίδιας συζήτησης και αυτό ήταν που με ξένισε.

Αλλάζοντας ματιά, αυτή η γλυκύτητα που ανέφερα προηγουμένως και την οποία διάβασα πίσω από τις λέξεις της κας Χατζηνικολάου ήταν παράγοντας που μείωσε όλα τα παραπάνω. Και δε μιλάω για τον χαρακτήρα της, απαραίτητα -που υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να διαφαίνεται σε αυτό- αλλά για την τρυφερότητα προς το σύγγραμά της και πώς ήθελε να το φέρει στη ζωή, από τους χαρακτήρες μέχρι και τον κόσμο ολόκληρο. Ειδικότερα στην αρχή, πριν πέσει το πέπλο και φανεί η σκοτεινιά, οι περιγραφές της μου θύμιζαν παραμύθι για μεγάλους, με όμορφες προσωποποιήσεις και παρομοιώσεις, γλυκά χάδια στα εργαλεία της φαντασίας. Κάτι που προσέθετε σε αυτό, ήταν οι επιτυχημένες σκηνοθετικές οδηγίες και ιδέες στην εξέλιξη κάποιων γεγονότων.
Οι περισσότεροι από τους ήρωές της ήταν ψυχές αγνές, αλτρουιστικές και δυνατές που ενέπνεαν αυτά ακριβώς -αγαπημένος μου από την πρώτη του εμφάνιση ήταν ο Μεντάρλεν φυσικά. Η ιστορία του Φίλκε είναι μία βαθιά δραματική που αν κανείς δώσει χρόνο να την αναλογιστεί, δεν μπορεί παρά να συγκινηθεί -δε θα ξεχάσω εκείνο το «Δε θα σε πειράξω, σου το υπόσχομαι! Δε θα σου κάνω κακό!» που η καρδιά μου είχε ραγίσει για χάρη του και τα μάτια μου είχαν βουρκώσει στη συνειδητοποίηση του τι είχε περάσει για να λέει κάτι τέτοιο με τόση απελπισία και δάκρυα, πόσο είχε βασανιστεί.
Μπορεί το γεγονός πως όλα εκτυλίσσονται σε έναν άλλο κόσμο να δίνει την ψευδαίσθηση του «φανταστικού», όμως όλα όσα περνούσαν οι εξόριστοι, την προκατάληψη, τον τόσο ακραίο φανατισμό, τη βία και την αποξένωση, αντιστοιχίζονται όλα με «μάστιγες» προηγούμενων εποχών, άλλων μυαλών και παγκόσμιων κυριαρχιών. Ακόμα και στο τέλος με τους πρόσφυγες -που φυσικά ήταν τυχαίο, καθώς το βιβλίο εκδόθηκε το 2015- δεν μπορούσα παρά να συ-νιώσω, να βιώσω πνευματικά την εξαθλίωση, τον πόνο και τον φόβο για το άγνωστο. Θίγει άκρως ρεαλιστικά κοινωνικά θέματα-πλήγματα και με τρόπο που δεν είναι επιβλητικός, μα απλά «αχνοφαίνεται». Για αυτό, την εκτιμώ και τη σέβομαι σαν άνθρωπο.

Άφησα τελευταία μία ερώτηση προς την κα Σουζάνα, αν τύχει να διαβάσει την κριτική: Γιατί μας ταλαιπωρήσατε έτσι στο προτελευταίο κεφάλαιο; Δε θα πω λεπτομέρειες για να αποφύγω τα spoilers, αλλά πραγματικά εμείς αγωνιούσαμε για τον (…) κι εσείς περιγράφατε τι γινόταν στην υπόλοιπη πόλη αφήνοντας έξω αυτόν; Θα παραδεχτώ ότι επειδή δεν είχα «δεθεί» ιδιαίτερα με τα περισσότερα άτομα που βρίσκονται στο κεφάλαιο αυτό και οι διάλογοι δε διατηρούσαν τόσο το ενδιαφέρον μου, σκάναρα τις γραμμές και τις παραγράφους, για να πάρω μονάχα μια ιδέα για το τι γινόταν -θεωρώ, δηλαδή, ότι ήταν περιττές οι ευχές και οι ευχαριστίες, τα «μπράβο για τον (…)» κ.λπ.
Μ’ άρεσε ιδιαίτερα η τελευταία σκηνή του βιβλίου, όμως, και που η ιστορία διακόπηκε εκεί χωρίς λεπτομέρειες για το τι ακολούθησε μετά, που δόθηκε μια εξήγηση γενικότερη, που απαλλαχθήκαμε από κάποιες ηθικές ενστάσεις και έπειτα αποχωριστήκαμε χωρίς πολλές συγκινήσεις τον Φίλκε -φανταστικός χαρακτήρας με απίστευτη δύναμη.
Τυχερή Μελάνια.

Συνοψίζοντας τα πάντα σε τέσσερις λέξεις, θα σας το πρότεινα, γιατί πέρα από κάποιες, για μένα, τεχνικές-συγγραφικές αστοχίες, το «Το Αυγό του Θεού» είναι ένα ειλικρινές, ευαίσθητο, αληθινό μυθιστόρημα, γραμμένο με διαφορετική φαντασία που αγγίζει θέματα που λίγοι το κάνουν γράφοντας φαντασία. Δέθηκα, στεναχωρήθηκα, συγκινήθηκα κι όταν τελείωσε ένιωσα μια μελαγχολία, οπότε δε χρειάζομαι κάτι άλλο για να το εγκρίνω και να χαρώ που το διάβασα.


Μαρία Α. Καρμίρη

Το μυθιστόρημα φαντασίας της Σούζανας Χατζηνικολάου, Το Αυγό του Θεού, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.
Κι ένα απόσπασμα!

Περισσότερα:
Η Σουζάνα Χατζηνικολάου και Το αυγό του Θεού

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
΄΄Εξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΌταν έπεσε η μάσκα, Κωνσταντίνας ΜαλαχίαΤο μαγικό καράβι των Χριστουγέννων, Θάνου ΚωστάκηΗ λέσχη των φαντασμάτων, Κυριακής ΑκριτίδουΟ αστερισμός των παραμυθιών, Λίτσας ΚαποπούλουΟ Κάγα Τίο... στην Ελλάδα, Καλλιόπης ΡάικουΠαζλ γυναικών, Σοφίας Σπύρου
Το μονόγραμμα του ίσκιου, Βαγγέλη ΚατσούπηΣκοτεινή κουκκίδα, Γιάννη ΣμίχεληΠλάτωνας κατά Διογένη ΛαέρτιοΚαι χορεύω τις νύχτες, Γαβριέλλας ΝεοχωρίτουΑιθέρια: Η προφητεία, Παύλου ΣκληρούΠορσελάνινες κούκλες, Δέσποινας ΔιομήδουςΆπροικα Χαλκώματα, Γιώργου Καριώτη
Το δικό μου παιδί!, Γιώργου ΓουλτίδηΟι Σισιλιάνοι, Κωνσταντίνου ΚαπότσηΜέσα από τα μάτια της Ζωής!, Βούλας ΠαπατσιφλικιώτηΖεστό αίμα, Νάντιας Δημοπούλου
Η Αμάντα Κουραμπιέ, η μαμά μου, Ελένης ΦωτάκηΟι κυρίες και οι κύριοι Αριθμοί, Κωνσταντίνου ΤζίμαΔεύτερη φωνή Ι, Γιάννη Σμίχελη