Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο –παρακολουθείτε όλα τα είδη– ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθοπλασίες: Το παιχνίδι της νύχτας: Η αφύπνιση των θρύλων * Το αγόρι * Έξι τίτλοι των εκδόσεων Ελκυστής * Ασμοδαίος * Ετοιμόρροποι: Αναζητώντας τα μυστικά της σύντηξης * Ο κύριος Σάλβο και η πριγκίπισσα που ταξίδεψε στο φως * Ταξίδι προς την ελευθερία: Αξίζει(;!) * Η εφημερίδα της λέσχης των φαντασμάτων * Άμμος και Λιανή = Αμμουλιανή * Στο Camping: Πυρ, γυνή και θάλασσα ** Διηγήματα: Η ενδεκάτη εντολή * Στιγμές ζωής * Ακατάσχετη ψυχορραγία ** Ποίηση: Ονειρεύτηκα τη Διοτίμα και άλλα εφήμερα ειδύλλια * Τριθέκτη Ώρα * Οδυσσέας * Ναι, αρνούμαι

5 σπουδαίες ταινίες της δεκαετίας του '60 που κανείς δεν θυμάται!

Αφίσες των ταινιών Black Girl, Our Mother's House, Privilege, Mademoiselle και The Family Way

Η δεκαετία του 1960 ήταν μια επαναστατική εποχή με πολλούς τρόπους – από τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές που συντελέστηκαν, μέχρι την αυξημένη δημιουργ ννική έκφραση και τον πειραματισμό που εισχώρησαν σε κάθε πτυχή της τέχνης και του πολιτισμού. Η μόδα γινόταν πιο παιχνιδιάρικη και τολμηρή, η μουσική γινόταν πιο δυνατή και βαριά, και ο κινηματογράφος εξελισσόταν σε κάτι εντελώς διαφορετικό.

Με την επίδραση των κινηματογραφικών κινημάτων όπως το γαλλικό Νέο Κύμα (Nouvelle Vague) και των δημιουργών του arthouse cinema, αλλά και με τη σταδιακή άρση της λογοκρισίας και των αυστηρών κοινωνικών αντιλήψεων, το Hollywood άρχισε να αποκτά μεγαλύτερη ποικιλομορφία, ενώ και οι κινηματογραφικές βιομηχανίες άλλων χωρών γνώριζαν άνθιση όπως ποτέ άλλοτε, όπως για παράδειγμα του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο κινηματογράφος έγινε πιο προσιτός και η αγορά σύντομα κατακλύστηκε από νέους τίτλους και καινοτομίες – από αιματηρές ταινίες τρόμου μέχρι σκληρές κοινωνικές ρεαλιστικές δραματουργίες και δυνατές σάτιρες που βρήκαν τη θέση τους στις οθόνες.

Ωστόσο, καθώς η βιομηχανία γινόταν όλο και πιο κορεσμένη από νέες ταινίες, ήταν αναπόφευκτο ότι πολλές απ' αυτές, θα τις έβλεπε ελάχιστο κοινό παρά τη σπουδαιότητά τους. Αυτή είναι η θλιβερή πραγματικότητα μιας τόσο μεγάλης και ανταγωνιστικής βιομηχανίας: μερικές εξαιρετικές ταινίες απλώς χάνονται στη λήθη του κινηματογραφικού χρόνου.

Γι' αυτό διάλεξα πέντε ταινίες από τη δεκαετία του 1960 που είναι πραγματικά φανταστικές, αλλά ποτέ δεν έλαβαν την αναγνώριση που τους άξιζε.


The Family Way (Boulting Brothers, 1966)
Η ξεχασμένη βρετανική δραματική κομεντί με μουσική του Paul McCartney.

Κυκλοφορώντας το 1966, η ταινία The Family Way των Roy και John Boultong αξίζει περισσότερη αναγνώριση, απ' όση έχει λάβει, για το συναισθηματικό χτύπημα στο στομάχι που προσφέρει, χάρη στην αψεγάδιαστη ερμηνεία του John Mills.
Υποδυόμενος τον πατέρα ενός νεόνυμφου γιου, ο Mills, έρχεται αντιμέτωπος με τη δική του κρίση του γάμου του και τον ρόλο του ως γονιός, ενώ στο πλευρό του εμφανίζεται η κόρη του στην πραγματική ζωή, η Hayley Mills, στον ρόλο της νύφης του. Μαζί με τον Hywell Bennet υποδύονται δύο νέους (Arthur & Jenny) που βασανίζονται από προβλήματα στο κρεβάτι – προβλήματα που επιδεινώνονται από το γεγονός ότι αναγκάζονται να ζήσουν στο μικρό και ασφυκτικό πατρικό σπίτι του Arthur.
Αν και η υπόθεση μπορεί να ακούγεται κάπως κοινότοπη, το Family Way είναι μια ταινία ιδιαίτερα διακριτική που σε ξαφνιάζει και σε αιφνιδιάζει. Στην επιφάνεια μοιάζει με μια τυπική βρετανική κοινωνική δραματική κομεντί, όμως, όσο προχωρά αποκαλύπτεται ως μια σύνθετη μελέτη πάνω στην ταξική διάρθρωση, τις κοινωνικές πιέσεις και τη δυναμική μέσα στην οικογένεια. Επιπλέον, συνοδεύεται από ένα υπέροχο μουσικό θέμα του Paul McCartney, το οποίο, παρόλο που είναι το πρώτο του προσωπικό έργο χωρίς τους Beatles, παραμένει εντελώς άγνωστο ακόμα και σε πολλούς φανατικούς θαυμαστές του συγκροτήματος.


Mademoiselle (Tony Richardson, 1966)
Μια σκοτεινή, ξεχασμένη ιστορία ερωτισμού, μίσους και ψυχοπάθειας.

Μερικές φορές κάνουμε παράξενα πράγματα όταν μας ελκύει κάποιος. Η Jeanne Moreau, στον ρόλο της τιτλοφορούμενης ηρωίδας του Tony Richardson στο Mademoiselle το παρακάνει – και με το παραπάνω. Από ακραία διαστροφή, σπέρνει το χάος σε ένα μικρό γαλλικό χωριό. Προκειμένου να εκφράσει τις καταπιεσμένες της επιθυμίες, σταδιακά αποκαλύπτει ψυχοπαθητικές τάσεις, αδιαφορώντας πλήρως για τις καταστροφές που προκαλεί, είτε αυτές πλήττουν τους κατοίκους, είτε τα ζώα του χωριού, είτε οδηγούν σε τραγωδία.

Το Mademoiselle δεν είναι μόνο μια εκρηκτική ιστορία αποπλάνησης και πρωτόγονου ερωτισμού, αλλά και μια αιχμηρή μελέτη πάνω στην ξενοφοβία, τις ταξικές διαφορές και τη συλλογική ηθική μιας κλειστής κοινότητας. Ο Ιταλός ξυλοκόπος Manou, το αντικείμενο του καταπιεσμένου πόθου της Mademoiselle, βρίσκεται στο επίκεντρο της οργής των Γάλλων χωρικών που τον βλέπουν ως απειλή και ξένο σώμα.

Παρά την καθηλωτική ερμηνεία της Moreau και την ατμόσφαιρα έντασης –πολλές φορές κλειστοφοβική και ασφυκτική– η ταινία έχει μείνει αδικαιολόγητα στο περιθώριο και σήμερα παραμένει σχετικά άγνωστη στο ευρύ κοινό.


Privilege (Peter Watkins, 1967)
Μια σκοτεινή, προφητική σάτιρα για τη μαζική υστερία και την πολιτική χειραγώγηση.

Αν στη δεκαετία του '50 ο Elvis Presley προκάλεσε φανατική λατρεία, η δεκαετία του '60 γνώρισε τη σαρωτική επέλαση της Beatlemania, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή όπου οι διάσημοι μετατρέπονταν σε θεοποιημένα είδωλα. Αυτό το φαινόμενο της τυφλής λατρείας και της κατασκευής ειδώλων για μαζική κατανάλωση βρίσκεται στο επίκεντρο του Privilege του Peter Watkins.

Ο Paul Jones (τραγουδιστής των Manfred Mann) υποδύεται τον Steven Shorter, έναν μουσικό που χρησιμοποιείται από τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας ως μέσο αποπροσανατολισμού και κοινωνικού εφησυχασμού. Ο Shorter γίνεται το «πρόσωπο της Βρετανίας», ένα εργαλείο για να κρατιούνται οι μάζες ήσυχες και υπάκουες, την ώρα που ο ίδιος ασφυκτιά από τη μεταχείριση που δέχεται. Η μόνη αχτίδα ελπίδας έρχεται μέσα από τη γνωριμία του με την καλλιτέχνη Vanessa, την οποία υποδύεται η θρυλική Jean Shrimpton.

Η ταινία σατιρίζει ανελέητα την παράνοια της μαζικής λατρείας και την ιδέα της μετατροπής ενός απλού ανθρώπου σε πολιτικό πιόνι. Το Privilege μοιάζει τρομακτικά μπροστά από την εποχή του, προβλέποντας μια κοινωνία όπου τα μέσα ψυχαγωγίας και η πολιτική προπαγάνδα συγχέονται επικίνδυνα. Τόσο τολμηρό και αιχμηρό ήταν το μήνυμα της ταινίας, που κατά την αρχική της κυκλοφορία αποσύρθηκε από πολλές αίθουσες λόγω αντιδράσεων, καταλήγοντας έτσι να γίνει ένα σπάνιο αλλά απόλυτα αξιόλογο διαμάντι.

Χωρίς φόβο και με απίστευτο θάρρος για την εποχή του, το Privilege φτάνει στο σημείο να χρησιμοποιήσει μέχρι και ναζιστικές αναφορές για να απεικονίσει μια δυστοπική εκδοχή της βρετανικής κοινωνίας: μια κοινωνία ασφυκτικά ελεγχόμενη και πνιγμένη από την έλλειψη ελεύθερης σκέψης.


Our Mother's House (Jack Clayton, 1967)
Μια σκοτεινή ιστορία για τα όρια της παιδικής αθωότητας.

Πριν από τις αιμομικτικές φρίκες του Cement Garden, μια άλλη, λιγότερο γνωστή αλλά εξίσου ανατριχιαστική ιστορία παιδιών που προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα μόνα τους μετά τον θάνατο των γονιών τους, ήρθε με το Our Mother’s House του Jack Clayton.

Ο Dirk Bogarde υποδύεται τον αποξενωμένο πατέρα επτά παιδιών, τα οποία ζουν απομονωμένα σε ένα παράξενο, κλειστοφοβικό σύμπαν, κρύβοντας τον θάνατο της μητέρας τους για να αποφύγουν την ανάμιξη των Αρχών. Αρχικός τους στόχος είναι να ζήσουν ανεξάρτητα όσο περισσότερο γίνεται, αλλά όσο περνά ο καιρός, τα πράγματα ξεφεύγουν και η κατάσταση οδηγείται σε χάος – και τελικά σε τραγωδία.

Ο Jack Clayton είναι περισσότερο γνωστός για τα The Innocents και Room at the Top, όμως το Our Mother’s House παραμένει ένα αδικημένα παραγνωρισμένο θρίλερ που αποκαλύπτει τη σκοτεινή πλευρά της βρετανικής οικογενειακής ζωής. Οι ερμηνείες των παιδιών είναι συγκλονιστικές, με τον νεαρό Mark Lester (πριν το Oliver!) να ξεχωρίζει.

Ένα δυνατό ψυχολογικό πορτρέτο της παιδικής ηλικίας και της σταδιακής διάβρωσης της αθωότητας, το φιλμ του Clayton αξίζει να επανεκτιμηθεί και να βρει τη θέση που του αξίζει στη σύγχρονη κινηματογραφική συνείδηση.


Black Girl (Ousmane Sembène, 1966)
Η ρηξικέλευθη μελέτη του Ousmane Sembène πάνω στον μεταποικιοκρατισμό και τη γυναικεία ταυτότητα.

Η ταινία Black Girl του Ousmane Sembène από το 1966 διαρκεί λίγο παραπάνω από μία ώρα, αλλά είναι από εκείνες τις εμπειρίες που δύσκολα θα ξεχάσεις. Σκληρή και αμείλικτη, η ταινία μάς φέρνει αντιμέτωπους με τις φρικαλεότητες του μεταποικιοκρατισμού και του ρατσισμού, μέσα από την ιστορία της Diouana, μιας Σενεγαλέζας γυναίκας που ξεκινά να δουλεύει για ένα ευκατάστατο ζευγάρι Γάλλων.
Το νέο της σπίτι απέχει έτη φωτός από όσα γνώριζε ως τώρα και η αίσθηση απομόνωσης που βιώνει είναι απόλυτη, καθώς τόσο το ζευγάρι όσο και οι φίλοι τους αδιαφορούν πλήρως για την ανθρωπιά και τις ανάγκες της.

Ο Sembène αρνείται να εξωραΐσει οποιαδήποτε πτυχή της ιστορίας: μέσα από κομβικά γεγονότα της νέας ζωής της Diouana, ξεγυμνώνει χωρίς φιλτράρισμα τις προκαταλήψεις, την αντικειμενοποίηση και την ψυχολογική καταπίεση που δέχεται.

Χρειάστηκαν πολλά χρόνια μέχρι το Black Girl να αναγνωριστεί ευρέως για τη συγκινητική και σοκαριστική του δύναμη, αλλά η αλήθεια είναι πως πρόκειται για ένα φιλμ απολύτως απαραίτητο – ένα σκληρό και αληθινό μάθημα για τις ανεπανόρθωτες πληγές που άφησε ο αποικιοκρατισμός στη Γαλλία και όχι μόνο.



Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Πηγή: Far Out Magazine