Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Μέθεξη * Άννα * Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες * Η φυγή των τεσσάρων ** Αληθινή ιστορία: Το ανυπεράσπιστο αγόρι * Από τις στάχτες της Καντάνου * Σαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ * 4ος όροφος ** Ποίηση: Δεύτερη φωνή Ι ** Διηγήματα: Η οργή του Θεού και άλλες ιστορίες ** Νουβέλες: Αγόρια και κορίτσια * Pelota ** Διάφορα άλλα: Πέντε βιβλία από τις εκδόσεις Ελκυστής * Έξι τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Για παιδιά: Η περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη * Ρόνι ο Σαλιγκαρόνης

Dead Roses

Η νουβέλα της Ελένης Αποστολάτου Dead Roses, που ξεκινάει από αυτή την ανάρτηση, αφορά πρωτόφαντο έργο της και δημοσιεύεται περιοδικά από τις 13 Ιανουαρίου 2023, δύο φορές την εβδομάδα, και συγκεκριμένα κάθε Σάββατο και Κυριακή. Περίληψη:
Τα Χριστούγεννα του 2023 πλησιάζουν δίνοντάς μου την ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα.
Ποτέ δεν ήμουν αισιόδοξη, αλλά με τον ερχομό του νέου έτους σκοπεύω να ανακαλύψω όσα με βυθίζουν στην απελπισία, ακόμα κι αυτά που είναι καλά θαμμένα στο πίσω μέρος του μυαλού μου.
Η καριέρα μου μόλις έφτασε στο τέλος της και μαζί της τελείωσε κι η ζωή μου όπως την ήξερα. Εδώ και λίγα χρόνια δεν έχω ούτε φίλους ούτε προσωπική ζωή, οπότε το μόνο που μου απέμεινε είναι ο εαυτός μου, η Ρόουζ, που ήρθε σε αυτόν τον κόσμο για να δώσει χαρά στους γονείς της. Η μητέρα μου αγαπούσε τα ρόδα και μου χάρισε το όνομά τους για να μου δείξει το πόσο λάτρευε κι εμένα, κι ας με γέμισε με τις δικές της άχρηστες πεποιθήσεις. Εγώ από την άλλη ταυτίζω το όνομά μου με το πένθος· με κάθε φωτιά που κατέκαψε την αγνότητα και τη φρεσκάδα μου. Με κάθε τέρας που συνάντησα σε αυτό το επίγειο ταξίδι και του επέτρεψα να μου κόψει τα φτερά.
Αυτή τη στιγμή, όμως, είμαι αποφασισμένη να βρω το δικό μου νόημα ύπαρξης και να αλλάξω όσα δεν μου αρέσουν σ' εμένα. Είμαι η Ρόουζ και επιστρέφω στο παρελθόν και στο πατρικό μου, για να αναγεννηθώ από τις στάχτες μου. Άλλωστε, αυτό δεν είναι το νόημα κάθε νέας αρχής;
Dead Roses, Ελένης Αποστολάτου

Η φυγή



Ησυχία. Μόνο τα λάστιχα του τζιπ ακούγονται αχνά, που γλιστρούν στην άσφαλτο ανάμεσα στους κατακόκκινους σφενδάμους. Ο ήλιος έχει αποκοιμηθεί και τα σύννεφα με χαζεύουν από ψηλά, έτοιμα να χύσουν και πάλι τα δάκρυά τους. Τα δικά μου έχουν ήδη στεγνώσει στα μάγουλά μου. Η ησυχία με βασανίζει· οι φωνές της συνείδησής μου ηχούν πιο δυνατά και ο εγκέφαλός μου πονάει στην προσπάθειά του να αναμετρηθεί μαζί τους. Ο δρόμος είναι άδειος και το κεφάλι μου γεμάτο άχρηστες ιδέες. Μέχρι χθες πίστευα πως θα τις έβλεπα ν' ανθίζουν, τώρα ξέρω πως θα κρυφτούν στο πίσω μέρος του μυαλού μου και θα μαραθούν, καθώς οι δείκτες του ρολογιού τρέχουν.

Μαζί τους τρέχω κι εγώ, για να προλάβω το παρελθόν που χάθηκε και το δυσοίωνο μέλλον που πλησιάζει. Ξάφνου όλα νεκρώνουν. Ένας λυγμός κάνει την καρδιά μου να σκιρτά και με απεγκλωβίζει από τον λαβύρινθο των σκέψεών μου. Το χέρι μου κατεβαίνει από το τιμόνι στο υποβραχιόνιο του αυτοκινήτου και πιάνει το κινητό, που πενθεί μαζί μου για όσα δεν πρόλαβα να ζήσω.

«Με τρόμαξες», λέω και σκουπίζω τα βουρκωμένα μάτια μου.
«Όλη μέρα σε καλώ και με αποφεύγεις. Αυτό που συνέβη ήταν άδικο!»
«Δε θέλω να το συζητήσω. Όχι ακόμη».
Η φωνή μου τρέμει, η δική της βγαίνει με ένταση από το λαρύγγι της.
«Εσύ ήσουν η καλύτερη στην εταιρεία. Μόνο εσύ φρόντιζες για όλα, από την εξυπηρέτηση των πελατών μέχρι και το πρόγραμμα του διευθυντή. Ευθύνες που κανονικά δεν έπρεπε να τις πάρεις πάνω σου ως δικηγόρος. Είναι κρίμα που σε απέλυσαν και μάλιστα χωρίς να σου εξηγήσουν τους λόγους».
«Τους γνωρίζω καλά τους λόγους, Κάθριν. Αλλά δεν είμαι έτοιμη να τους αναφέρω σε κανέναν. Λυπάμαι».
Λυπάμαι για την ανθρωπιά που έχει χαθεί, για το δίκαιο που εκπροσωπεί την αδικία. Για τον πρόεδρο της εταιρείας, που με έδιωξε επειδή δεν δέχτηκα να γίνω η πόρνη του. Λυπάμαι για ό,τι πέρασε και γι' αυτά που θα έρθουν· για όσα δεν ήμουν και για όσα δε θα είμαι εις θέσιν να διαχειριστώ.
«Πού είσαι τώρα;»

Δεν ξέρω γιατί αποζητά να μάθει τι κάνω και πού βρίσκομαι. Ποτέ δεν ήμασταν φίλες. Τουναντίον, η μία έχει τον αριθμό της άλλης καθαρά για επαγγελματικούς λόγους. Μάλλον την πνίγει κι αυτήν η αδικία κι ας εξειδικεύεται στον τομέα της γλυπτικής. Ίσως αυτή δεχτεί να γλείψει και με πιο χυδαίο τρόπο τον πρόεδρο της δικηγορικής εταιρείας, μιας κι εγώ του το αρνήθηκα. Ίσως μάλιστα αυτό σκόπευε από την αρχή. Ίσως πάλι θέλει να μάθει τα πάντα, για να συνεχίσει να τον σαλιώνει πολύ πιο εποικοδομητικά, αφού κι αυτός πιθανότατα φοβάται μη γίνει περίγελος στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στα σόσιαλ μίντια εξαιτίας μου. Κάτι που δεν σκοπεύω να πράξω. Η ηθική μου μού το απαγορεύει. Αν ποτέ τον μηνύσω, θα το κάνω στα έδρανα του δικαστηρίου. Θα τον εξευτελίσω και θα...

«Θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να επιστρέψεις στο γραφείο σου».
Τα λόγια της με συγκινούν τόσο πολύ, που θέλω να τη βρίσω για την υποκρισία της.
Αλλά είμαι κυρία και δεν θα το κάνω.
«Σε ευχαριστώ για τον ενδιαφέρον, όμως, δεν μου αρέσει να γλείφω εκεί που χέζω».
Σε αντίθεση με εσένα, ποθώ να της πω, αλλά το σήμα χάνεται. Μετά βίας την ακούω.
«Θα... Καλύτερα να... Μην...»
«Δε σε ακούω!» επαναλαμβάνω δυο τρεις φορές και πριν προλάβω να της το κλείσω, η οθόνη μαυρίζει.

Ξέρω πως το Χάμιλτον δεν έχει καλό σήμα, κάτι που ακόμη με προβληματίζει όσο κι αν χαίρομαι την επιστροφή μου στον τόπο που μεγάλωσα. Ωστόσο, δεν καταλαβαίνω για ποιον λόγο το κινητό μου έχει νεκρώσει. Του ρίχνω μία τελευταία ματιά και το αφήνω πάλι στον τεμπέλη.

Το πέπλο της νύχτας γίνεται ολοένα και πιο παχύ. Η πανσέληνος έχει κρυφτεί πίσω απ' τα αφράτα σύννεφα. Η φωταγώγηση της περιοχής είναι ανύπαρκτη και το κρύο τσουχτερό. Τα τζάμια είναι κλειστά κι όμως αισθάνομαι τον παγωμένο αέρα να με περονιάζει και να φτάνει ως τα κόκαλά μου. Ανεβάζω ταχύτητα και καθώς πλησιάζω την επόμενη δεξιά στροφή, που θα με οδηγήσει στο πατρικό μου, βλέπω μια λάμψη φωτός. Σκύβω ελάχιστα προς τα μπρος και στρέφω προς τα κει το κεφάλι. Διακρίνω την ταμπέλα που ξέρω ότι αναγράφει το όνομα της μικρής πόλης Χάρισον, αλλά αδυνατώ να δω τα γράμματα. Στρίβω αντανακλαστικά, όντας σίγουρη πως έχω πάρει τη σωστή κατεύθυνση για το πατρικό μου, και μεμιάς συναντώ ένα μικρό κορίτσι.

Δεν πρέπει να είναι πάνω από οχτώ χρονών. Το κορμάκι της έχει καμπουριάσει από το κρύο. Αγκαλιάζει τον εαυτό της για να ζεσταθεί. Τα πυκνά μαλλιά της έχουν καλύψει το πρόσωπο και σώμα της, ενώ μερικές ξανθές τούφες ξεπετάγονται και χορεύουν στον ρυθμό του οργισμένου αέρα. Το λευκό φορεματάκι της μοιάζει να είναι φτιαγμένο από μετάξι κι οι γυμνές πατούσες της έχουν θαρρείς κολλήσει στο υγρό χώμα. Είναι ακίνητη, αμίλητη, μόνη. Ένα άγαλμα στη μέση του πουθενά.

Σταματάω στην άκρη του δρόμου, κατεβάζω το παράθυρο του συνοδηγού. Το κρύο με σκοτώνει μα δεν το βάζω κάτω. Εγώ βρίσκομαι στην ασφάλεια ενός θεόρατου τζιπ κι εκείνη παλεύει με το ψύχος.

«Τι κάνεις εδώ έξω μόνη σου;» τη ρωτάω. Τα δόντια μου κροταλίζουν και η επιδερμίδα μου διαμαρτύρεται. Όμως σύντομα αισθάνομαι τις τρίχες μου να ανυψώνονται και να με προστατεύουν.
Δεν απαντά.
Την κοιτάω σταθερά. «Πού είναι οι γονείς σου;»
Τίποτα.
«Είσαι καλά;»
Τώρα κουνάει πάνω κάτω το κεφάλι της.
«Να σε πάω στο σπίτι σου; Οι δικοί σου θ' ανησυχούν!»

Τη βλέπω. Βλέπω το κεφάλι της να σηκώνεται και τα μαλλιά της ν' απλώνονται σταδιακά και να εμφανίζουν σιγά σιγά το πρόσωπό της. Μια αυλαία που ανοίγει λίγο πριν το πρώτο χειροκρότημα των θαμώνων ενός θεάτρου. Έτσι θα χειροκροτήσω κι εγώ μόλις δω την αγγελική μορφή της. Βάζω στοίχημα πως τα μάτια της είναι πράσινα όπως τα δικά μου.

«Μη φοβάσαι, μικρή μου. Είμαι 'δώ για να βοηθήσω», της λέω γλυκά για να μην την τρομάξω και τότε ένας σπαρακτικός ήχος τρυπάει τ' αφτιά μου.
Κοιτάω ολόγυρα. Η κυκλοφορία των αυτοκινήτων έχει αυξηθεί δραματικά. Ένα ασθενοφόρο περνάει βολίδα από μπροστά μου και δύο περιπολικά το ακολουθούν.
«Εδώ!» προσπαθώ να τους τραβήξω την προσοχή, με τα χέρια μου να κολλάνε στο μπροστινό τζάμι και να τους χαιρετάνε. Όμως δεν με βλέπουν. Έχουν ήδη φύγει.
Μια ζεστασιά με τυλίγει. Μια ανεξήγητη αύρα καλύπτει την ύπαρξή μου.
«Σ' ευχαριστώ», ακούω μια τσιριχτή φωνή και γυρίζω το βλέμμα στο κάθισμα δίπλα μου.
Πότε μπήκε μέσα και δεν το κατάλαβα;
«Οι γονείς μου με έδιωξαν από το σπίτι».
Η φωνή της τώρα μοιάζει βραχνή.
«Κρυώνεις ακόμη;» τη ρωτάω και κάνω να πιάσω το σακάκι από την πλάτη του καθίσματός μου για να τη ζεστάνω. Αργά ή γρήγορα θα αναπτύξει πυρετό. Ίσως χρειάζεται να την πάω στο νοσοκομείο.
Παίρνω μια βαθιά ανάσα και την κοιτάω.
«Είσαι νεκρή, σαν εμένα...» μου λέει με τη φωνή της να αποκτά μια ακόμα πιο βραχνή χροιά, και δύο τεράστια τιρκουάζ μάτια μαζί με το υπόλοιπο πορσελάνινο πρόσωπό της ξεπροβάλλουν μπροστά στα γουρλωμένα δικά μου.

Οι οφθαλμοί της ξεπετάγονται από τις κόγχες τους. Το πάλλευκο δέρμα της σταδιακά γκριζάρει. Τα μέχρι πρότινος ροδαλά χείλη της γίνονται μαβιά σαν της μητέρας μου όταν τη συνάντησα στο νεκροκρέβατό της.

Το σακάκι πέφτει από το χέρι μου. Με πλησιάζει και το σώμα μου παραλύει τη στιγμή που η ψυχρή πνοή της σκάει πάνω μου. Τα αιχμηρά φύλλα των σφενδάμων αγκαλιάζουν το έδαφος. Το καρδιοχτύπι μου μοιάζει να τα ακολουθεί για να πιαστεί από κάπου, για να γειωθεί. Για να διαγράψει την εικόνα που παίρνει σάρκα και οστά απέναντί μου.

«Είναι ένα όνειρο. Είναι ένα όνειρο. Μονάχα ένα όνειρο» επαναλαμβάνω στον εαυτό μου καθώς τα χείλη της ανοίγουν διάπλατα. Μια τεράστια, μαύρη γλώσσα βγαίνει από μέσα τους και η άκρη της καταλήγει στο μάγουλό μου.

Καίγομαι. Η υφή της είναι τραχιά και ζεματιστή.
Πρέπει να φωνάξω βοήθεια. Το στόμα μου κινείται μα τα λόγια μου έχουν παγώσει.
Έχουν σκαλώσει πίσω από τον λαιμό μου και με πνίγουν. Η γλώσσα της τώρα κατεβαίνει στο πηγούνι μου. Τα σωθικά μου ουρλιάζουν, τα σπλάχνα μου συσπώνται. Μια όξινη και πικρή γεύση κατακλύζει τη στοματική μου κοιλότητα. Θέλω να την αρπάξω, να την κάνω χίλια κομμάτια με τα νύχια μου αλλά τα χέρια μου τρέμουν. Η αναπνοή μου έχει κοπεί. Τα πόδια μου έχουν πετρώσει.

«Βοήθεια...» ψελλίζω με όση δύναμη μου έχει απομείνει και τότε το σώμα μου τραντάζεται λες και είμαι επιβάτης ενός αεροπλάνου που πέφτει σε κενό αέρος.


Copyright © Ελένη Αποστολάτου All rights reserved, 2023
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Η εικόνα εξωφύλλου έχει δημιουργηθεί με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης από τη συγγραφέα για τις ανάγκες της νουβέλας Dead Roses, που δημοσιεύτηκε στο koukidaki.gr σε μέρη, ξεκινώντας από το Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2024, και κάθε Σάββατο και Κυριακή.

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Pelota, Σταμάτη Γιακουμή4ος όροφος, Μάριου ΛιβάνιουΗ φυγή των τεσσάρων, Χάρη ΜπαλόγλουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΣαν μαργαριτάρι από σ' αγαπώ, Αντώνη ΠαπαδόπουλουΟ καπετάνιος τση ΖάκυθοςΑπό τις στάχτες της Καντάνου, Χριστίνας Σουλελέ
Βιβλιοδώρα από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΈξι τίτλοι από τις εκδόσεις ΕλκυστήςΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΤο ανυπεράσπιστο αγόρι, Αλέξανδρου ΠιστοφίδηΡόνι ο Σαλιγκαρόνης, Χριστίνας ΔιονυσοπούλουΗ περιπετειώδης εξαφάνιση του Καλτσάκη, Ευαγγελίας Τσαπατώρα