Ο Χρόνης Μίσσιος (1930-2012) εντάχθηκε το 1944 στον ΕΛΑΣ και μετά την απελευθέρωση στην ΕΠΟΝ. Το 1947 συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο λόγω της συμμετοχής του στον Εμφύλιο ως μέλος του ΔΣΕ. Το 1962 εξορίστηκε στη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη και βασανίστηκε πολλές φορές χωρίς να αποκηρύξει την ιδεολογία του. Τον περισσότερο χρόνο τον πέρασε σε απομόνωση και έζησε άθλιες συνθήκες κράτησης. Το 1985 έγραψε το πρώτο του βιβλίο, το «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» σε λαϊκή, προφορική γλώσσα και με αυτό κατήγγειλε τα βασανιστήρια, τους βασανιστές του, την κομματική γραφειοκρατία της Αριστεράς, τα βιώματά του από τα είκοσι ένα χρόνια φυλάκισης και εξορίας. Παρά την κεντρική αυτή ιδέα όμως το κείμενο διαπνέεται από ηθικές αξίες και αρχές τις οποίες αγωνίστηκαν να διατηρήσουν ο συγγραφέας και οι συγκρατούμενοί του στα δύσκολα χρόνια της φυλακής και της εξορίας καθώς και από αισιοδοξία και πίστη.
Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς
Ο Χρόνης Μίσσιος (1930-2012) εντάχθηκε το 1944 στον ΕΛΑΣ και μετά την απελευθέρωση στην ΕΠΟΝ. Το 1947 συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο λόγω της συμμετοχής του στον Εμφύλιο ως μέλος του ΔΣΕ. Το 1962 εξορίστηκε στη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη και βασανίστηκε πολλές φορές χωρίς να αποκηρύξει την ιδεολογία του. Τον περισσότερο χρόνο τον πέρασε σε απομόνωση και έζησε άθλιες συνθήκες κράτησης. Το 1985 έγραψε το πρώτο του βιβλίο, το «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς» σε λαϊκή, προφορική γλώσσα και με αυτό κατήγγειλε τα βασανιστήρια, τους βασανιστές του, την κομματική γραφειοκρατία της Αριστεράς, τα βιώματά του από τα είκοσι ένα χρόνια φυλάκισης και εξορίας. Παρά την κεντρική αυτή ιδέα όμως το κείμενο διαπνέεται από ηθικές αξίες και αρχές τις οποίες αγωνίστηκαν να διατηρήσουν ο συγγραφέας και οι συγκρατούμενοί του στα δύσκολα χρόνια της φυλακής και της εξορίας καθώς και από αισιοδοξία και πίστη.

Ηρακλής, ο ήρωας της καρδιάς μας
Κέρβερος, ο δωδέκατος και τελευταίος άθλος! (παρτ ουάν)
Γιώργου Ζώτου
Τον έπαιρνε από το χεράκι ο θεός Ερμής και τον πήγαινε τσάρκα μέχρι την Ήπειρο, στην Πάργα. Όχι μέσα στην πόλη, σιγά μην τον κερνούσε και ουζάκι στην παραλία, λίγο πριν τον άφηνε, στις εκβολές του Αχέροντα ποταμού.
Εκεί τον παραλάμβανε ο Χάρος (oχ αμάν αμάν), γιος του Έρεβους (όι όι όι) και της Νύχτας (μανούλα μ') και εγγονός του Χάους (α πα πα πα!) για να τον πάει στην Αχερουσία λίμνη, εκεί που βρίσκονταν οι πύλες του Κάτω Κόσμου (μπρρρ), γνωστού και ως Άδη (μπρρρρρρρρ και ματαξαναμπρρρρρρ) για το πρώτο «θερμό» καλωσόρισμα (καλώς ήρθατε ψυχούλες μου!) από τον θεό Πλούτωνα (δις ιζ δι εντ!)
Αχ, αχ, έκαναν οι ψυχές καθώς τις πήγαινε βαρκάδα ο Χάρος.
Αχ, αχ, αχ, έκανε κι η ηχώ των φαραγγιών που σιγοντάριζε.
Πώς να μην βγει Αχ-έροντας ο ποταμός;
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να παραδεχτώ ότι δεν είμαι σίγουρος αν οι ψυχές βαριαναστέναζαν επειδή ταξίδευαν για τον Κάτω Κόσμο ή επειδή πλήρωναν τα μαλλιά της κεφαλής τους σε μεταφορικά.
Η μάγισσα Θερμουέλα σε κρίση
Φοβερό, μη αναμενόμενο, εκπαιδευτικό παραμύθι που θίγει ένα καίριο ζήτημα που αντιμετωπίζουμε στον πλανήτη, την κλιματική κρίση, δηλαδή την κλιματική αλλαγή και πιο συγκεκριμένα την υπερθέρμανση.
Ο Χριστόφορος Χριστοφόρου, στο βιβλίο του Η μάγισσα Θερμουέλα σε κρίση, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Α. Ανώνυμο, εμπλέκει ευφάνταστα μια κακιά μάγισσα με τον αϊ-Βασίλη, τα ξωτικά του και τη Μητέρα Φύση, χωρίς να αφήνει απ' έξω τα ρομπότ, δηλαδή τα τεχνολογικά επιτεύγματα της εποχής. Πρόκειται για μία σύμπραξη του παλιού, παραδοσιακού στοιχείου με κάτι νεότερο, φρέσκο και δημιουργικό.
Προμηθέας Εσταυρωμένος
Σάββατο 2/12/2023
Ο Δεκέμβριος μας έχει υποδεχτεί με τις καλύτερες διαθέσεις. Το κλίμα είναι ήδη γιορτινό στους δρόμους και στις καρδιές μας. Το κρύο δεν έχει μπει για τα καλά ακόμη και αφού ο ήλιος έχει πέσει, εγώ και ο σύζυγός μου, φεύγουμε από το σπίτι για να παρακολουθήσουμε την παράσταση.
Ο κόσμος έχει μαζευτεί έξω από το θέατρο και περιμένει. Εμείς μπαίνουμε αμέσως μέσα παρατηρώντας τον χώρο γύρω μας· είναι μικρός, ζεστός και ντυμένος με τη χριστουγεννιάτικη φορεσιά του. Αφού περνάμε το ταμείο, βρισκόμαστε σε ένα σαλονάκι.
Μπροστά μας είναι το Secret room, όπου και θα παρακολουθήσουμε την παράσταση, και ολόγυρά μας κλασικά έπιπλα. Στα δεξιά μας ένα όμορφο πιάνο και στα αριστερά μας ο καναπές με τις πολυθρόνες και το παραδοσιακά στολισμένο δέντρο. Η ατμόσφαιρα είναι θερμή και οικεία.
Δεσποινίς Τζούλια
Ας μιλήσουμε πρώτα για την υπόθεση: Η μαγείρισσα και ο υπηρέτης του κόμη είναι ένα ζευγάρι νέων που σκέφτονται να παντρευτούν. Η κόρη του όμως, δηλαδή η δεσποινίς Τζούλια, γοητευμένη από την αρρενωπότητά του αποφασίζει να περάσει ένα βράδυ με τον υπηρέτη. Μετά από αυτή τη στιγμή τίποτα δεν θα είναι πια το ίδιο, όλες οι ισορροπίες θα διαταραχτούν, όλοι οι συσχετισμοί θα ανατραπούν και η συνέχεια μόνο αίσια δεν δείχνει. Μια πτώση χωρίς αλεξίπτωτο (;) –για εκείνη πιο μεγάλη καθώς η εκκίνησή της είναι από πιο ψηλά– με όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, χωρίς κανένα εχέγγυο ομαλής προσγείωσης, δηλαδή μιας ομαλής συνέχειας.
Ας έχουμε κατά νου πως ο έρωτας, με τη γενετήσια ορμή του, είναι αίσθημα κατακλυσμιαίο και υπό μία οπτική βάρβαρο, αφού κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τον μαγνήτη του. Στη συνθήκη του έργου τώρα έχουμε τρεις ήρωες με κοινές συνιστώσες ανά δυάδες: Η μαγείρισσα και ο υπηρέτης έχουν κοινή καταγωγή, ανήκουν στο προσωπικό ενός ανώτερου κοινωνικά ανθρώπου με ισχύ και ζουν μετρημένα με λίγα χρήματα υπακούοντας εντολές. Η δεσποινίς Τζούλια και ο υπηρέτης κατακλύζονται από την αμοιβαία έλξη σε βαθμό που δεν υπολογίζουν κόστος και συνέπειες· η δε κοινωνική τους απόσταση εκμηδενίζεται αυτοστιγμεί. Και τέλος, η μαγείρισσα και η δεσποινίς Τζούλια διεκδικούν τον ίδιο άντρα.