Στον κόσμο του ποδοσφαίρου, ένα ερώτημα κυριαρχεί στις σύντομες, παθιασμένες συζητήσεις της τελευταίας δεκαετίας: Lionel Messi ή Cristiano Ronaldo; Στην πραγματικότητα, υπάρχει μια ξεκάθαρη σωστή απάντηση: «Γιατί πρέπει να διαλέξουμε οπωσδήποτε τον ένα από τους δύο; Δεν μπορούμε να απολαμβάνουμε και τους δύο;». Το ίδιο ισχύει και για το δίπολο Bob Dylan - Leonard Cohen.
Φυσικά και μπορούμε να απολαμβάνουμε και τους δύο – αυτό κάνουν όλοι όσοι διαθέτουν έστω και μια στάλα μουσικής αισθητικής. Όμως, όπως θα έλεγε κάθε βιολόγος που δίδασκε πριν από την έλευση των social media, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα σε λίγη ευγενική ανατομία. Και καθώς διασχίζεις τους τόμους του έργου αυτών των δύο τιτάνων, είναι εύκολο να δεις γιατί οι συγκρίσεις ανάμεσα στον Bobby και στον Lenny είναι τόσο συχνές. Οι φωνές τους είναι ιδιαίτερες, γεμάτες χαρακτήρα και βάθος, αλλά τεχνικά δεν είναι και άρτιοι τενόροι. Έχουν γράψει μερικές από τις πιο υπέροχες μελωδίες όλων των εποχών –μελωδίες που λειτουργούν σαν αντίστιξη στα λόγια τους– αλλά κανείς από τους δύο δεν θα ξεχώριζε σε ένα «διαγωνισμό φωνής». Είναι μαγνητικοί και χαρισματικοί ερμηνευτές, αλλά αν τους βάλεις στο ίδιο πλάνο με τον Paul Rodgers, τα φώτα θα πέσουν στον τελευταίο και αυτό είναι απόλυτα σίγουρο.
Ωστόσο, το σημείο όπου ξεπερνούν όλους τους άλλους είναι η στιχουργία. Οι δύο αυτοί μάστορες του στίχου, δεν απέχουν πολύ από το να θεωρηθούν σχολή από μόνοι τους. Ο Lenny, με στίχους όπως Well, never mind, we are ugly, but we have the music ή Like a drunk in a midnight choir, I have tried in my way to be free, έχει χαρίσει μερικούς από τους πιο ποιητικούς στίχους που έχουν ποτέ ακουστεί σε τραγούδι, και όταν είπε πως «Music is the emotional life of most people», δεν το είπε απλώς σαν ένα ωραίο τσιτάτο με ψήγματα αλήθειας, το είπε επειδή το πίστευε βαθιά και το υπερασπίστηκε με συνέπεια σε όλη του την καριέρα. Η μουσική είναι δώρο και το έργο του Lenny ενσάρκωσε την πιο υψηλή αποστολή της τέχνης γενικότερα: να μεταφέρει σκληρές αλήθειες με μια φθαρμένη ομορφιά που δίνει νόημα στην ανθρώπινη τραγωδία.
Η ζωή είναι μοιραίο να περιέχει στιγμές θλίψης, αλλά αυτό το γεγονός συνοδεύεται από ένα αντιστάθμισμα: όταν βρεθείς κι εσύ στην άκρη του γκρεμού, υπάρχουν τα τραγούδια εκείνων που βρέθηκαν εκεί πριν από σένα και άφησαν πίσω τους οδηγίες επιβίωσης. Σε αυτό το επίπεδο υπάρχει μια βαθιά καλοσύνη στη μουσική του Lenny. Είναι μια κουβέρτα παρηγοριάς για τους πληγωμένους, τους κουρασμένους και τους περιθωριοποιημένους. Συνέλαβε με συνέπεια τη ζωή μέσα από τον πιο ποιητικό φακό και έγραψε μερική από τη πιο όμορφη μουσική όλων των εποχών. Κι έτσι, όταν φτάνουμε να εξετάσουμε το «τεχνικό» ζήτημα (εγώ, πάντως, δεν το έχω εξετάσει ποτέ), είναι αδύνατον να προσπεράσουμε τη λογοτεχνική του δεινότητα. Ακόμα πιο δύσκολα παραβλέπει κανείς τη συνέπειά του. Αν ψάξεις τους δίσκους του Lenny, δεν θα βρεις κανένα στιχουργικό στραβοπάτημα. Ακόμα και στις λιγότερο εμπνευσμένες στιγμές του, τιμά πάντα τις αρετές της έντιμης καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ωστόσο, ενώ η μουσική του μπορεί να άπλωσε τα χέρια της σε αμέτρητους μοναχικούς περιπλανώμενους, δεν έκανε το ίδιο με τα πλήθη.
Εκεί που ο Bobby ξεπερνά κατά πολύ τον δημιουργό του Hallelujah είναι ο κοινωνικός αντίκτυπος του έργου του. Καθώς οι τελευταίες έξι δεκαετίες έχουν φέρει όλο και λιγότερους καλλιτεχνικούς επαναστάτες, γίνεται σαφές πως το δύσκολο δεν είναι να φτιάξεις σπουδαία τέχνη – το δύσκολο είναι αυτή η τέχνη να ταρακουνήσει την κοινωνία. Εκεί, υπάρχουν ελάχιστοι που μπορούν να σταθούν δίπλα στον Bobby. Και το λέω απλά: Το So Long, Marianne είναι αριστούργημα πρώτου επιπέδου, αλλά δεν κινητοποίησε 250.000 ανθρώπους να διαδηλώσουν στην Washington. Η δηκτική ειρωνεία του First We Take Manhattan είναι τόσο σοφή και διαχρονική όσο κάθε άλλο τραγούδι, αλλά δεν ταρακούνησε τους πολιτικούς. Το Chelsea Hotel #2 κρύβει πολλές λεπτές κοινωνικές παρατηρήσεις, αλλά δεν οδήγησε στην απελευθέρωση κανενός αδίκως φυλακισμένου. Μπορεί αυτά τα μεγέθη να συγκρίνονται δύσκολα, και μπορεί τώρα εσύ να πεις ότι συγκρίνουμε «μήλα με πορτοκάλια», αλλά για να είσαι μεγάλος ποιητής, χρειάζονται σίγουρα σπάνια προσόντα. Όμως για να είσαι επαναστάτης, χρειάζονται προσόντα τόσο σπάνια και απαιτητικά που ακόμα και όσοι τα διαθέτουν, σπάνια τολμούν να τα ενεργοποιήσουν. Ο Bobby είχε και το ταλέντο και την τόλμη να το κάνει.
Πόσους μουσικούς μπορείς να κατονομάσεις που τον φτάνουν έστω στο ένα από τα δύο; Πόσους;
Στα χρόνια μετά την ακμή των Lenny και Bobby, γράφτηκαν πολλά υπέροχα τραγούδια που ακολούθησαν το κάλεσμά τους για βαθύτερη τραγουδοποιία. Έχουμε πλημμυρίσει από ομορφιά, αλλά τι δεν θα έδινε ο κόσμος για έναν ακόμα μουσικό επαναστάτη που θα φώτιζε ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον; Έχω γράψει στο παρελθόν ότι η στιχουργική του Bruce Springsteen δεν έχει καμία σχέση με την στιχουργική τού Bob Dylan και ότι ο Bruce έγινε «εθνικός ήρωας» και «απαραίτητο συστατικό» των Αμερικανών, μην έχοντας να προτείνει κάτι καινούργιο. Προσπαθεί να μας πείσει πως όλα τα απαραίτητα, οτιδήποτε δηλαδή έχουμε ανάγκη, έχει ανακαλυφθεί. Άρα, προς τι να ψάχνουμε; Τραγουδάει δε από τη θέση: «Τέλειωσα τη δουλειά, πήρα το βδομαδιάτικο, καβάλησα τη μηχανή, βούτηξα τη γκόμενα και την έκανα για την παραλία και μη μου πεις ότι δεν γουστάρεις να το κάνεις κι εσύ αυτό, γιατί δεν θα σε πιστέψω με τίποτα ακόμα και αν μου ορκιστείς στους Δημοκρατικούς του Obama». Ενώ ο Dylan τραγουδάει από τη θέση: «Είμαι μικρός, ασήμαντος, κι άμα λάχει είμαι και άπλυτος και είμαι και μεθυσμένος και, έλα, μη μου κάνεις τη δύσκολη γιατί θα πάω μέχρι μέσα στο Κογκρέσο να φωνάξω ότι σε γουστάρω και θα το μάθει μέχρι και ο πρόεδρος, που τον είδα τις προάλλες να γλύφει τη μαρμελάδα μέσα από το βάζο». Το γράφω αυτό, γιατί παρόλο που ο τρόπος που έχει τα πράγματα μέσα στο κεφάλι του ο καθένας από τους δύο αυτούς καλλιτέχνες (Bruce και Bobby) είναι διαφορετικός, ο Bruce δείχνει να αντιλαμβάνεται το μέγεθος του Bobby, δηλώνοντας: «Bobby pointed true north and served as a beacon to assist you in making your way through the new wilderness America had become. He planted a flag, wrote the songs, sang the words that were essential to the times, to the emotional and spiritual survival of so many young Americans at that moment.». Πάλι καλά!
Και για να επανέλθω στους Lenny και Bobby, κλείνοντας αυτό το άρθρο, τα τραγούδια του Lenny είναι απαραίτητα με έναν πιο προσωπικό τρόπο. Ο Bobby, όμως, μετέτρεψε το προσωπικό σε πολιτικό. Ο Bobby πρόσφερε όχι μόνο παρηγοριά αλλά και προοπτική αλλαγής, γιατί εκεί που ο Lenny σου κράτησε το χέρι στο σκοτάδι, ο Bobby ήρθε με έναν αναμμένο φακό!
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου