Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο –παρακολουθείτε όλα τα είδη– ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθoπλασίες: Οι Μαζαράκηδες, Ιουλιανός ο Παραβάτης, Τα πέντε φαντάσματα * Έξι τίτλοι πεζογραφίας των εκδόσεων Ελκυστής * Το χάλκινο νησί: Η δημιουργία των ανθρωποειδών * Labirinto * Επτά τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Το παιχνίδι της νύχτας: Η αφύπνιση των θρύλων * Το αγόρι * Έξι τίτλοι των εκδόσεων Ελκυστής ** Διηγήματα: Η ενδεκάτη εντολή * Για όλα φταις εσύ * Η Κιμ ξέρει και άλλες ιστορίες * Στην πιο όμορφη χώρα του κόσμου * Στιγμές ζωής * Ακατάσχετη ψυχορραγία ** Ποίηση: 62 ποιήματα * Ανατέλλουσα ψυχή * Ονειρεύτηκα τη Διοτίμα και άλλα εφήμερα ειδύλλια * Τριθέκτη Ώρα * Οδυσσέας *** Μουσικό άλμπουμ: The 12 Kalikatzari of Christmas *** Δοκίμιο: Εν αρχή ην ο λόγος

Πού γυρίζεις απόψε;

Γιώργου Μπιλικά

Φωτογραφία του πιο διάσημου μπαλκονιού του κόσμου, αυτό του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας στη Βερόνα της Ιταλίας

Το ότι δεν μου είναι εύκολο να έρθω στο σπίτι σου, το ξέρεις καλά – και δεν χρειάζεται να το γράφω για να το μάθει όλος ο κόσμος. Πάντα ήμουν ο τύπος που κουβαλάει τις σκέψεις του σαν πολύτιμες σιωπές και τα βήματά του τα κρατάει αθόρυβα, όμως αυτή τη φορά δεν μπορώ να ξεφύγω από το πεπρωμένο μου. Το μόνο που μου απομένει είναι να κατέβω στην άσφαλτο, να στάξω τις νότες μου κάτω από το μπαλκόνι σου τραγουδώντας για όσα δεν τολμήσαμε ποτέ να εκστομίσουμε και για τα λόγια που ποτέ δεν είπες. Να ακουστεί η φωνή μου και να μαζεύω τα κέρματα της ευθύνης που ρίχνουν στη θήκη της κιθάρας μου, οι άγνωστοι περαστικοί της ζωής μας. Θα με βλέπεις να στέκομαι εκεί, να φυλάω τις νύχτες μου όπως φυλάνε οι ποιητές τα μυστικά τους. Κι όταν η νύχτα σιγά σιγά ανασάνει και η πόλη θα βυθίζεται σε μια λευκή σιγή, θα ξεπηδήσω από τη σκιά της σιωπής περιμένοντας να φανείς εσύ – ίσως με τα χέρια σου να αγκαλιάζουν το κάγκελο του μπαλκονιού σου, κοιτώντας κάτω, δεμένη ανάμεσα στην αυλαία και στη φαντασία σου. Και τότε θα κριθεί αν οι υποσχέσεις σου θα ζωντανέψουν ή αν θα σβήσουν σαν φωτιά σε ξηρασία. Γιατί ως τώρα, μόνο λόγια είχαμε από μέρους σου και κανένα βήμα που να κρατιέται από τη γη. Αλλά, αν δεν είσαι μέσα, και σε περιμένω άδικα, τότε πρέπει να μου πεις:
«Πού γυρίζεις απόψε;»

Μου λες ότι θα βγεις και κάθομαι σαν βλάκας και σε περιμένω. Τι παιχνίδι παίζεις; Πες μου –ακόμα κι αν είναι πικρό– ότι δεν γουστάρεις πια ή πως σου άρεσε κάποιος άλλος. Αλλά, σε ικετεύω, μη με έχεις εδώ στημένο. Τι ανευθυνότητα είναι αυτή; Ο χρόνος τρέχει, οι στιγμές λιγοστεύουν και το βλέμμα των άλλων μ' ακολουθεί... όχι πως με πειράζει, αλλά μοιάζει να ρωτάει: «Τι κάνεις εδώ;». Δεν με νοιάζει τι σκέφτεται και τι θα πει ο κόσμος, μα δεν θέλω να γίνω το πρόβλημα που θα σε στιγματίσει απέναντι στους γείτονές σου. Και στο κάτω κάτω, δεν θέλω να με βλέπουν σαν τον γελοίο που περιμένει μια υπόσχεση που δεν έρχεται ποτέ. Κι όμως, εγώ σε περιμένω. Σε περιμένω κι όταν είμαι καλά αλλά κι όταν δεν είμαι. Σε περιμένω κι όταν δεν έχω πού να πάω, αλλά κι όταν έχω. Μα τώρα τι να κάνω; Αν δεν είσαι μέσα και συνεχίζω να περιμένω άδικα, πρέπει να μου πεις:
«Πού γυρίζεις απόψε;»

Έφερα λοιπόν το πακέτο που σου είχα υποσχεθεί. Στήθηκα κάτω από το μπαλκόνι σου, περίμενα σαν ο απόλυτος ανόητος, ενώ όλοι γύρω μου –ακόμα κι οι τυχαίοι περαστικοί– γνώριζαν ότι δεν θα έρθεις εκτός από μένα. Μόνο εγώ πίστευα ότι θα ερχόσουν. Έμεινα εκεί, πασχίζοντας να δικαιολογήσω τη βλακεία μου, μέχρι που δάκρυσα και αποφάσισα να αποχωρήσω. Τελικά, το πακέτο το χάρισα. Το έδωσα σε έναν άστεγο που συνάντησα στον πεζόδρομο. Τουλάχιστον, με έκανε να νιώσω χρήσιμος, ένιωσα πως έκανα κάτι πραγματικά ανθρώπινο. Αλλά εσύ... αν σου αρέσει να γυρίζεις με τον ένα και με τον άλλο, από δω κι από κει, τότε πρέπει πρώτα να μάθεις να κρατάς τις υποσχέσεις σου. Γιατί ποιος θα σε στηρίξει, όταν πραγματικά θα χρειαστείς κάποιον; Ξέρω πως πάντα συμφωνείς μαζί μου, αλλά η συμφωνία από μόνη της δεν είναι αρκετή. Κι αν αύριο, πάλι, εγώ βρεθώ κάτω από το μπαλκόνι σου και εσύ δεν είσαι μέσα, πάλι θα περιμένω άδικα και πάλι θα πρέπει να μου πεις:
«Πού γυρίζεις απόψε;»

Υπάρχει κάποιος που μάλλον σε παρακολουθεί και γνωρίζει τα πάντα για σένα, αλλά μονάχα εσύ φέρεις την ευθύνη για αυτό. Άφησες διάτρητες τις πόρτες της προσωπικής σου ζωής και τώρα, από τη στιγμή που επέτρεψες στους πάντες να βλέπουν, να ξέρουν τι κάνεις και πού πηγαίνεις, δεν υπάρχει γυρισμός. Οι γνώστες αυτοί, διαθέτουν στοιχεία που ξεπερνούν τη φαντασία σου, γιατί όλα ξεγυμνώνονται όταν δεν προσέχεις. Μα πότε, επιτέλους, θα αντιληφθείς πως οι άλλοι είναι άλλο και οι δικές σου επιλογές είναι άλλο; Μήπως έφτασε η στιγμή να χαράξεις τη δική σου γραμμή και να ξεχωρίσεις αυτό που είσαι εσύ, από αυτό που αφήνεις να σε καθορίζει; Κι αν δεν το κάνεις αυτό εσύ, ποιος θα το κάνει; Αλήθεια, ποιος; Εγώ δεν μπορώ να κάνω πολλά – όσο δεν γνωρίζω αν είσαι μέσα. Και αν, παρ' όλα αυτά, δεν είσαι, και περιμένω άδικα, τότε μόνο ένα έχω να σε ρωτήσω:
«Πού γυρίζεις απόψε;»

Όσοι με βλέπουν, έτσι αξύριστο, νομίζουν ότι είμαι άρρωστος ή ότι ήμουνα στη φυλακή και μόλις βγήκα. Μα είναι τόσο μακριά από την αλήθεια τους, όπως τα πουλιά από τη γη. Κι αυτή η πικρή γεύση της αδικίας με καταπίνει λίγο λίγο, λες και γλιστράει μέσα στις φλέβες μου. Μήπως πρέπει να τους εξηγήσω τι συμβαίνει; Να τους πω ότι έμεινα έτσι, επειδή έχω στηθεί εδώ και σε περιμένω; Να τους πω ότι δεν μπορώ να φύγω από το βράδυ, χωρίς πρώτα να σε δω; Μα, στο κάτω κάτω, τι τους νοιάζει; Τι σημασία έχει για τους περαστικούς η καρδιά μου που χτυπάει σαν τρελή; Κι όμως, πιθανότατα τους εντυπωσιάζει το ότι κάθομαι κάτω απ' το μπαλκόνι σου και περιμένω να βγεις. Υποτίθεται ότι είσαι μέσα κι εγώ απλώς περιμένω να σε δω, να σου μιλήσω, να βρω ένα κομμάτι από την οικειότητα που είχαμε και που χάσαμε. Αλλά αν τελικά δεν είσαι μέσα –κι εγώ συνεχίζω να περιμένω άδικα– τότε πρέπει, επιτέλους, να μου πεις:
«Πού γυρίζεις απόψε;»

Το ξέρεις ότι η αλήθεια που κρύβεται στις λέξεις σου είναι βαθιά, πικρή και ξεκάθαρη σαν ωκεανός. Όμως, πώς θα ζήσουμε αν δεν αφήσουμε τα συναισθήματα να ξεχυθούν σαν τα κύματα, να ορμήσουν με δύναμη και να ξεπλύνουν τα κρυμμένα βάρη μας; Πώς θα υπάρξουμε αν δεν εκραγούμε; Κι όμως, αυτή η αλήθεια είναι σκοτεινή και ανεξερεύνητη. Ένα εκατομμύριο όνειρα τρέχουν να κρυφτούν, απογοητευμένα από το χάος που εμείς οι ίδιοι δημιουργήσαμε. Μπορώ να τα μετρήσω, ένα ένα, αλλά δεν έχει νόημα. Γιατί η φίλη σου μου είπε πως τα λουλούδια που σου έφερα τα έβαλες στο ράφι – και κατάλαβα πως αυτά τα πράγματα δεν είναι η γυμνή αλήθεια που αναζητάς. Εκείνο που ψάχνεις βρίσκεται μέσα σου και είναι αόρατο και άγνωστο, γιατί κι εσείς οι γυναίκες είσαστε πολύ παράξενα πλάσματα. Αξιοσέβαστα μεν, παράξενα δε. Δεν εκτιμάτε αυτόν που σας σέβεται και σας προσέχει και σας φροντίζει και σας αγαπάει, παρά πάτε και κολλάτε σε όποιον σας φτύνει και σας χρησιμοποιεί και αδιαφορεί ακόμα και για την ύπαρξή σας. Παρ' όλα αυτά, εξακολουθώ να στέκομαι κάτω από το ερειπωμένο μπαλκόνι σου, πιστεύοντας ότι είσαι μέσα και ότι θα βγεις. Αν όμως δεν είσαι και συνεχίζω να περιμένω χωρίς λόγο, τότε έλεος πια. Ήρθε η ώρα να μου πεις:
«Πού γυρίζεις απόψε;»


Copyright © Γιώργος Μπιλικάς All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε φωτογραφία του πιο διάσημου μπαλκονιού του κόσμου, αυτό του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας στη Βερόνα της Ιταλίας