Φίλες και φίλοι,
Τόσο αυτός ο πίνακας, όσο και κάποιοι άλλοι με παρεμφερές θέμα, είναι αφιερωμένοι στο φρενοκομείο του Σαιν Ρεμύ, όπου νοσηλεύτηκε ο καλλιτέχνης, και σήμερα συγκαταλέγονται στους ομορφότερους πίνακές του.
Στον συγκεκριμένο πίνακα, τα φυτά έχουν τοποθετηθεί σε πρώτο πλάνο. Η οπτική γωνία βρίσκεται σχεδόν στο ίδιο επίπεδο με το έδαφος, καταργώντας μ’ αυτόν τον τρόπο τον ορίζοντα. Έτσι, προκύπτει μια υπερβολικά εστιασμένη εικόνα και ο θεατής αισθάνεται κυριολεκτικά «βυθισμένος» στο θέμα. Αν και από πρώτη ματιά η σύνθεση μπορεί να φαίνεται χαώδης, ο Βαν Γκόγκ έχει οργανώσει με προσοχή όγκους και χρώματα. Το «γεμάτο» τμήμα του πίνακα στα δεξιά, το οποίο καταλαμβάνουν οι ίριδες, αντισταθμίζεται από την περιοχή γυμνού εδάφους στην αντίθετη πλευρά, το κοκκινωπό χρώμα της οποίας επαναλαμβάνεται στα λουλούδια που βρίσκονται σε δεύτερο πλάνο. Άλλωστε, το μικρό κομμάτι που καταλαμβάνει το γρασίδι, επάνω δεξιά, είναι ένας επιπλέον κενός χώρος, ο οποίος λειτουργεί με τη σειρά του ως εξισορροπιστικό στοιχείο.
Η ζωγραφική επιφάνεια διασχίζεται διαγώνια από τις ίριδες και σ’ ολόκληρη την σύνθεση κυριαρχεί ο εκλεπτισμένος συνδυασμός του φωτεινού πράσινου των λογχωτών φύλλων και του έντονου μπλε των λουλουδιών.
Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, έτσι κι εδώ ο Βίνσεντ γεμίζει ολόκληρη την επιφάνεια του πίνακα, η άκρη του οποίου «κόβει» ένα μέρος των εικονιζόμενων στοιχείων, που βγαίνουν έξω από το πλάνο.
Η λύση αυτή -χαρακτηριστικό γνώρισμα της ιαπωνικής τέχνης- ενισχύει τον διακοσμητικό χαρακτήρα του πίνακα και, από κοινού με το μαύρο περίγραμμα που περιβάλλει τα πέταλα και τους μίσχους, δίνει την εντύπωση ότι ο ζωγράφος αντιγράφει μια ταπετσαρία, προβάλλοντάς την συγχρόνως σε φυσικό φόντο.
Ο πίνακας αυτός (ελαιογραφία σε μουσαμά) είναι ένας από τους ελάχιστους που εκτέθηκαν τον Σεπτέμβριο του 1889 στο Σαλόνι των Ανεξαρτήτων, ενώ ο Βίνσεντ ζούσε ακόμη. Σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Πωλ Γκεττύ στο Λος Άντζελες.