Στο αρχαίο θέατρο δεν υπήρχε το επάγγελμα του σκηνοθέτη. Ανακαλύφθηκε αιώνες μετά τις αρχαίες τραγωδίες και κωμωδίες απ' όταν αυτές είχαν παρουσιαστεί για πρώτη φορά.
Ποιος ήταν ο τρόπος όμως, που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι, για να παρουσιάσουν ένα έργο και ποιοι έπαιρναν μέρος εκτός από τον ποιητή και τους υποκριτές; Επίσης, ποιος ήταν αυτός που είχε η παρουσία του κάποια σχέση με το μεταγενέστερο επάγγελμα του σκηνοθέτη; Κι αφού το θέατρο των μεγάλων τραγικών είναι θέατρο υψηλών απαιτήσεων και χρειάζεται χρόνια εκπαίδευση σε υποκριτές και σκηνοθέτες, τι ποιότητα είχε η υποκριτική εκείνη την εποχή; (Ας θυμηθούμε τον Ροντήρη που τόσο πολύ έδινε σημασία στη φωνή του ηθοποιού, στους τονισμούς και στις παύσεις, γενικότερα στην εκφορά του λόγου.) Τότε, με αυτές τις ελλείψεις, πώς να ήταν οι παραστάσεις στην αρχαία Αθήνα; Ήταν σημαντικές και ερμηνευτικά ή μόνο ο σπουδαίος λόγος των ποιητών ήταν η μεγάλη νίκη για αυτή την εποχή που γέννησε και εδραίωσε το θέατρο;
Πρώτα πρώτα, οι αρχαίες τραγωδίες και κωμωδίες παιζόντουσαν σε εξωτερικούς χώρους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να είναι πολύ κοντά σε αυτό που ονομάζουμε τραγωδία. Γιατί οι τραγωδίες γραφόντουσαν με αυτό τον σκοπό, να συμμετέχει και η φύση κατά τη δράση των τραγικών ηρώων.
Ένα ακόμα θετικό, μπορεί κανείς να πει, ήταν οι πολύμηνες πρόβες, που έδιναν την ευκαιρία να εντρυφήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο στα παθήματα των ηρώων οι υποκριτές. Άλλωστε, δεν ήταν όλοι άνθρωποι που δεν είχαν κάποια σχέση με το θέατρο, αφού και στην αρχαιότητα υπήρξαν κάποιοι ηθοποιοί που έπαιρναν μέρος ή πρωταγωνιστούσαν στα έργα αυτά.
Όσον αφορά στο θέμα της φωνής, ο εξωτερικός χώρος έκανε τη μουσικότητα που είναι τόσο απαραίτητη για την αρχαία τραγωδία, να δίνει το καλύτερο αποτέλεσμα από τους υποκριτές που λάμβαναν μέρος σε αυτήν. Άλλωστε ο άνθρωπος που ήταν ηθοποιός, θα μπορούσε κάλλιστα να υποδείξει στους άλλους κάποια πράγματα σχετικά με την ερμηνεία του ρόλου που είχε αναλάβει. Επίσης, υπήρχε ο χοροδιδάσκαλος, που μπορούσε να υποδείξει στον χορό πώς να κινηθεί κατά τη διάρκεια της παράστασης. Όλα αυτά έκαναν την παράσταση να είναι όσο γίνεται πιο κοντά στο σκηνικό αποτέλεσμα που επιθυμούσαν. Το πιο δύσκολο θα ήταν η διδασκαλία του χορού και λιγότερο το μέρος των υποκριτών – ένα πρόβλημα που υπήρξε και στα μετεγενέστερα χρόνια. Η μουσική θα βοηθούσε για την αρμονία του χορού, στην κίνηση και στον λόγο. Πιο μεγάλη σημασία έδιναν στη χρήση της γλώσσας κι αυτό είναι κάτι που αντιμετωπίζεται μέχρι σήμερα. Όσον αφορά το υποκριτικό ανάστημα των ηθοποιών, αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να το γνωρίζει κανείς με βεβαιότητα –και δεν είναι το μόνο φυσικά– αφού κανείς δεν ξέρει τις δυνατότητες που είχαν τότε οι υποκριτές. Τα αριστουργήματα αυτά είχαν πάντα ευεργετικές επιρροές για τους Αθηναίους πολίτες, αφού η τραγωδία τους έκανε να αντιληφθούν και τον δικό τους προορισμό και υποχρέωση που είχαν.
Η ρητορεία ήταν κάτι το σύνηθες εκείνη την εποχή και γνώριζε συνέχεια αυξανόμενη άνοδο και η αρχαία τραγωδία, όπως και η αρχαία κωμωδία, έδινε αυτό το στοιχείο της ρητορείας με τους μεγάλους μονολόγους και την ασύγκριτη δραματουργία της.
Το αποτέλεσμα των παραστάσεων αυτών του 5ου π.Χ. αιώνα είναι κάτι που δεν το γνωρίζουμε, που όμως αν σκεφτεί κανείς ότι γράφτηκαν περίπου 1500 τραγωδίες, σατιρικά δράματα και κωμωδίες, μπορεί κανείς να σκεφτεί ότι η επιτυχία και η αποδοχή ήταν πολύ μεγάλη. Όχι μόνο για τη δραματουργία και όλο το θέατρο αλλά και για τη ζωή στην αρχαία Αθήνα.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από το ετήσιο περιοδικό Θέατρο του Θεόδωρου Κρίτα και από το περιοδικό Θέατρο του Κώστα Νίτσου.
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε τον χορό από την παράσταση Σκηνοβάτες σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή στην Επίδαυρο και κοστούμια Ντένης Βαχλιώτη.