Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο –παρακολουθείτε όλα τα είδη– ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθοπλασίες: Το χάλκινο νησί: Η δημιουργία των ανθρωποειδών * Labirinto * Επτά τίτλοι από τις εκδόσεις Ελκυστής * Το παιχνίδι της νύχτας: Η αφύπνιση των θρύλων * Το αγόρι * Έξι τίτλοι των εκδόσεων Ελκυστής * Ασμοδαίος * Ετοιμόρροποι: Αναζητώντας τα μυστικά της σύντηξης ** Διηγήματα: Η ενδεκάτη εντολή * Στην πιο όμορφη χώρα του κόσμου * Στιγμές ζωής * Ακατάσχετη ψυχορραγία ** Ποίηση: 62 ποιήματα * Ανατέλλουσα ψυχή * Ονειρεύτηκα τη Διοτίμα και άλλα εφήμερα ειδύλλια * Τριθέκτη Ώρα * Οδυσσέας * Ναι, αρνούμαι *** Δοκίμιο: Εν αρχή ην ο λόγος

The Cure: Η τριλογία ενός χαμένου κόσμου

Το συγκρότημα The Cure και εξώφυλλα άλμπουμ του Mixes Of A Lost World

1: Songs Of A Lost World (Polydor / Fiction, 2024)

Η αρχή του τέλους, όπως μόνο οι Cure ξέρουν να την ψιθυρίζουν. «Είμαι έξω στο σκοτάδι, αναρωτιέμαι πώς γέρασα τόσο», τραγουδά ο ηγέτης των Cure Robert Smith στο τελευταίο κομμάτι του Songs Of A Lost World. Η γνώριμη μελαγχολική του σιγουριά αντηχεί ξανά, υπενθυμίζοντάς μας πως αυτό είναι το φυσικό περιβάλλον των Cure – στις σκιές, στις χαραμάδες της αβεβαιότητας, μέσα σε ένα πέπλο ανησυχητικών ερωτημάτων χωρίς απαντήσεις.

Ο Smith είναι ο αρχιτέκτονας αυτής της όμορφης, σκοτεινής αινιγματικότητας ήδη από το Three Imaginary Boys του 1979. Στο μεταξύ, έχει σμιλέψει περίτεχνα τα ερείπια του έρωτα και τις κενές καρδιές, μέσα σε έναν κόσμο τρυφερό και εύθραυστο. Οι Cure αποκαλύπτουν ξανά και ξανά ένα κενό που ευδοκιμεί μέσα στην ευαλωτότητα και την οδύνη, την ίδια ώρα που φωτίζουν τις ομορφότερες στιγμές και τα συναισθήματα, αναμειγνύοντας αρχές και τέλη που είναι τόσο πυκνά και σύνθετα όσο και η πολυτελής τους μέση.

Σε προηγούμενα albums, αυτό το limbo έμοιαζε απέραντο. Το ίδιο ισχύει κι εδώ, καθώς ψυχές γεμάτες επιθυμία και ραγισμένες καρδιές στολίζουν το μυστήριο του σκοταδιού και της αβεβαιότητας. Στο Songs Of A Lost World, οι εξαίσιες κιθάρες και οι προσεκτικά σχεδιασμένοι ρυθμοί συνοδεύουν όσα μένουν ανείπωτα, αποκαλύπτοντας μια ακόμα πιο απορροφητική πλευρά των Cure, όπου ο απόηχος ενός ταραγμένου μυαλού αντηχεί μέσα στις λεπτομέρειες. Η ατμόσφαιρα εδώ δεν είναι απλώς υπόστρωμα, είναι κυρίαρχη δύναμη.

Ωστόσο, ακόμα και μέσα στις πιο μελαγχολικές πινελιές, το album εκπέμπει μια ζωντάνια που ανακαλεί παλιές εποχές, χωρίς να προδίδει το ευρύτερο μήνυμα. Τι άλλο απομένει να πει κανείς για το εγγενές θέμα του album, την αρχή του τέλους; Περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ο Smith, σφραγίζει με ένταση τη συνείδηση της επικείμενης τελικής αυλαίας. Η στιχουργική του γίνεται πιο ακριβής, ενώ ταυτόχρονα απομακρύνεται από τις καθιερωμένες θεματικές της μπάντας, δημιουργώντας κάτι που μοιάζει απελευθερωμένο με κάθε έννοια.

Στο τελευταίο κομμάτι γίνεται φανερό ότι αυτός ο ομιχλώδης, βαρύς κόσμος του μακιγιάζ και της συναισθηματικής κατάρρευσης είναι ακόμα το στοιχείο τους – έστω κι αν, από τις άκρες του, ξεπροβάλλει μια μικρή αίσθηση αποδοχής.

Songs Of A Lost World, track by track:
Alone: Ανοίγει με μακροσκελές, κυκλικό εισαγωγικό μέρος γεμάτο έντονα κιθαριστικά riffs και αδιάκοπα τύμπανα. Η ατμόσφαιρα είναι ασαφής, το ύφος όμως απολύτως Smith, αναγνωρίσιμο και ανελέητα συναισθηματικό. «Αυτό είναι το τέλος κάθε τραγουδιού που τραγουδάμε», ψιθυρίζει με ένταση, με μια ποίηση πιο σπαρακτική από ποτέ.
And Nothing Is Forever: Μουσική ευδαιμονία από σπαρακτικές πιανιστικές νότες και ορχηστρική ανάταση. Το πλούσιο ηχητικό τοπίο καθιστά απρόβλεπτη την είσοδο του Smith, αλλά όταν έρχεται, υψώνει το συναίσθημα. «Υποσχέσου μου πως θα είσαι εκεί στο τέλος / Πες μου πως θα είμαστε μαζί χωρίς μετάνοια / Όσο κι αν είσαι μακριά / Θα με θυμάσαι απόψε.»
A Fragile Thing: «Θα μπορούσα να πεθάνω απόψε από ραγισμένη καρδιά», τραγουδά ο Smith στην πρώτη κιόλας γραμμή. Η μελαγχολία του εξακολουθεί να φέρει τον θρίαμβο του συναισθηματικού ναυαγίου, με ευρείες, άγριες πινελιές ευαλωτότητας και χαμένης αγάπης.
Warsong: Μια κατάδυση στη συναισθηματική βία και τις συνέπειες του έρωτα, που θα ταίριαζε απόλυτα στο Pornography ή στο Bloodflowers. Οι κιθάρες ουρλιάζουν, οι ρυθμοί συγκρούονται και η φωνή του Smith παραμένει αναλλοίωτη – όπως το 1979.
Drone: Nodrone: Οι Cure πάντα ήξεραν να μιξάρουν απόγνωση και επιθετικότητα. Ακόμη και μετά από 16 χρόνια, εδώ το αποδεικνύουν ξανά. Το κομμάτι είναι πιο ενεργητικό, με προωθητική ένταση, θυμίζοντας τις πιο ρυθμικές στιγμές τύπου Just Like Heaven και Lovesong.
I Can Never Say Goodbye: Σαν μια αιώρηση ανάμεσα στο ελαφρύ και το αποκαϊδιασμένο, το κομμάτι οδηγείται από στροβιλιζόμενα όργανα και πένθιμο πιάνο. Ίσως είναι το πιο Cure τραγούδι που έχει κυκλοφορήσει ποτέ. «Κάτι σκοτεινό έρχεται να κλέψει τη ζωή του αδελφού μου», τραγουδά, καταθέτοντας όλο του το πένθος.
All I Ever Am: Η επιτομή του Cure-ικού σύμπαντος. Η ζωή σε μια άρνηση, ένα κενό γεμάτο ομορφιά και πόνο. Το κομμάτι ξεσπά με θορυβώδη ενέργεια και μοιάζει με τον πιο τολμηρό βυθό στην απελπισία του album.
Endsong: Ο Smith πάντα ήξερε πώς να κλείνει έναν δίσκο: End, Pornography, Untitled. Το Endsong ίσως είναι η κορυφή του είδους – κάθε στοιχείο λάμπει, κάθε ήχος κουβαλά νόημα. «Είμαι έξω στο σκοτάδι, αναρωτιέμαι πώς γέρασα τόσο», τραγουδά ξανά. Αυτό είναι το αληθινό σπίτι των Cure.
Εν κατακλείδι: Είναι ένα album που δεν φοβάται τη στατικότητα ούτε την επανάληψη. Μέσα σε αυτά τα φαινομενικά «κενά» γεννιούνται εικόνες που δεν μπορεί να προσφέρει ούτε η πιο ολοκληρωμένη αφήγηση.


2: Mixes Of A Lost World (Polydor / Fiction, 2025)

Η καταβύθιση συνεχίζεται – στον καθρέφτη της απώλειας και της λύτρωσης. Αν το Songs Of A Lost World ήταν ένα δωμάτιο πνιγμένο στην ομίχλη της απελπισίας, το Mixes Of A Lost World είναι ο ήχος αυτής της ομίχλης που διαλύεται και ξανασχηματίζεται: στροβιλιζόμενος, υπνωτικός, απογυμνωμένος και, την ίδια στιγμή, ανεξήγητα παλλόμενος από ζωή. Εδώ, οι Cure, μέσω των προσεκτικά επιλεγμένων remixes και reinterpretations, ανοίγουν τις πόρτες του ίδιου στοιχειωμένου κόσμου, αλλά αυτή τη φορά αφήνουν τον ήχο να ανασάνει μέσα σε άγνωστα φώτα και παραμορφωμένους καθρέφτες. Όπου το Songs ήταν πένθιμο και θρηνητικό, το Mixes είναι διαλογιστικό· μια μακρά νύχτα όπου οι σκιές χορεύουν πάνω σε ρυθμούς που πότε απλώνονται σαν αργές παλλόμενες παλίρροιες και πότε χτυπούν με τον ρυθμό μιας καρδιάς που επιμένει να χτυπά. Η σιωπή δεν είναι ποτέ κενή. Είναι γεμάτη από ψίθυρους, από θραύσματα μνήμης, από παραμορφωμένες αναμνήσεις που κυλούν μέσα σε dub ηχώ και ambient σκελετούς.

Εδώ, ο Robert Smith δεν «τραγουδά» πάντα. Πιο συχνά, περιπλανιέται, ή φανερώνεται μόνο ως πνεύμα, με τη φωνή του να διαλύεται και να ανασυντίθεται σε ένα μουσικό πεδίο που θυμίζει το Disintegration αν το είχε επιμεληθεί ένας spectral Brian Eno. Η νοσταλγία γίνεται texture, ο πόνος γίνεται παλμός και η απώλεια γίνεται ένα echo delay που δεν σταματά ποτέ. Παρά τις διαφορετικές ενορχηστρώσεις και τη χρήση των παραγωγικών φίλτρων, η ταυτότητα των Cure παραμένει ανέγγιχτη.
Αντίθετα, γίνεται πιο φανερή ακριβώς μέσα από αυτή την αποδόμηση. Οι κιθάρες εξατμίζονται σε θραύσματα ήχου, τα φωνητικά επαναλαμβάνονται σαν ψυχικά mantras και τα drums χτυπούν σαν να προσπαθούν να μετρήσουν τον χρόνο ανάμεσα στο τέλος και στην αρχή.

Mixes Of A Lost World, track by track:
Alone (Submerged Mix): Μια εσωστρεφής ανάγνωση του αρχικού opener, με τον ρυθμό να τραβιέται προς τα κάτω σαν βυθισμένος σε νερό. Τα φωνητικά του Smith αναδύονται και χάνονται, σαν κραυγές από απόσταση. Ένα σκοτεινό, ambient requiem για την ίδια την εναρκτήρια στιγμή.
And Nothing Is Forever (Phantom Strings Mix): Οι πιανιστικές νότες διατηρούν την καρδιά του τραγουδιού, αλλά εδώ περιπλέκονται με αποσπασματικά έγχορδα και ένα ghostly delay που επεκτείνει κάθε λέξη στο άπειρο. Μια ονειρική παραλλαγή που θρηνεί και παρηγορεί ταυτόχρονα.
A Fragile Thing (Broken Glass Mix): Το πάθος παραμένει αλλά ο ρυθμός αλλάζει. Μια σχεδόν trip-hop απόδοση με glitchy beat και αφαιρετικά layers, κάνοντας το τραγούδι να ακούγεται σαν ανάμνηση από κάποιο ξεχασμένο rave.
Warsong (Descent Rework): Οι κιθάρες χάνουν την άμεση επιθετικότητά τους και μετατρέπονται σε καταρράκτες θορύβου και θλίψης. Το remix επιλέγει να τονίσει την αποξένωση και την απόγνωση. Είναι πιο industrial, πιο ψυχρό, αλλά και πιο σαγηνευτικό.
Drone: Nodrone (Reversion by Slowdive): Ηχητική μανιέρα σε αποδόμηση. Το remix παίρνει την αρχική δομή και την απλώνει σε shoegaze ομίχλη. Κάθε χτύπος γίνεται ένας ορίζοντας που δεν φτάνει ποτέ. Οι Slowdive μεταμορφώνουν το κομμάτι σε εσωτερικό παραλήρημα.
I Can Never Say Goodbye (Dirge Dub): Ένα dub mix που μοιάζει να έχει ξεχαστεί σε κάποια υπόγεια ηχογράφηση, με τα μπάσα να κυλούν σαν αίμα και τα πλήκτρα να πνίγονται σε echo. Το αποτέλεσμα είναι ένα τελετουργικό πένθους: μυστηριακό και επιβλητικό.
All I Ever Am (Oblivion Mix): Ίσως το πιο πειραματικό κομμάτι του δίσκου, με αποσπασματικά φωνητικά και ambient layers που μεταμορφώνουν το τραγούδι σε ονειρικό θραύσμα. Δεν ακούς το κομμάτι, αλλά το βιώνεις σαν ατμό.
Endsong (Final Echo): Μια μετα-εκδοχή ενός ήδη αποκαλυπτικού τέλους. Το remix παρατείνει τη μελαγχολία, επιβραδύνει τον χρόνο και ανασυνθέτει τη φωνή του Smith σαν εξομολόγηση από το υπερπέραν. Είναι το ίδιο τραγούδι, αλλά πλέον φαντάζει σαν επιτάφιος.

Εν κατακλείδι: Το Mixes Of A Lost World δεν είναι απλώς ένα σύνολο επανεπεξεργασιών. Είναι ένα καθρέφτισμα του πρωτοτύπου μέσα από δάκρυα ή μέσα από τον υγρό αέρα μιας μεταμεσονύχτιας πόλης. Οι Cure αποδεικνύουν ξανά ότι, ακόμα κι όταν δεν «παίζουν», εξακολουθούν να μιλούν για το ανέκφραστο.

Ακολουθεί τώρα ένα φανταστικό τρίτο μέρος της άτυπης τριλογίας των Cure. Ένα φανταστικό, βαθιά ατμοσφαιρικό έργο που συμπληρώνει το Songs και το Mixes. Το Visions Of A Lost World έρχεται ως αποκάλυψη, ως εσωτερικό όραμα, ως η αντανάκλαση ενός κόσμου που χάθηκε αλλά επιμένει να ζητά νόημα.


3: Visions Of A Lost World

Το φως πίσω από την καταχνιά – όταν ο ήχος γίνεται όραμα. Το τρίτο και τελευταίο κεφάλαιο της Lost World τριλογίας δεν είναι album με την παραδοσιακή έννοια. Είναι κάτι πιο διάχυτο, πιο μεταφυσικό. Αν το Songs Of A Lost World ήταν το τραγούδι της καταστροφής και το Mixes η αντήχηση της μνήμης μέσα από φίλτρα, το Visions Of A Lost World είναι το όραμα του τι θα μπορούσε να υπάρξει. Ένα έργο-καθρέφτης, όχι μόνο των προηγούμενων δύο, αλλά και ολόκληρης της διαδρομής των Cure: από την αποξένωση του Faith έως τη θεατρικότητα του Top και τη μελαγχολική ομορφιά του Disintegration. Ο Robert Smith εδώ μερικές φορές μιλάει, άλλες φορές ψιθυρίζει κι άλλοτε απλώς αφήνει τον ήχο να πάρει τη θέση του. Το album μοιάζει με κινηματογραφικό soundtrack σε ταινία που δεν θα γυριστεί ποτέ: συνθέσεις ambient, ηλεκτροακουστικά τοπία, spoken words, περάσματα εγχόρδων που θυμίζουν Arvo Pärt σε μετά θάνατον remix και διαλείμματα από καθαρό θόρυβο. Αλλά το Visions δεν είναι πειραματικό για χάρη του πειραματισμού. Είναι η πιο εσωτερική, η πιο απαλλαγμένη από προσχήματα δήλωση της μπάντας: μια ηχητική αναζήτηση του τι σημαίνει να χάνεις έναν κόσμο και να βλέπεις, ξαφνικά, έναν άλλο να αναδύεται χωρίς εγγυήσεις, χωρίς ελπίδα, αλλά με κάποια ακαθόριστη πίστη στο άγνωστο.

Visions Of A Lost World, track by track:
The Room That Isn’t There: Μια 12λεπτη ambient σύνθεση με ήχους που μοιάζουν να προέρχονται από το εσωτερικό ενός εγκαταλειμμένου σπιτιού. Ψίθυροι, ανεπαίσθητες συγχορδίες και ο Smith να ψιθυρίζει: I left something behind... but I don’t know what.
Visions (Theme): Ένα instrumental κομμάτι με επαναλαμβανόμενο μοτίβο πιάνου και έγχορδα που ανεβοκατεβαίνουν σαν αναπνοές. Αναδύεται μια αίσθηση κάθαρσης, όχι επειδή βρέθηκε η λύση, αλλά επειδή έγινε αποδεκτό το άλυτο.
Sister To The Fog: Η πιο «κλασική» μορφή τραγουδιού εδώ, με φωνή, ρεφρέν και ενορχήστρωση. Αλλά ακόμα κι αυτή η φόρμα υπονομεύεται: η μελωδία διαλύεται, ο ρυθμός υποχωρεί και η φωνή χάνεται στη βροχή.
The World Was Never Here: Στίχοι με spoken words σε μουσική από drone synthesizers και βιολιά. Ένα υπαρξιακό ποίημα ντυμένο με ηλεκτρική θλίψη.
Light Through Ashes: Το κλείσιμο. Ίσως το πιο ελπιδοφόρο κομμάτι σε ολόκληρη την τριλογία. Μια αργή, σχεδόν καθαρτική άνοδος με έγχορδα, παιδικές φωνές στο βάθος και μια πρόταση του Smith: We were never meant to last... but still, we shine.

Εν κατακλείδι: Το Visions Of A Lost World δεν «συμπληρώνει»; απλώς την τριλογία, αλλά την αναποδογυρίζει. Δεν είναι το τέλος, αλλά μια πρόσκληση για να κοιτάξουμε πίσω σε όλα όσα χάσαμε και να ρωτήσουμε: «Τελικά, χάθηκαν; Ή μήπως μεταμορφώθηκαν σε κάτι άλλο;»
Ένα έργο για τη μεταμόρφωση, για τη μνήμη που γίνεται προφητεία και για την ομορφιά μέσα στην απουσία.

ΥΓ.: Ίσως να αδίκησα τον Robert στο Rock Around... the Bands! Ελπίζω τουλάχιστον να τον δικαιώνω εδώ!



Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου