Οι ήρωες έχουν πολλές μορφές. Άνθρωποι που πολέμησαν άνισες μάχες, άνθρωποι που ανακάλυψαν κάτι καινούργιο, άνθρωποι που έσωσαν άλλους από σίγουρο θάνατο... Όμως υπάρχουν κι άλλοι, και για να τα λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, η Λένα Τερκεσίδου γράφει για τους αφανείς ήρωες, για κάποιες γυναίκες της διπλανής πόρτας που κρύβονται πίσω από μια απέραντη δυστυχία και τίποτα δεν δείχνει ότι κάτι αλλάζει.
Το Τίμιες πόρνες είναι –καταρχάς– βιβλίο, με τον ομώνυμο τίτλο, που έχει πολλές ιστορίες που κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ο ήρωας που κρύβεται μέσα στις προσβολές, τη βία, τον φόβο.
Μόνη της προσπαθεί να διατηρηθεί, να ζήσει, σε αντίξοες συνθήκες, σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο.
Το θεατρικό Τίμιες πόρνες δεν ξεφεύγει από το βιβλίο. Όσο κι αν φαίνεται οξύμωρος ο τίτλος, μπορούμε να σκεφτούμε ότι το επάγγελμα δεν καθορίζει την τιμιότητα. Μπορεί μια πόρνη να είναι τίμια και μια καλόγρια όχι, ή μήπως κάνω λάθος;
Το Θέατρο της ημέρας φιλοξενεί ιδιαίτερες παραστάσεις· εάν κάποιος πάει στον χώρο θα διαπιστώσει, από την είσοδο ακόμα, το μεράκι που έχουν βάλει για την αγάπη τους στην τέχνη.
Δύο όμορφες κοπέλες, που διαπιστώνω ότι θα έχουν μέλλον στο θέατρο, η Μάρα Δαρμουσλή και η Κρυσταλλία Κεφαλούδη ερμηνεύουν τους ρόλους που έγραψε στο βιβλίο της η Λένα Τερκεσίδου που είναι όλοι για ανθρώπους που είτε χάθηκαν είτε βρήκαν το κουράγιο και κατάφεραν να ξεφύγουν από αυτό που τους δυνάστευε.
Άνθρωποι καθημερινοί περνούν από μπροστά μας σαν σκιά και χάνονται. Συνήθως λιγομίλητοι και με μια μόνιμη ανησυχία στο βλέμμα τους. Όλοι εμείς τους προσπερνάμε κι όταν εντέλει γίνει το κακό θα πούμε μπροστά στην κάμερα «δεν το είχα καταλάβει, ήταν καλή γυναίκα, δεν είχε δώσει δικαιώματα» και άλλα τέτοια που λέμε όλοι, αδιαφορώντας επί της ουσίας για την σκιά που πέρασε και χάθηκε. Μέχρι το βράδυ θα το ξεχάσουμε και θα συνεχίσουμε με ασφάλεια στη λογική ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Η πόρνη τα ήθελε, έχει ακουστεί πολλές φορές.
Η συγγραφέας μάς ζωντανεύει όλες αυτές τις γυναίκες που μαθαίνουμε από τα κανάλια το τέλος τους. Οι δύο ηθοποιοί μας βάζουν εξαιρετικά μέσα στον ψυχισμό καθεμιάς ξεχωριστά, περιγράφοντας την ιστορία τους που αποκτά φωνή και ανάστημα. Καταφέρνουν με την ερμηνεία τους να κερδίσουν τον θεατή με την γεμάτη πάθος και ευαισθησία που δείχνει ότι ζουν τον ρόλο.
Όλη η παράσταση είναι ένα μήνυμα που θέλει να ακουστεί από πολλές γυναίκες που ήταν εκεί και κάποιες που είναι ακόμη.
Πολύ σωστή η σκηνοθεσία από την Ανδρομάχη Μοντζολή και δεν θα ξεχάσω τον Γιάννη Ζουγανέλη, που έχουμε και την ίδια καταγωγή, για τη μουσική και τα τραγούδια της παράστασης.
Μια παράσταση που θέλει να δώσει φωνή σε αυτές που δεν μπορούν να ακουστούν. Αυτό το δράμα είναι μια καταγγελία της συγγραφέως, της σκηνοθέτη και των δύο ηθοποιών προς κάθε κατεύθυνση. Επιλέγοντας αυτό το δύσκολο εγχείρημα, δείχνει το βάθος και την τόλμη που έχουν για να δώσουν κάτι που δεν πρέπει να ξεχαστεί. Είναι ευχής έργον να παρακολουθώ ανθρώπους που θέλουνε το κάτι διαφορετικό, αδιαφορώντας για τις παραστάσεις-κονσέρβα.
Το ελληνικό θέατρο έχει βάθος, αρκεί να προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε παραστάσεις όπου, χωρίς φανφάρες, διαφημίσεις και φίρμες, δίνουν νέοι καλλιτέχνες την ψυχή τους σε παραστάσεις με νόημα.
Τρεις ιστορίες που έχουν έναν συνδετικό κρίκο, μια γυναίκα που παρουσιάζεται σαν από μηχανής άγγελος.
Το νόημα που βγάζει κάνει τους σκεπτόμενους πάντα θεατές να προβληματιστούν και ίσως και να αναθεωρήσουν τους λόγους που κάποιος κάνει μια οποιαδήποτε δουλειά, κυρίως διότι δεν θα μάθουν ποτέ την αιτία. Άλλωστε, οι ταμπέλες πρέπει να τοποθετούνται για να ονοματίζουν δρόμους αλλά δεν επιτρέπεται να μπαίνουν στους ανθρώπους.
Εύχομαι καλή συνέχεια στις δύο ηθοποιούς και να ευχαριστήσω την γλυκιά και πάντα καλοδιάθετη υπεύθυνη επικοινωνίας Νταίζη Λεμπέση για τις προσκλήσεις που μου διέθεσε.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου



