Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος γεννήθηκε το 1937 στην Λαμία. Υπήρξε μαθητής του κορυφαίου ιστορικού θεάτρου Γιάννη Σιδέρη και του Δημήτρη Ροντήρη, στην Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Επίσης σπούδασε και στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πολυσχιδής προσωπικότητα του νεοελληνικού θεάτρου με μεγάλη δράση και συμβολή στη θεατρική ζωή του τόπου. Κριτικός θεάτρου, μεταφραστής θεατρικών έργων, θεωρητικός και στιχουργός. Έγραψε πολλά βιβλία για το θέατρο, μελέτες και δοκίμια. Κλειδιά και κώδικες του θεάτρου, Αρχαίο δράμα, Τα μετά το θέατρο, Προσωπολατρεία, Παγκόσμιο θέατρο, Από τον Μένανδρο στον Ίψεν, Από τον Στρίντμπεργκ και τον Τσέχωφ στον Πιραντέλο και τον Μπρεχτ κ.ά.
Τα έργα του καθώς και την ποιητική του συλλογή με τον τίτλο Αμήχανον τέχνημα, την παράβαση και όλους τους στίχους, που έγραψε, υπέγραφε με το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο Κ.Χ. Μύρης.
Μετάγραψε έργα του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Ευριπίδη, του Αριστοφάνη και μετέφρασε έργα του Μολιέρου.
Στην αρχή της ενασχόλησής του με το θέατρο, είχε σπουδάσει ηθοποιός και εξάσκησε το επάγγελμα για λίγο χρονικό διάστημα.
Από το 1971 συνεργάστηκε με την εφημερίδα Το Βήμα και εν συνεχεία στην εφημερίδα Τα Νέα. Αργότερα ανέπτυξε συνεργασία και με άλλα έντυπα περιοδικά.
Από το 1990 και για δεκατέσσερα χρόνια συνεργάστηκε με το Τμήμα θεατρικών σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Το 1978 ανέλαβε να επιμεληθεί το βιβλίο Δραματική ποίηση. Για εικοσιπέντε χρόνια αποτέλεσε την ύλη για τα γυμνάσια της χώρας.
Τιμήθηκε με πολλά βραβεία από την πολιτεία: Μεγάλο Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για την συνολική προσφορά του, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το 2006, του έδωσε τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα κ.λπ.
Τη διετία 2013-2015 υπήρξε διευθυντής της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου ενώ πιο πριν είχε διατελέσει πρόεδρος στο Εθνικό Θέατρο.
Επίσης, για είκοσι χρόνια ήταν πρόεδρος της επιτροπής στο υπουργείο πολιτισμού.
Δύο από τα βιβλία του τιμήθηκαν. Επρόκειτο για το Τα μετά του θεάτρου, που πήρε το 1ο Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου όπως επίσης και για το Από τον Στρίντμπεργκ και τον Τσέχωφ στον Πιραντέλο και στον Μπέρτολτ Μπρεχτ, που τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών.
Κάποια από τα τραγούδια που έγραψε ως Κ.Χ. Μύρης: Στους χρόνους της καταστροφής (1922), Στη Νέα Σμύρνη μία γριά (1925), Ήταν ο τόπος μου (1944), Σαν τέλειωσε ο πόλεμος (1945), Καφενείο η Ελλάς (1950), Άκου, Ακρίτας, Αργοναύτης, Αρχάγγελος, Γεννήθηκα, Ελένη, Ερινύα, Έρωτα, Ιφιγένεια, Μία νύχτα στα Μεσόγεια, Ο ψάλτης, Ορέστης, Ραψωδός, Χίλια μύρια κύματα, Χρόνια και χρόνια στον τροχό, Ωδή των δακρύων, Γαλάζιο περιστέρι, Γύρισε ξανά, Δέκα στρατιώτες και ένας λοχαγός, Έλα Ειρήνη, Ερωτικό, Μια φυσαρμόνικα, Ξαστεριά. Στις συνεργασίες του αυτές συνεργάστηκε με κάποιους από τους μεγαλύτερους συνθέτες που έβγαλε η χώρα μας, όπως είναι ο Γιάννης Σπανός και ο Γιάννης Μαρκόπουλος.
Η πρώτη του μεταγραφή στο αρχαίο δράμα ήταν στην Ηλέκτρα του Σοφοκλή που ανέβηκε το 1972 στην Επίδαυρο (παρθενική εμφάνιση ως πρωταγωνίστρια αρχαίου δράματος για την Αντιγόνη Βαλάκου). Σε προφορική μαρτυρία του εξηγεί την αγάπη του για τη χρήση της ελληνικής γλώσσας και για τη φιλομάθεια που ήταν μία βαθιά προσωπική του ανάγκη.
Από τις φιλίες του με επιφανή πρόσωπα των τεχνών ήταν αυτή με τον κορυφαίο σκηνοθέτη του θεάτρου Δημήτρη Ροντήρη και με τον σπουδαίο και πρόωρα απόντα τραγουδιστή Νίκο Ξυλούρη.
Υπήρξε παντρεμένος με την Ναυσικά Μάργαρη και απέκτησαν μια κόρη, την Εύα Γεωργουσοπούλου.
Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος αγάπησε το θέατρο, τους ηθοποιούς και τους Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς. Πίστευε ότι πολλά από τα νεοελληνικά έργα είναι άξια για να παιχτούν και σε πολλές χώρες του εξωτερικού και όπως είχε δηλώσει ήταν κάτι που το είχε υπερασπιστεί.
Στο βιβλίο του Πανόραμα Ελλήνων ηθοποιών και σημαντικών παραστάσεων του 20ού αιώνα, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καπόν, γράφει για τους ηθοποιούς και τι χρειάζονται για να προσεγγίσουν τον κάθε ρόλο: «Η τέχνη του ηθοποιού είναι να δημιουργεί μια ψευδαίσθηση, μία φαντασίωση με το σώμα του, τις κινήσεις του, τη φωνή του, το πνεύμα του, την έκφραση και ερμηνεία του, να μεταφέρει στο κοινό έναν χαρακτήρα, μία δραματική δημιουργία. Κατά τον Στανισλάφσκι, ο ηθοποιός ταυτίζεται με τον ρόλο του και μετά την παράσταση η ερμηνεία του χαράζεται στη μνήμη του κοινού. Κατά τον Μπρεχτ, ο ηθοποιός πρέπει να κρατά απόσταση από τον ρόλο που υποδύεται. Δεν πρέπει να παρασύρει τον θεατή στη μέθεξη και την ταύτιση με τον χαρακτήρα που βλέπει επί σκηνής αλλά οφείλει να τον οδηγήσει στην αντίληψη της βαθύτερης ουσίας του έργου. Ο ηθοποιός πρέπει να είναι σε θέση να παίζει και με τους δύο τρόπους.».
Ο μεγάλος θεατράνθρωπος, που αγάπησε και τίμησε με την πολυσύνθετη προσωπικότητά του το θέατρο, έφυγε από τη ζωή το 2024.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από την εγκυκλοπαίδεια του Θεόδωρου Έξαρχου Έλληνες ηθοποιοί: Η γενιά μας, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Δωδώνη, καθώς επίσης από το ετήσιο περιοδικό Θέατρο του Θεόδωρου Κρίτα και από το περιοδικό Θέατρο του Κώστα Νίτσου. Τέλος, από το βιβλίο του Κώστα Γεωργουσόπουλου Νήμα της στάθμης, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη.