Το νέο βιβλίο του Εμμανουήλ Δουκάκου Δολοφόνος δίχως ταυτότητα, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φυλάτος, είναι ένα καλογραμμένο αστυνομικό ψυχολογικό θρίλερ που μας μεταφέρει στο Λονδίνο, στην ψυχιατρική κλινική Maudsley. Όταν ο ιδιοκτήτης της κλινικής δρ Τζόουνς βρίσκεται νεκρός, δυο αστυνομικοί προσπαθούν να λύσουν τον γρίφο και να πιάσουν τον δολοφόνο.
Ο συγγραφέας ξέρει καλά να δημιουργεί ατμόσφαιρα και να παρασύρει τον αναγνώστη σε μια περιπέτεια γεμάτη ανατροπές, δίχως να γίνεται κουραστικός, χρησιμοποιώντας ανούσιες περιγραφές και φλυαρίες. Αντιθέτως, κάνει τομή με το συγγραφικό νυστέρι του στα εύθραυστα συναισθήματα του αναγνώστη, ο οποίος προσπαθεί να δει μέσα στις σκιές, να ψηλαφήσει το πρόσωπο του δολοφόνου στο σκοτάδι, να καταλάβει τι είναι πραγματικό και τι ψεύτικο...
Η γραφή του Δουκάκου ρέει αβίαστα, ενώνοντας το μυστήριο, την επιστήμη (πραγματικά έχει κάνει τρομερή έρευνα), τις κοινωνικές ανησυχίες και την αστυνομική αφήγηση, δίνοντας ένα πολύ δυνατό αποτέλεσμα με κινηματογραφική αύρα. Ο συγγραφέας είναι φειδωλός στη χρήση αίματος, άλλωστε δεν στοχεύει εκεί αλλά στο να χτίσει αγωνία και να κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη αμείωτο.
Και ναι, τα καταφέρνει, αφήνοντας ένα ιδιαίτερο φινάλε να βυθιστεί στο σκοτάδι, κάνοντας τον αναγνώστη να πιάσει ασυναίσθητα τον λαιμό του, ο οποίος παρ' ολίγον να βρισκόταν στο εξώφυλλο του βιβλίου...
Εμμανουήλ Δουκάκος: Καλώς σας βρήκα! Χαίρομαι πολύ που βρίσκομαι σήμερα, εδώ, στο koukidaki. Ονομάζομαι Εμμανουήλ Δουκάκος και θα έλεγα πως είμαι ένας άνθρωπος που αγαπά την παρατήρηση των γεγονότων γύρω μας. Aυτά τα γεγονότα είναι που με εμπνέουν ώστε να αφηγούμαι διάφορες ιστορίες. Κι έτσι, κάποιες από αυτές ζωντανεύουν μέσα από τη συγγραφή και τα βιβλία μου. Η δημιουργία είναι η έκφρασή μου και είναι αναπόσπαστο κομμάτι στη ζωή μου, και κατά μία έννοια, με κρατάει «ζωντανό», αποτελώντας ταυτόχρονα και τη μόνη μου διαφυγή από τη σκληρή πραγματικότητα που ζούμε όλοι.
Πρόσφατα, η ενασχόλησή μου με τη γραφή, οδήγησε στην κυκλοφορία του νέου μου μυθιστορήματος «Δολοφόνος δίχως ταυτότητα» από τις εκδόσεις Φυλάτος. Είναι μια ιστορία που, πιστεύω, πως θα σας κρατήσει σε συνεχή αγωνία.
Ο Δολοφόνος δίχως ταυτότητα είναι ένα αστυνομικό ψυχολογικό θρίλερ. Πείτε μας λίγα λόγια για το πόνημά σας…
Ε.Δ.: Ο «Δολοφόνος δίχως ταυτότητα» είναι ένα έργο που με εξίταρε από την αρχή μέχρι το τέλος της συγγραφής του. Πρόκειται για ένα αστυνομικό ψυχολογικό θρίλερ που, όπως φανερώνει και ο τίτλος του, επικεντρώνεται στην αναζήτηση ενός εγκληματία του οποίου η ταυτότητα παραμένει ένα άλυτο μυστήριο. Όμως δεν είναι μόνο αυτό. Μέσα από το βιβλίο, ο αναγνώστης θα αναρωτηθεί: μέχρι πού θα μπορούσε να φτάσει κάποιος με εμμονική διαταραχή για χάρη της εμμονής του; Ή, ακόμα, αν πρέπει να δοκιμάζουμε τα όρια κάποιου χωρίς να μπορούμε να υπολογίσουμε την αντίδρασή του.
Η ιστορία εκτυλίσσεται σε ένα περιβάλλον όπου η ψυχολογία των χαρακτήρων παίζει καθοριστικό ρόλο. Δεν είναι απλώς ένα κυνήγι του δράστη, ένα ακόμα who done it, αλλά είναι επιπλέον και μια βαθιά βουτιά στον ανθρώπινο ψυχισμό – τόσο του θύτη όσο και των αστυνομικών που προσπαθούν να τον εντοπίσουν, αλλά και των ανθρώπων που επηρεάζονται από τις πράξεις του. Εξερευνά τις σκιές της ανθρώπινης φύσης, τα κίνητρα που ωθούν κάποιον στα άκρα και τις συνέπειες που έχουν οι πράξεις αυτές σε όλους τους εμπλεκόμενους.
Προσπάθησα να δημιουργήσω μια ατμόσφαιρα αγωνίας και μυστηρίου που κρατά τον αναγνώστη σε διαρκή εγρήγορση, με ανατροπές και συνεχείς αποκαλύψεις που τον οδηγούν σε νέα μονοπάτια σκέψης. Θέλω ο αναγνώστης να νιώθει ότι συμμετέχει ενεργά στην εξιχνίαση του εγκλήματος, να προσπαθεί να μπει στο μυαλό του δολοφόνου και να ανακαλύψει την αλήθεια μαζί με τους ήρωες. Θα το χαρακτήριζα και διαδραστικού χαρακτήρα κατά μια άποψη.
Η ιστορία διαδραματίζεται στο ατμοσφαιρικό Λονδίνο. Πώς σας ήρθε η ιδέα να μεταφέρετε την πλοκή εκεί;
Ε.Δ.: Θεωρώ ότι μόνο στην σκοτεινή και ομιχλώδη ατμόσφαιρα του λονδρέζικου χειμώνα θα μπορούσε να αποτυπωθεί όσο το δυνατόν καλύτερα το αίσθημα που ήθελα να μεταφέρω στους αναγνώστες.
Στο βιβλίο σας χρησιμοποιήσατε κάποιες ιδιαίτερες τεχνικές στην αφήγηση. Μιλήστε μας γι' αυτή την απόφασή σας.
Ε.Δ.: Δεν θεωρώ πως ούτε στη μουσική, με την οποία έχω ασχοληθεί τα προηγούμενα χρόνια, αλλά ούτε και στη λογοτεχνία, στην εποχής μας, μπορεί να υπάρξει εύκολα παρθενογένεση. Ωστόσο, πάντα προσπαθώ να συνδυάσω διάφορες τεχνικές ή ιδέες που έχω, με έναν κάπως πιο πρωτότυπο ή, ακόμα καλύτερα, ανατρεπτικό τρόπο. Αν κάτι με κουράζει εύκολα και αποφεύγω, είναι η επανάληψη και τα στερεότυπα.
Προσπάθησα, λοιπόν, τόσο στις «Αιχμές στο σκοτάδι» όσο και στον «Δολοφόνο δίχως ταυτότητα» να δώσω κάτι ιδιαίτερο στον αναγνώστη. Έτσι, πέρα από τους κρυμμένους και φανερούς γρίφους του βιβλίου, ενσωμάτωσα συγκεκριμένες τεχνικές που ήθελα να προσδώσω στο έργο. Για παράδειγμα, στην αρχή όλοι οι χαρακτήρες θεωρούνται ταυτόχρονα ένοχοι και αθώοι· ήθελα να μπούμε βαθιά στην ψυχολογία κάποιων εξ αυτών. Γι' αυτό, εκτός από την τριτοπρόσωπη αφήγηση, υπάρχει και αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο. Επίσης, χρησιμοποίησα γρήγορες και ταυτόχρονες εναλλαγές προσώπων και καταστάσεων σε πραγματικό χρόνο. Κάποιοι αναγνώστες το λάτρεψαν, σε άλλους πάλι δεν άρεσε και τόσο, αλλά αυτό είναι καθαρά υποκειμενικό.
Ο αστυνόμος Γουίλσον και η υπαστυνόμος Χολμς συνειδητοποιούν πως ο χρόνος δεν είναι με το μέρος τους. Χτίζετε αγωνία, κάνοντας τους αναγνώστες να περιμένουν την επόμενη κίνηση, υπάρχει κάτι που σας δυσκόλεψε;
Ε.Δ: Ναι, απόλυτα. Το να κρατήσω την αγωνία ζωντανή και τον αναγνώστη στην «πρίζα» ήταν ίσως η πιο απαιτητική πλευρά της διαδικασίας. Για να είμαι ειλικρινής, ο μεγαλύτερος αντίπαλος δεν ήταν κάποιο αφηγηματικό εμπόδιο, αλλά ο ίδιος ο χρόνος – όχι μόνο για τους ήρωες, τον Γουίλσον και τη Χολμς, αλλά και για μένα όσο έγραφα.
Ήταν δύσκολο να μην χαλαρώσει ο ρυθμός ούτε για μια σελίδα. Ήθελα να υπάρχει αυτή η αίσθηση του «κάτι επείγει» συνεχώς. Έπρεπε να ξεδιπλώνω παράλληλες ιστορίες, να αναπτύσσω χαρακτήρες μέσα στη δράση και ταυτόχρονα να κρατάω το μυστήριο ζωντανό, χωρίς να αποκαλύψω περισσότερα απ' όσα έπρεπε. Ήταν σαν να περπατάω σε τεντωμένο σκοινί – να δίνω πληροφορίες στον αναγνώστη ώστε να νιώθει ότι πλησιάζει, αλλά ποτέ να μην φτάνει τελείως στη λύση. Ήθελα να είναι πάντα μισό βήμα πίσω.
Και ειδικά με τον Γουίλσον και τη Χολμς, ήθελα να νιώθουν εκείνοι πρώτοι την πίεση του χρόνου – να τους εξαντλεί, να τους αγχώνει, αλλά να τους ωθεί κιόλας. Αν το ένιωθαν οι ίδιοι, υπήρχε ελπίδα να το νιώσει και ο αναγνώστης. Αυτό σήμαινε πως έπρεπε να δουλέψω τις σκηνές και τους διαλόγους τους σχεδόν με χειρουργική ακρίβεια. Να κουβαλούν την ένταση, την απόγνωση, αλλά και μια επίμονη θέληση να φτάσουν στο τέλος. Δεν ήταν εύκολο. Αλλά νομίζω, τελικά, άξιζε τον κόπο.
Υπάρχει διάχυτη επιστημονική γνώση στις σελίδες του βιβλίου σας. Κάνατε κάποια έρευνα πριν τη συγγραφή;
Ε.Δ.: Ναι, και μάλιστα πολύ μεγάλη. Ήθελα το έργο να είναι όσο πιο ρεαλιστικό και πειστικό γινόταν. Δεν ήθελα να γράψω κάτι απλώς ωραίο, αλλά κάτι που στέκει, που μπορεί να σταθεί και να πείσει ακόμα και έναν άνθρωπο του χώρου. Για να το πετύχω αυτό, συνεργάστηκα με ιατρικούς επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων – όλοι εξαιρετικοί στον τομέα τους. Με βοήθησαν να κατανοήσω λεπτομέρειες, που δεν θα μπορούσα να φανταστώ μόνος μου, και μου επέτρεψαν να χτίσω μια ιστορία που, παρότι είναι μυθοπλασία, έχει τις ρίζες της βαθιά χωμένες στην πραγματικότητα.
Το βιβλίο τελειώνει με ένα ιδιαίτερο φινάλε. Πώς σας ήρθε η έμπνευση; Φοβηθήκατε κάτι με τούτη την απόφαση;
Ε.Δ.: Όντως, το φινάλε του βιβλίου είναι εντελώς ανατρεπτικό. Θα το χαρακτήριζα σοκαριστικά ανατρεπτικό φινάλε! Ξέρετε, είναι από εκείνα τα βιβλία όπου νομίζεις ότι έχεις βρει τον δολοφόνο και ότι έχεις καταλάβει τι συμβαίνει στην πλοκή και ξαφνικά έρχονται τα τελευταία κεφάλαια και σου ανατρέπουν πλήρως ό,τι είχες διαβάσει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Εκτιμώ πως ακόμα και ο πιο μυημένος αναγνώστης αστυνομικών μυθιστορημάτων δεν θα μπορέσει να μαντέψει το φινάλε του βιβλίου. Όσο για το αν με τρόμαξε, θα απαντούσα πως όχι, καθόλου – ίσα ίσα, το θεωρώ το πιο δυνατό στοιχείο του βιβλίου!
Υπάρχει κάποιο είδος που δεν θα θέλατε να ασχοληθείτε συγγραφικά;
Ε.Δ.: Το προηγούμενο βιβλίο μου ήταν πολιτικό θρίλερ, αυτό είναι ψυχολογικό αστυνομικό θρίλερ. Το επόμενο είναι αισθηματικό ιστορικό δράμα, κάτι που δεν έχει καμία σχέση με τα δύο προηγούμενα είδη και για εμένα ήταν μεγάλη πρόκληση. Είναι και το δράμα και το ιστορικό, πόσο μάλλον το αισθηματικό είδος που, αρχικά, η αλήθεια είναι ότι με φόβιζαν θεωρώντας πως είναι δύσκολα μιας και δεν είχα την αντίστοιχη εμπειρία με τα δύο προηγούμενα. Όμως από ό,τι λένε και όσοι είχαν την ευκαιρία να το διαβάσουν, όχι απλώς δεν υστερεί σε κάτι από τα αντίστοιχα του είδους, αλλά –μάλιστα– από ό,τι μου έχουν μεταφέρει θεωρούν ότι αποτελεί και το καλύτερο βιβλίο μου έως τώρα!
Τι διαβάζει αυτή την εποχή ο Εμμανουήλ Δουκάκος; Ποιο είδος προτιμά γενικά;
Ε.Δ: Η απάντησή μου θα είναι ίσως σοκαριστική για κάποιους. Συνήθως δεν διαβάζω μυθιστορήματα, εκτός αν πρόκειται για έργο κάποιου φίλου συγγραφέα ή εκτός αν εκείνο το διάστημα βρίσκομαι σε συγγραφική έρευνα για κάποιο δικό μου έργο. Όπως, για να γράψω το τελευταίο μου χρειάστηκε να διαβάσω 11 βιβλία, κυρίως ιστορικά, στο πλαίσιο της έρευνας. Κυρίως, λοιπόν, διαβάζω βιβλία αυτοβελτίωσης και επιστημονικής φαντασίας όταν πρόκειται για καθαρά ψυχαγωγικούς λόγους.
Θα θέλατε να μας πείτε το αγαπημένο σας βιβλίο, τραγούδι και ταινία;
Ε.Δ: Το αγαπημένο μου βιβλίο είναι της Αγκάθα Κρίστι «Ο δολοφόνος ΑΒΓ». Ως προς τη μουσική είναι πάρα πολλά, τελευταία όμως μου άρεσε πάρα πολύ από τον Teddy Swims το Bad Dreams. Ταινίες και σειρές είναι αρκετές, ενδεικτικά θα αναφέρω τα Forest Gump, The Matrix, El cuerpo, Contratiempo, Fringe, The blacklist.
Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Ε.Δ.: Το επόμενο συγγραφικό βήμα ήδη το αποκάλυψα. Πρόκειται για ένα εξαιρετικό αισθηματικό ιστορικό δράμα που διαδραματίζεται από το 1929 έως το 2005. Αυτήν τη φορά έχω επιλέξει την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο με εναλλαγές ανάμεσα στους τρεις χαρακτήρες και φυσικά μέσα στον χρόνο. Αυτή την στιγμή κάνω μια ανάπαυλα και πιθανό επόμενο βήμα είναι μια συνεργασία έκπληξη με έναν πολύ καλό φίλο συγγραφέα. Αυτή τη φορά θα επιστρέψουμε και πάλι στο μυστήριο και την αγωνία!
Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω θερμά για την πολύ όμορφη συνέντευξη μας!
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου