Γεωργίου Κονίδη
Ήταν μια ώρα... άλλωστε δεν έχει σημασία τι ώρα ήταν.
Οι ώρες καθορίστηκαν από εμάς και γίναμε όλοι σκλάβοι τους.
Ο κυρίαρχος χρόνος.
Αυτός που όλα τα αλλάζει.
Άκουσα τον χτύπο της καμπάνας τρεις φορές.
Ο ήχος από το σκληρό μέταλλο ακούστηκε γαλήνια· απαλή στην ψυχή μου μια παράξενη, δροσερή μελωδία ξεχύθηκε από το καμπαναριό κάποιας εκκλησίας, ξυπνώντας το διπλανό βουνό, τα μισοκοιμισμένα δέντρα, την κυψέλη από άγριες μέλισσες στην κορφή και ξεψύχησε στα σύννεφα του ουρανού που ήταν σήμερα πυκνά σαν βαμβάκι, αλλά πρόλαβε να μείνει ανεξίτηλη στη μνήμη μου.
Ένας άλλος ήχος ακούστηκε μέσα από αυτόν, μυστικά που παίζουν τα πλήκτρα ενός πιάνου για κάποια μαρτυρικά δευτερόλεπτα, θυμίζοντας μια αγάπη που πέθανε νωρίς, αφήνοντας στην καρδιά ένα μεγάλο δηλητηριώδες μανιτάρι που δεν την αφήνει πλέον να χτυπήσει πιο δυνατά.
Η καμπάνα ξαναχτυπάει, θέλοντας να δώσει τον ήχο που αποζητάμε, που μας θυμίζει κάτι απροσδόκητο, κάτι που παλεύει να μην λησμονηθεί... μια αλήθεια που προσπάθησαν κάποιοι να στραγγαλίσουν και έμεινε μόνο ένας ήχος, που σε κάποιους μπορεί να θυμίζει κάτι παλαιό, γνώριμο, χαμένο στην λήθη, μα ο ήχος επιθυμεί να ζήσει ακόμη, για να θυμίζει σε κάποιους μια αγάπη που πέρασε πριν μπορέσει να ανθίσει.
Copyright © Γεώργιος Κονίδης All rights reserved, 2025
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα της Άρτεμις Χατζηγιαννάκη [Το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία]