Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο –παρακολουθείτε όλα τα είδη– ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθοπλασίες: Έξι τίτλοι των εκδόσεων Ελκυστής * Ασμοδαίος * Ετοιμόρροποι: Αναζητώντας τα μυστικά της σύντηξης * Ο κύριος Σάλβο και η πριγκίπισσα που ταξίδεψε στο φως * Ταξίδι προς την ελευθερία: Αξίζει(;!) * Η εφημερίδα της λέσχης των φαντασμάτων * Άμμος και Λιανή = Αμμουλιανή * Στο Camping: Πυρ, γυνή και θάλασσα ** Διηγήματα: Η ενδεκάτη εντολή * Ακατάσχετη ψυχορραγία ** Ποίηση: Τριθέκτη Ώρα * Οδυσσέας * Ναι, αρνούμαι * Ανθρακωρύχοι ψυχών

Από πού κι ως πού Άρτα;

Γιώργου Ζώτου

Πίνακας Θανάση Λάλα [Εndurance of the heart, metal and plexi glass]

Το 625 π.Χ. ιδρύθηκε η πόλη της Αμβρακίας από κάποιον ή κάποια που (μπορεί και να τον/την έλεγαν) Άμβρακα ή Αμβρακία – δεν θα κολλήσουμε εκεί καθότι έχει πολύ μικρή σημασία.
Η πόλη θέριεψε στην αρχή από τους Μακεδόνες κι έπειτα, το 295 π.Χ., ο Πύρρος την έκανε πρωτεύουσα του Βασιλείου της Ηπείρου.
Φτάσαμε στο 167 π.Χ. όταν οι Ρωμαίοι υπόταξαν την πόλη, την λεηλάτησαν και με το χτίσιμο της Νικόπολης, το 31 π.Χ., η περιοχή εγκαταλείφθηκε.
Πέρασαν χίλια χρόνια ώστε να κάνει την επανεμφάνισή της η πόλη, αυτή τη φορά ως Arta.
Από το λατινικό artus, arta, artum = στενός/ή/ό ή το πιο απίθανο (αλλά φουλ ποιητικό και νοστιμότατο) άρτυμα = καρύκευμα. Εμείς, χατίρι δεν χαλάμε, όλες οι R-τες καλές είναι, ιδίως αυτές που προσθέτουν νοστιμιά!
Με τούτα και με κείνα φτάσαμε στο 1602 όταν χρειάστηκε να χτιστεί ένα γεφύρι στον Άραχθο.
Ένα γιοφύρι ιδιαίτερο, ένα γιοφύρι που...
Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ εγκρεμιζόταν
Για πάμε να εμβαθύνουμε και σε αυτό.


Από πού κι ως πού της Άρτας το γιοφύρι;


Το πιο ξακουστό γεφύρι της Ελλάδας, αυτό της Άρτας, οφείλει πολλά στο ομώνυμο δημοτικό τραγούδι και τον θρύλο που το ακολουθούσε.
Από τότε που η πόλη, ως Αμβρακία, ήταν πρωτεύουσα του βασιλείου της Ηπείρου αλλά και αργότερα, όταν ήρθαν οι Ρωμαίοι στη θέση εκείνη, υπήρχαν κάποιες πρόχειρες κατασκευές για να διασχίζουν τον ποταμό Άραχθο.
Όμως την σημερινή του μορφή την πήρε το 1606 όταν ένας Αρτινός έμπορος, ο Ιωάννης Θιακογιάννης, χρηματοδότησε το έργο για να περνάνε τα μουλάρια του.
Από εδώ και πέρα συνεχίζει ο μύθος:
Πολλοί καλοθελητές έσπευσαν να βάλουν ένα χεράκι, οι περισσότεροι άσχετοι με το αντικείμενο απλώς και μόνο για να βάλουν κανένα φράγκο στη τσέπη ή λίγο ψωμί στην κοιλιά τους.
Σαράντα πέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες
γιοφύρι εθεμέλιωναν στης Άρτας το ποτάμι
Προσθέστε και 1300 (ο Θεός να τους κάνει) χτίστες, που αλλού πατούσαν κι αλλού πελεκούσαν, λογικό ήταν...
Ολημερίς το χτίζανε, το βράδυ εγκρεμιζόταν
Το πρωί όλα μια χαρά, το βράδυ άρχισαν οι μάστορες κάτι να ψυλλιάζονται, σου λέει κάτι πάει στραβά εδώ, τέτοια τάξη, τέτοια αλφαδιά και η δουλειά να μην γίνεται, κάποιος πρέπει να μας μούτζωσε. Κι αφού οι πυθίες ήταν ξεπερασμένες εκείνη την εποχή, πάνω στην ώρα έρχεται ένα πουλάκι λαλίστατο:
Αν δε στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δε στεριώνει
Πάνω που οι 45 μάστορες γλυκοκοίταζαν ένα περαστικό ορφανό, τους έκοψε τη φόρα το πουλί:
και μη στοιχειώσετε ορφανό, μη ξένο, μη διαβάτη,
παρά του πρωτομάστορα την όμορφη γυναίκα
Ο πρωτομάστορας έπεσε να πεθάνει από τη στεναχώρια. Όχι για πολύ, για κάνα δυο ωρίτσες.
Μετά, σου λέει, γυναίκα θα βρω άλλη, γεφύρι πότε θα φτιάξω;
Και λέει στη λατρεμένη του, λυγερόκορμη σύζυγο δήθεν ότι του έπεσε η βέρα στα θεμέλια.
«και ποιος να μπει, και ποιος να βγει, το δαχτυλίδι να 'βρει;»
Καλό χαϊβάνι η λυγερόκορμη, πάει να βρει το δαχτυλίδι, χαμπάρι δεν πήρε για πότε την είχαν σοβατίσει μέχρι τον λαιμό. Μόλις το ψυλλιάστηκε άρχισε τις κατάρες:
Ως τρέμει το καρυόφυλλο, να τρέμει το γιοφύρι,
κι ως πέφτουν τα δεντρόφυλλα, να πέφτουν οι διαβάτες
Άλλο κακό κι αυτό, γλυτώσαμε από τη μία κατάρα θα μας κυνηγάει το φάντασμα της πρωτομαστόραινας τώρα;
Την τελευταία στιγμή, η εντοιχισμένη θυμήθηκε ότι έχει κι έναν αδερφό, κι έτσι, λίγο πριν μπουν και τα σοβαντεπιά, τη γύρισε τη μπιφτέκα:
Αν τρέμουν τ' άγρια βουνά, να τρέμει το γιοφύρι,
κι αν πέφτουν τ' άγρια πουλιά, να πέφτουν οι διαβάτες
τι έχω αδελφό στην ξενιτιά, μη λάχει και περάσει
Κι αφού θυσιάστηκε η γυναίκα του πρωτομάστορα που την εντοιχίσανε οι μάστορες το 1606 η Άρτα απέκτησε το σήμα κατατεθέν της, το ξακουστό γιοφύρι της.

Με την απελευθέρωση της Άρτας το 1881 το γιοφύρι ήταν το σύνορο των ελληνοτουρκικών συνόρων.
Τον Σεπτέμβρη του 1944 αποχωρώντας οι Ναζί αποπειράθηκαν να το ανατινάξουν, όμως για κάποιον άγνωστο λόγο, ίσως και εξαιτίας μιας αντίστροφης κατάρας, το γεφύρι παρέμεινε όρθιο.

Όπως, όμως, είπαμε και πριν Άρτα δεν είναι μόνο το γεφύρι της.
Είναι η αρχαία Αμβρακία και τα ρωμαϊκά ευρήματα, είναι οι απέραντοι πορτοκαλεώνες, είναι οι βυζαντινές εκκλησίες και το κάστρο της και φυσικά –Ήπειρος αφού– οι πίτες, τα τυροκομικά, τα γλυκά του κουταλιού, προβατίνες, κοντοσούβλια, φρυγαδέλια, κοκορέτσια, πο πο μια λιγούρα μ' έπιασε Κυριακάτικα, κλείνω να πάω να τσιμπήσω κάτι.

Φιλάκια!



Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Πρώτη δημοσίευση
Η ευθυμογραφική σειρά του Γιώργου Ζώτου Από πού κι ως πού; δημοσιεύτηκε στο koukidaki.gr κάθε Κυριακή από τις 13 Ιουλίου 2025. Ξεκινήστε από την αρχή.
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Θανάση Λάλα [Εndurance of the heart, metal and plexi glass]