Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο –παρακολουθείτε όλα τα είδη– ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθοπλασίες: Έξι τίτλοι των εκδόσεων Ελκυστής * Ασμοδαίος * Ετοιμόρροποι: Αναζητώντας τα μυστικά της σύντηξης * Ο κύριος Σάλβο και η πριγκίπισσα που ταξίδεψε στο φως * Ταξίδι προς την ελευθερία: Αξίζει(;!) * Η εφημερίδα της λέσχης των φαντασμάτων * Άμμος και Λιανή = Αμμουλιανή * Στο Camping: Πυρ, γυνή και θάλασσα * Η ενδεκάτη εντολή * Ακατάσχετη ψυχορραγία ** Ποίηση: Τριθέκτη Ώρα * Οδυσσέας * Ναι, αρνούμαι * Ανθρακωρύχοι ψυχών

Οι αγροτικές ηθογραφίες του μεγάλου ρεαλιστή ζωγράφου Μιλέ

Μιλέ [Φθινόπωρο]

Ο Ζαν Φρανσουά Μιλέ [Jean-François Millet] γεννήθηκε στο αγροτικό χωριό Γκρουσί της Νορμανδίας το 1814. Οι ιερείς του χωριού του καθοδήγησαν τη διαπαιδαγώγησή του, διδάχθηκε λατινικά ενώ μελέτησε σημαντικούς συγγραφείς. Βοηθούσε τον πατέρα του στις αγροτικές εργασίες και εξοικειώθηκε με όλες τις φάσεις της αγροτικής ζωής. Έμαθε να αλωνίζει, να λιχνίζει, να οργώνει, να σπέρνει. Όλα αυτά ήταν τα βασικά βιωματικά μοτίβα που χαρακτήρισαν αργότερα τις ρεαλιστικές συνθέσεις του. Το 1833 ο πατέρας του τον έστειλε στο Χερβούργο για να σπουδάσει την προσωπογραφική τέχνη, ενώ με το επίδομα που του παρείχαν κάποιοι ζωγράφοι που είχαν διακρίνει το ταλέντο του μετακόμισε το 1837 στο Παρίσι. Σπούδασε στην École des beaux-arts με δάσκαλο τον Πολ Ντελαρός. Ένας πίνακας του έγινε δεκτός στο Παρισινό Σαλόνι του 1840. Παντρεύτηκε, αλλά η πρώτη γυναίκα του πέθανε από φυματίωση στο Παρίσι και ο Μιλέ επέστρεψε στο Χερβούργο για να ξεκινήσει καριέρα ως προσωπογράφος, που ήταν οικονομικά αποδοτικό. Παντρεύτηκε δεύτερη φορά στη Χάβρη την Κατρίν Λεμέρ, με την οποία απέκτησαν εννέα παιδιά. Στη Χάβρη ζωγράφισε πορτρέτα και προσωπογραφικές μινιατούρες.

Μιλέ [Φάρμα τον χειμώνα]

Στο Παρίσι ξαναγύρισε στα μέσα της δεκαετίας του 1840 και συνδέθηκε με τους ζωγράφους Τεοντόρ Ρουσό και Ονορέ Ντομιέ. Εκεί η γαλλική κυβέρνηση αγόρασε την σύνθεση του με τον Λιχνιστή και του είχε παραγγείλει το έργο του Θεριστές. Το έργο του Βοσκοπούλα στην άκρη του δάσους, μια μικρών διαστάσεων ελαιογραφία, που σηματοδότησε μια στροφή από τα εξιδανικευμένα ποιμενικά θέματα σε μια πιο ρεαλιστική και προσωπική αισθητική προσέγγιση, εκτέθηκε στο Σαλόν του 1848. Όμως το έργο απαξιώθηκε τόσο από τους κριτικούς τέχνης όσο και από το κοινό. Ο πίνακας μετά την έκθεση δεν ξαναφάνηκε και πολλοί πίστεψαν ότι ο Μιλέ τον είχε καταστρέψει.

Μιλέ [Ο σπορέας]

Το 1849 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Μπαρμπιζόν. Έναν χρόνο αργότερα εξέθεσε στο Σαλόν τον Σπορέα. Το έργο εκθειάζει την χαρακτηριστική χειρονομία του αγρότη, συνδέεται με το ομότιτλο ποίημα του Βικτόρ Ουγκό, που γράφτηκε την ίδια περίοδο, με τους δύο κορυφαίους δημιουργούς να ενδιαφέρονται για τον αγροτικό κόσμο και τις συνθήκες διαβίωσης των αγροτών, τη ζωή των ταπεινών εργατών και την πανδαισία της φύσης. Θέματα που διερεύνησαν και οι δύο με διαφορετικά καλλιτεχνικά μέσα ενώ μοιράζονταν ένα κοινό καλλιτεχνικό νήμα, κληροδοτώντας μας όψεις της εντιμότητας όσων καλλιεργούν τη γη και ζωτικές αναπαραστάσεις της ικανότητας του ανθρώπινου πνεύματος για ανθεκτικότητα στους διαρκείς κύκλους της ζωής και της αναγέννησης που αντικατοπτρίζονται ρεαλιστικά με τον καθημερινό μόχθο. Στους πίνακές του, ο Μιλέ, εξυμνεί τους θεριστές, τις γαλατούδες και τους εργάτες της φάρμας, υποστηρίζοντας ότι η ομορφιά του τοπίου πρέπει να ιδωθεί μαζί με αυτούς που δουλεύουν τη γη.

Μιλέ [Σταχομαζώχτρες]

Η αφοσίωσή του σε αυτή τη θεματογραφία περιλαμβάνει την μεγάλη εμβληματική σύνθεση του τις Σταχομαζώχτρες. Ενώ ο Μιλέ περπατούσε στα χωράφια γύρω από το Μπαρμπιζόν, ασχολήθηκε με ένα θέμα για επτά χρόνια, την σταχυολόγηση, το αιώνιο δικαίωμα των φτωχών γυναικών και παιδιών να συλλέγουν τα απομεινάρια των σιτηρών που υπήρχαν στα χωράφια μετά την συγκομιδή. Θεώρησε το θέμα διαχρονικό, συνδεδεμένο με μερικές αναφορές από την Παλαιά Διαθήκη. Το 1857 υπέβαλε τον πίνακα Σταχομαζώχτρες στο Σαλόν, που παρουσιάστηκε σε ένα αρνητικά διακείμενο φιλότεχνο κοινό.

Μιλέ [Απογευματινή ξεκούραση]

Για τρία χρόνια δούλευε τον πίνακα Θεριστές που αναπαύονται, τον οποίο θεωρούσε το σημαντικότερό του και με τον οποίο ήθελε ενσυνείδητα να συναγωνιστεί τους κλασικούς «ήρωες» του Μιχαήλ Άγγελου και του Νικολά Πουσέν. Ήταν ο πίνακας που σηματοδοτούσε τη μετάβασή του από την αναπαράσταση συμβολικών εικόνων της αγροτικής ζωής σε αυτήν των σύγχρονων κοινωνικών συνθηκών. Ο πίνακας αυτός του χάρισε επίσημη αναγνώριση.

Μιλέ [Μετά τη δουλειά]

Στα μέσα της δεκαετίας του 1850, ο Μιλέ, φιλοτέχνησε έναν μικρό αριθμό χαρακτικών με αγροτικά θέματα, όπως τα Άντρας με καρότσι και Γυναίκα που γνέθει. Αργότερα, ο Μιλέ ζωγράφισε τον Άγγελο, μια παραγγελία από έναν Αμερικανό συλλέκτη έργων τέχνης με έδρα την Βοστόνη. Ο Μιλέ άλλαξε τον αρχικό τίτλο του έργου, Προσευχή για την σοδειά της πατάτας, σε Άγγελος, όταν ο αγοραστής δεν κατάφερε να το πάρει στην κατοχή του το 1859. Ο πίνακας εκτέθηκε πρώτη φορά στο κοινό το 1865 και άλλαξε χέρια αρκετές φορές. Αυτό το περιστατικό των μεταπωλήσεων, με την οικονομική διαφορά μεταξύ της μεγάλης εμπορικής αξίας του πίνακα και της ισχνής περιουσίας της οικογένειας του Μιλέ, έδωσε μια σημαντική ώθηση στην θέσπιση του droit de suite, που προοριζόταν να αποζημιώνει τους καλλιτέχνες ή τους κληρονόμους τους όταν τα έργα μεταπωλούνταν.

Ο Μιλέ δούλεψε τη δεκαετία του 1860 παραγγελίες έργων για χορηγούς, κύρια ελαιογραφίες και παστέλ, με τη φήμη και την επιτυχία του να αυξάνονται σταθερά. Το 1870, εκλέχτηκε στην κριτική επιτροπή του παρισινού Σαλόν. Για να αποφύγει τον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο μετακόμισαν οικογενειακώς στο Γκρεβίλ και δεν επέστρεψαν στο Μπαρμπιζόν μέχρι τα τέλη του 1871. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του υπέφερε από ρευματοειδείς πυρετούς, με κρίσεις παραληρήματος και καθολική αποδυνάμωση. Απεβίωσε το 1875.

Μιλέ [Νεογέννητο, 1866]

Ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ υπήρξε μεγάλος θαυμαστής του, ειδικά του έργου του Ο σπορέας. Αν και δεν είδε ποτέ τον αυθεντικό πίνακα του Μιλέ, είχε ένα αντίγραφο και το αντέγραφε. Αργότερα ενσωμάτωσε το μοτίβο σε έργα του, ζωγραφίζοντας έναν αγρότη να σπέρνει, με ένα σμήνος πουλιά να τον ακολουθεί και έναν ήλιο που δύει στο βάθος. Σε επιστολή του προς στον αδελφό του Τεό, το 1884, επισήμανε: «Για μένα, ο Μιλέ είναι αυτός ο γνήσιος σύγχρονος ζωγράφος που άνοιξε τον ορίζοντα σε πολλούς.».

Το 2025 διοργανώθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου επετειακή έκθεση αφιερωμένη στο έργο του Ζαν Φρανσουά Μιλέ, με αφορμή την επέτειο των 150 χρόνων από τον θάνατό του. Η έκθεση παρουσίασε σημαντικούς πίνακες και ενδεικτικά σχέδιά του προερχόμενα από δημόσιες βρετανικές συλλογές. Ο Μιλέ αντιστάθηκε έμπρακτα στο δόγμα «Η τέχνη για την τέχνη» και μπορεί να θεωρηθεί ως ένας αυθεντικός πρόδρομος του πρώιμου σοσιαλιστικού ρεαλισμού.



Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Το κείμενο πρωτοδημοσιεύθηκε στο ένθετο Art and Business της εφημερίδας Αξία.
Οι συνοδευτικές εικόνες έργων του Μιλέ ανήκουν στον συντάκτη.