Αν κοιτάξει κάνεις προς τα πίσω, θα δει πολλά έργα από το ελληνικό και το παγκόσμιο δραματολόγιο, που γνώρισαν –και κάποια από αυτά εξακολουθούν να γνωρίζουν– μεγάλη επιτυχία, σε πολλές σκηνές του κόσμου. Κάποια από αυτά στηρίχθηκαν στη δυνατή πλοκή, κάποια άλλα πιο πολύ στους ήρωές τους και στα μικρά πράγματα που ωθούσαν την πλοκή, χωρίς να χαθεί το ενδιαφέρον, αλλά να μένει αμείωτο.
Στα έργα του Τσέχωφ το παρατηρεί αυτό κανείς με μεγάλη ευκολία. Οι τσεχωφικοί ήρωες είναι πολύ αγαπητοί, όχι μόνο για το κοινό άλλα και για όλους όσοι καταπιάνονται με το ανέβασμα των έργων του Τσέχωφ (ηθοποιοί, σκηνοθέτες κ.α.). Ήρωες απλοί, καθημερινοί, αναγνωρίσιμοι, που παλεύουν με έρωτες, που πονάνε από τη μοναξιά τους και που θέλουν να ξεφύγουν από αυτήν, που νιώθουν την απέραντη θλίψη και απόρριψη, που σκοπός τους είναι να φύγουν από την πλήξη που τους προκαλεί η σχεδόν στάσιμη ζωή τους. Κάνοντας τις παραπάνω σύντομες αναλύσεις, ίσως να δίνεται ένα παράδειγμα γιατί τα έργα αυτά, που δεν έχουν διάχυτο το στοιχείο της εξωτερικής σύγκρουσης, ούτε οι καταστάσεις που βιώνουν οι ήρωες είναι σε αυξανόμενη ένταση, καταφέρνουν να κερδίσουν το θεατρόφιλο κοινό, όπως επίσης και τους αναγνώστες. Άλλωστε σε εμάς εδώ, αλλά και σε πολλές ξένες χώρες, τα έργα του Τσέχωφ είναι πολύ προσφιλή και το κοινό πάντα ανταποκρίνεται.
Εννοείται ότι και στην Ρωσία συμβαίνει το ίδιο, αφού αποτελεί χαρά τους το γεγονός ότι ο σπουδαίος δραματουργός είναι Ρώσος. Τα συναισθήματα των ηρώων του, έχουν να κάνουν με τη φυγή της ψυχής τους και των ερωτών τους. Εγώ στην ερώτηση, γιατί τα έργα αυτά έχουν απασχολήσει και εξακολουθούν να απασχολούν και να επηρεάζουν τόσες γενιές ανά τον κόσμο, έχω να δώσω την απάντηση ότι ο Τσέχωφ σκάλιζε επάνω στις ψυχές των ηρώων του, ξυπνώντας σε αυτούς την αγάπη και την ανάγκη για έναν καλύτερο κόσμο. Του εσωτερικού τους κόσμου. Με τα μικρά και τα μεγάλα συναισθήματα. Εκεί κρύβεται η επιτυχία του κορυφαίου Ρώσου δραματουργού. Όχι τόσο στις συγκρούσεις των ηρώων του, αλλά στις επιθυμίες τους.
Ο κόσμος του Άντον Τσέχωφ είναι πολύτιμος, γιατί αυτός ο κόσμος ανήκει στην ψυχή. Έχουν αλλάξει πολλά πράγματα στις ζωές των ανθρώπων από τότε ίσαμε τώρα, όμως κάποια στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης παραμένουν αναλλοίωτα στον χρόνο. Και το ότι δεν αλλάζουν, πάει να πει ότι είναι παντοτινά και γνήσια, γιατί η εσωτερική σύγκρουση του ατόμου με τα όνειρά του και τις επιθυμίες του είναι ένα προϊόν αιώνιο και αμετάβλητο.
Κι άλλοι όμως θεατρικοί συγγραφείς σε αυτό το κλίμα έγραψαν έργα, χωρίς να αντιγράψουν τον Τσέχωφ αλλά έχοντάς τον ως ένα απαράμιλλο παράδειγμα απλότητας και αποτύπωσης της ψυχής. Παραδείγματος χάριν, ο Μάξιμ Γκόρκι. Ένας ακόμα μεγάλος της Ρωσίας αλλά και του παγκόσμιου θεάτρου. Στην Ελλάδα παρουσιάστηκαν έργα του Γκόρκι από σημαντικούς ηθοποιούς και σκηνοθέτες. Κάποια από αυτά τα έργα είναι: Οι τελευταίοι, Οι μικροαστοί, Οι εχθροί, Στον βυθό κ.α.
Ένα ακόμα θεατρικό έργο, που παίχτηκε κάποιες φορές στη χώρα μας και που η υπόθεσή του είναι το ίδιο απλή και έχει να κάνει με δύο ηλικιωμένες αδελφές, είναι το αριστούργημά Οι φάλαινες του Αυγούστου του Ντέιβιντ Μπέρι.
Η επιτυχία πολλών θεατρικών έργων στην ιστορία του ελληνικού αλλά και του παγκόσμιου ρεπερτορίου δεν έχει πάντα σχέση με τις συγκρούσεις των χαρακτήρων άλλα με την ψυχοσύνθεσή τους – χωρίς βέβαια να απουσιάζει η σύγκρουση. Οι περισσότεροι ήρωες αυτών των έργων έχουν τη δυνατότητα και κερδίζουν γρήγορα την συμπάθεια των θεατών. Πολλές φορές ένα θέμα, που φαίνεται μικρό για να αποτελέσει τον άξονα ενός θεατρικού έργου, μπορεί με την πετυχημένη ανάπτυξη των χαρακτήρων αλλά και με την αλήθεια με την οποία θα ντύσει ο συγγραφέας τους ήρωές του, να γίνει ένα έργο που να γνωρίσει την απήχηση και την αποδοχή από το κοινό.
Μέσα σε όλα αυτά τα έργα, έρχεται να προστεθεί ένα ακόμα. Από Ρώσο συγγραφέα και αυτό. Είναι το μόνο έργο που έγραψε για το θέατρο και γνώρισε την επιτυχία, αν και, ίσως, να μην είναι τόσο κοντά στην εποχή μας, σε σχέση με τα άλλα. Επρόκειτο για το έργο του Ιβάν Τουργκένιεφ Ένας μήνας στην εξοχή. Ο συγγραφέας του, στην αρχή, του είχε δώσει τον τίτλο Ο φοιτητής, ενώ αργότερα, που το δημοσίευσε, του έδωσε τον τίτλο Δύο γυναίκες. Όταν ανέβηκε όμως στην σκηνή για πρώτη φορά, το 1872, του έδωσε τον τίτλο που έχει σήμερα. Κινείται, και αυτό το έργο, στην αισθητική των προηγούμενων.
Δεν ξέρω αν έχει σχέση το γεγονός ότι οι τρεις από τους τέσσερις συγγραφείς (Άντον Τσέχωφ, Μαξίμ Γκόρκι, Ιβάν Τουργκένιεφ) ήταν Ρώσοι ή αν η δραματουργία τους δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον τόπο καταγωγής τους άλλα με τους άρτια δομημένους χαρακτήρες τους.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από το ετήσιο περιοδικό Θέατρο του Θεόδωρου Κρίτα καθώς επίσης και από το περιοδικό Θέατρο του Κώστα Νίτσου.