Τον Γιώργο Καριώτη τον γνωρίσαμε μέσα από την ποιητική του διαβάζοντας τις συλλογές Χιονισμένος μαυροπίνακας, Άνυδρη θάλασσα, Ευτελή τιμαλφή, Άπροικα χαλκώματα και όσοι διαβάζουμε koukidaki.gr μέσα από τις αρθρογραφίες, κριτικογραφίες, εμπειρίες του και ό,τι άλλο έχει καταθέσει όπως και μέσα από τις εκεί λογοτεχνικές του αναζητήσεις και εκφράσεις.
Κατά τη δική μου άποψη, πρόκειται για έναν αυθεντικό δημιουργό, που περνάει σε δράση όταν έχει κάτι να πει, όταν κάτι/κάποιος του κάνει το μαγικό κλικ, χωρίς ταμπού, νόρμες, προσποιήσεις ή επιτηδεύσεις… πηγαίος και χειμαρρώδης, γράφει όπως βιώνει και γράφει πάντα με αισιοδοξία, με χαρά και με χιούμορ… δεν επιτρέπει στο γκρίζο να εισχωρήσει στην εργογραφία του, δεν θα βρούμε τίποτα σκοτεινό, μελαγχολικό ή θλιμμένο. Τα προβλήματα, οι σκέψεις, οι διερωτήσεις, τα εναύσματα που πυροδοτούν τον συγγραφέα και τον ποιητή μέσα του αποτυπώνονται από την ευχάριστη όψη τους.
Η γραφή του είναι όπως όταν έχει περάσει καιρός από ένα πρόβλημα, το έχεις αφήσει πίσω, έχεις απεγκλωβιστεί από το ίδιο και από τις επιπτώσεις του, έχουν επουλωθεί τα τραύματα και μπορείς να το κοιτάζεις πια με ανάλαφρη καρδιά και να το διακωμωδείς. Έτσι γράφει. Αφήνει πίσω του το όποιο βάρος και ξεδιπλώνει με χιούμορ το ζήτημα επιτρέποντας μόνο στον τραγέλαφο να έχει κάποιον λόγο στο στιλ του και σατιρίζοντας –κάποιες φορές– τα τεκταινόμενα, προσθέτοντας λεπτή ειρωνεία κάποιες άλλες –κατά το δοκούν– μα έχοντας την πιο ανάλαφρη διάθεση. Δεν επιθυμεί να βαρύνει τον αναγνώστη του· το αντίθετο, προσδοκά στο χαμόγελό του. Επιπλέον, δεν έχει στόμφο, ούτε έπαρση ούτε και αναλώνεται σε επιτηδεύσεις χάριν εντυπώσεων. Εξού και προείπα ότι πρόκειται για αυθεντικό δημιουργό – κάποιες φορές δε σε σημείο παρεξηγήσεως! Μέσα σε αυτό το συγγραφικό πλαίσιο αξίζει να σημειωθεί ο αυτοσαρκαστικός χαρακτήρας που βλέπουμε σε όλα τα έργα του ενώ ποτέ δεν εξαιρεί εαυτόν όταν αναφέρεται στα κακώς κείμενα της εποχής, της κοινωνίας, της καθημερινότητας. Δεν είναι υπερβολική η τελευταία τοποθέτηση. Είναι γεγονός πως ό,τι και να γράψει, έχει τη χροιά της μαρτυρίας. Είτε στο πει με λέξεις είτε το υπονοήσει είτε τίποτα απολύτως, «βλέπεις» ανάμεσα στις αράδες ότι εμπλέκεται προσωπικά, ότι έχει βιώσει τη συνθήκη.
Έτσι λοιπόν, πάντα αποτυπώνει/«κρατάει» ένα μικρό μέγεθος για τον ίδιο, για τον εαυτό του δηλαδή ή τον ήρωα που ενσαρκώνει στις λέξεις/με λέξεις, πάντα ψάχνει τη γνώση, τη σοφία… λατρεύει τη φιλοσοφία, την επιστήμη… εργάζεται όπως το μυρμήγκι αγόγγυστα [τραγουδά και διασκεδάζει όπως ένας τζίτζικας· αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία], κάνει χιούμορ [ναι, συνέχεια] με αιτία, παραμένει ταπεινός, γήινος και γειωμένος, τέλεια ισορροπημένος ακόμα και στις τρέλες του, οικείος, δοτικός, απελευθερωμένος από φόρμες και «πρέπει» και αφημένος στη δημιουργική του φύση να τον παίρνει από το χέρι και να τον οδηγεί.
Ως άνθρωπο θα τον χαρακτήριζα με τη φράση: ο σοβαρός ποιητής που κάνει χιούμορ [με την ευρεία έννοια, δηλαδή εκείνος που ποιεί], είναι ασταμάτητος και αγαπά τις γάτες. Πώς μπήκαν, τώρα, οι γάτες στην κουβέντα; Έχουν κι αυτές τη θέση τους στη νέα συλλογή όπως θα δούμε παρακάτω όπως είχαν και σε άλλα του βιβλία και άρθρα του. Σχετικά με τα άρθρα, έχουμε δημοσιεύσει ένα: Τα γατιά στον λόγο, την εικόνα και τη μουσική με υπότιτλο: Μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης όπου μιλάει για άλλους [καλλιτέχνες, δημιουργούς, λαούς κ.ο.κ.] που μαγεύτηκαν, σαγηνεύτηκαν από αυτά τα πλάσματα, μελέτησαν ή και θεοποίησαν(!) τη γάτα· όμως μέσα σε αυτούς περιλαμβάνεται και ο ίδιος.
Για να μην πλατειάζω.. το νέο βιβλίο του Γιώργου Καριώτη είναι συλλογή πεζογραφημάτων που χαρακτηρίζονται –από το εξώφυλλο– ως αφηγήματα. Πολλές φορές έχω διαφωνήσει με εξώφυλλα βιβλίων· εδώ όμως πρόκειται για τον απόλυτο χαρακτηρισμό. Το διήγημα θα ήταν λάθος γιατί μόνο ως προς την έκταση συμφωνεί με τα περιεχόμενα ενώ αφορά τριτοπρόσωπο μυθοπλαστικό έργο κι εμείς έχουμε πρωτοπρόσωπες μαρτυρίες, άρα αφηγήσεις.
Ο συγγραφέας πραγματεύεται θέσεις και θέματα πάνω στο τρίπτυχο πατρίδα, θρησκεία, οικογένεια με το οποίο γαλουγήθηκαν πολλές γενιές Ελλήνων [και ακόμα κάποιες οικογένειες, σε κάποια μέρη]. Μην νομίσετε ότι μελετάει κάτι, ότι μελετά κάτι [υπό την επιστημονική έννοια, που θα είχε μία μελέτη], ότι επιχειρηματολογεί ή αναλύει… Δεν εξηγεί καν! Δεν μαθητεύει, ούτε δασκαλεύει, δεν εστιάζει κοινωνικοπολιτικά, πολιτισμικά, αξιακά… Δεν γράφει δοκίμια/δοκιμιακά. Το σχόλιό του, το όποιο σχόλιο επιθυμεί ή θέλει δεν θέλει αφήνει κάθε φορά είναι «γραμμένο» υποδόρια, δεν σημειώνεται με λέξεις, υπονοείται από τα συμφραζόμενα.
Διαβάζεις και περνάς καλά με τις ιστορήσεις [αυτό είναι το πρώτο επίπεδο, το προφανές] και σε δεύτερο χρόνο αναγνωρίζεις τις παθογένειες και τις ηθογραφίες [βλέπεις πού είναι το κοινωνικό θέμα, το πρόβλημα, το κουσούρι κ.ο.κ.]. Ε, μοιραία τότε συγκρίνεις με δικές σου εμπειρίες και συμβάντα, γιατί όλοι μας στο ίδιο καζάνι βράζουμε, οι συνθήκες είναι αναγνωρίσιμες, οι πρωταγωνιστές επίσης, οπότε σκάει αβίαστα το χαμόγελο και περνάς καλύτερα επειδή είσαι μέτοχος των ίδιων καταστάσεων ή παρόμοιων [αλλά καταλαβαίνεις πολύ καλά τι συμβαίνει στον γράφοντα]· στο τέλος τέλος, βρίσκεις κάποιον σαν εσένα, σύμμαχο ή συμπάσχων.
Χοντρικά, το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη: στις Εννέα διαβολικές περικοπές ή στο Περί θρησκείας, στη Χωριάτικη σαλάτα ή Περί πατρίδας και στους Αντιστικτικούς κατοπτρισμούς ή Περί οικογένειας όπου κάθε μία περιέχει έναν αριθμό αφηγημάτων σε συνάρτηση με το θέμα της και όλες μαζί δομούν την Πεζοπορία στις νεφέλες, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Φίλντισι.
Όπως ήδη αναφέρθηκε, η διάθεση είναι ευθυμογραφική με λεπτή ειρωνεία και υποδόριο σχολιασμό· τόσο όσο. Ο αφηγητής είναι άχρονος και διαχρονικός, παλιός όσο η εποχή του και σύγχρονος όσο η δική μας. Τι εννοώ; Πολλές ιστορίες έρχονται από το παρελθόν όμως δίνονται με σύγχρονη ματιά, υπό το πρίσμα του παρόντα χρόνου. Παράλληλα, ο Καριώτης βγάζει μπροστά ό,τι βρίσκεται στο πίσω μέρος του κεφαλιού μας, αυτό που έχουμε σκεφτεί/σκεφτόμαστε και ενδέχεται να μην έχουμε εκφράσει/εξωτερικεύσει.
Αναλυτικά, οι Εννέα διαβολικές περικοπές, με δύο λόγια, αφορούν ιστορίες από την Καινή Διαθήκη με το βλέμμα του συγγραφέα, άχρονη τοποθέτηση και σύγχρονη γλώσσα. Ή πώς θα γράφονταν ή μεταφέρονταν σήμερα οι καταστάσεις και οι στιχομυθίες ή πώς θα γίνονταν σήμερα τα περιστατικά… Και, η αλήθεια να λέγεται, λίγοι έχουν φανταστεί ή επιχειρήσει κάτι τέτοιο, δηλαδή να φέρουν τα περιστατικά αυτά στο σήμερα. Παράλληλα, οι διάσημοι χαρακτήρες [αν τους πούμε έτσι] δεν χρειάζονται συστάσεις για να τους καταλάβουμε εξού και δεν γίνονται συστάσεις! Να το πω αλλιώς: ο Καριώτης γράφει μια ιστορία, εμβολίζοντας και διαλογικά μέρη, χωρίς να ονοματοδοτεί ή να περιγράφει τα πρόσωπα αλλά εμείς έχουμε όλες τις πληροφορίες ήδη διαθέσιμες.
Ενδεικτικά αποσπάσματα από αυτό το μέρος του βιβλίου όπως τα είχαμε δημοσιεύσει στο koukidaki
Σε αυτό το μέρος περιέχονται αφηγήματα που αφορούν γνωστά εδάφια όπως ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου και ο γάμος στην Κανά, θαύματα του Χριστού… περικοπές των Ευαγγελίων όμως, ταυτόχρονα, δεν είναι τίποτα από όλα αυτά γιατί, όπως εξηγήσαμε, οι ήρωες είναι σύγχρονοι και αντικατοπτρίζουν, τρόπον τινά, τον αντίκτυπο των γραφών στο τώρα. Η χιουμοριστική χροιά υπερισχύει παντού. Το πνεύμα επίσης. Όμως και άλλες υφές, όπως ο γέλωτας και η απορία υποβόσκουν συνέχεια δομώντας όλα μαζί, εν τέλει, ένα διασκεδαστικό σύνολο. Ο Καριώτης διασκεδάζει, και εμάς μαζί του.
Στη Χωριάτικη σαλάτα το πιο εμβληματικό πιάτο της ελληνικής κουζίνας, το πιο κοινό σε όλη την επικράτεια [και έξω από αυτήν] καλείται να προβάλλει αυτό που υπονοεί μεταφορικά μια σαλάτα, τον αχταρμά λαϊκιστί μαζί με τα κουσούρια μας [για εμάς μιλάει, μην υποκρινόμαστε ότι μιλάει για άλλους] και για να το επιτύχει αυτό πιο εύγλωττα χρησιμοποιεί λαϊκή γλώσσα στο πιο λιτό της ιδίωμα με την αργκό και τις ντοπιολαλιές της όπου είναι αναγκαίο.
Σε αυτό το μέρος της συλλογής υπάρχει μία εξαίρεση, μία ιστορία, η Σκόρπιες σελίδες από ένα ημερολόγιο, όπου αφηγήτρια είναι μία γάτα. Ο συγγραφέας μετουσιώθηκε σε γάτα ή της παρέδωσε τη γραφίδα και την άφησε να μας μιλήσει για να δούμε τον κόσμο μέσα από τη δική της ματιά. Όμως, η Σάφρον, δεν είναι μία τυχαία ή μία φανταστική γάτα. Είναι η δική του γάτα, μια πραγματική οντότητα και το πόνημα στοχεύει στην ψυχαγωγία μας όσο και στο να μας κατατοπίσει σχετικά με τη φιλοζωία.
Και τι –άλλο– δεν περνάει μπροστά από τα μάτια μας! Πεινασμένες αλεπούδες, χαρτοπαίγνια, κους κους, ταβερνάκια με μπίρες, ούζα, μεζέδες, μαστόρια/μάστορες, έμποροι, επισκευές, διχογνωμίες, καταστροφικά βράδια, παρέες, ένας παπάς, μια μοδίστρα, θάλασσες και βουνά… όλη η ελληνική επαρχία αντιπροσωπεύεται/εκπροσωπείται στο βιβλίο.
Αυτό το μέρος του βιβλίου κλείνει με τη δωδέκατη συνταγή, δηλαδή με τα Διαβολομαζώματα ανεμοσκορπίσματα το πιο αγαπημένο μου αφήγημα από ολόκληρη τη συλλογή και το πιο εκτενές.
Σε αυτό και στο επόμενο μέρος, οι συνθήκες είναι απλές, δεν είναι απαραίτητο να συμβαίνει κάτι μεγάλο, σπουδαίο, κοσμοϊστορικό. Η πρόθεση είναι να ξεπροβάλλουν οι παθογένειες, δηλαδή το ξεμπρόστιασμα, και η διασκέδασή μας.
Ο Γιώργος Καριώτης είναι ο ήρωας των αφηγήσεών του ή εμπλέκεται άμεσα και τα ίδια τα έργα του είναι ο τρόπος που έχει ν’ αντιμετωπίζει τον κόσμο, την καθημερινότητα, τις δυσκολίες, τις αναποδίες της… Είναι το βλέμμα του όταν στρέφεται προς τις αναμνήσεις, τις μνήμες του, προς ό,τι τον ταλαιπώρησε, του στοίχησε, τον δοκίμασε… κι εμάς μαζί, γιατί είμαστε όλοι μαζί σε αυτό. Σκοπός του είναι να παρουσιάσει μια ηθογραφία χωρίς χρονικό περιορισμό ή σαφή τοπικιστικά όρια, που να μας συμπεριέχει και να μας αφορά όλους, περιέχοντας και τον στοχασμό του σχετικά με τα τεκταινόμενα [πάντα ανάμεσα στις αράδες] και με πρόθεση να μας ψυχαγωγήσει. Ο ίδιος είναι σε θέση να κάνει πλάκα με αυτά τα παθήματα γιατί, μάλλον, έχει ξεπεράσει τα ψυχοφθόρα συναισθήματα [νεύρα, άγχος…] ή τα έχει απομονώσει κρατώντας άλλα στοιχεία όπως την περιέργεια [μιας γάτας(;)], την προσπάθεια [επίλυσης θεμάτων ή εύρεσης διεξόδου], την καλή διάθεση [ακόμα κι όταν τον εκμεταλλεύονται ή πέφτει θύμα ενός κατεργάρη] κ.ο.κ.
Ενδεικτικά αφηγήματα της συλλογής όπως τα είχαμε δημοσιεύσει στο koukidaki
Πάντως, το μισό βιβλίο αφορά στο τρίτο μέρος της συλλογής Αντιστικτικοί κατοπτρισμοί ή Περί οικογένειας.
Ποια θέματα θα συναντήσουμε; Πού θα περιηγηθούμε; Δικαιοσύνη και νομική, συγκοινωνίες [μετρό, ηλεκτρικός και λεωφορείο], νησιά και ταξίδια, σπουδές, Εκκλησία, κλήρος και πίστη, θαύματα, υγεία, φιλίες και έρωτες, εκπαίδευση, οικογένεια, βόλτες και διακοπές, γνωριμίες, νοοτροπίες… Είναι κατανοητό πως ό,τι συναντήσαμε ως εδώ μαζί με πολλά άλλα καινούργια πράγματα, όλα μαζί χτίζουν το τρίτο μέρος του βιβλίου με την αγία οικογένεια να πρωτοστατεί [και δεν εννοώ μόνο το ομότιτλο αφήγημα που θα βρείτε μέσα].
Εν κατακλείδι, το βιβλίο προσφέρεται προς τέρψιν αλλά και προς στοχασμό – αν θέλουμε. Μας κάνει να περνάμε καλά αλλά και μας προβληματίζει ενώ σε όλα σχεδόν τα θέματα μπορούμε να ταυτιστούμε ή, στη χειρότερη, έχουμε μια γνωστή μας ανάλογη εμπειρία, κάτι που ακούσαμε ή είδαμε στον διπλανό μας, οπότε εύκολα παρακολουθούμε οτιδήποτε αναφέρεται εντός. Ίσως, ένα μέρος του αντίκτυπου που έχει η ανάγνωση του πονήματος αφορά αυτήν ακριβώς τη συνθήκη.
Όπως και να 'χει, ο Καριώτης ζει την ελληνική πραγματικότητα όπως ακριβώς τη βιώνουμε κι εμείς, οπότε το περιβάλλον είναι τόσο οικείο που, σε κάθε περίπτωση, έχεις να «σταθείς».
Από το κείμενο της πρώτης κεντρικής παρουσίασης του βιβλίου στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2025.
Διεκδικήστε το!
Ο Γιώργος Καριώτης προσφέρει το βιβλίο του σε έναν τυχερό αναγνώστη. Συμμετοχή στην κλήρωση, που θα γίνει μετά τις 15 Μαρτίου 2026, σημαίνει αποδοχή των όρων οπότε διαβάστε τους όρους και κατόπιν κλικάρετε εδώ και συμπληρώστε τη φόρμα επιλέγοντας τον συγκεκριμένο τίτλο. Το βιβλίο θα αποσταλεί/παραδοθεί στον τυχερό από τον συγγραφέα. Θα φέρει δε και ιδιόχειρη αφιέρωση. Αυτή η δωροθεσία είναι πανελλήνια!
Ο Γιώργος Καριώτης προσφέρει το βιβλίο του σε έναν τυχερό αναγνώστη. Συμμετοχή στην κλήρωση, που θα γίνει μετά τις 15 Μαρτίου 2026, σημαίνει αποδοχή των όρων οπότε διαβάστε τους όρους και κατόπιν κλικάρετε εδώ και συμπληρώστε τη φόρμα επιλέγοντας τον συγκεκριμένο τίτλο. Το βιβλίο θα αποσταλεί/παραδοθεί στον τυχερό από τον συγγραφέα. Θα φέρει δε και ιδιόχειρη αφιέρωση. Αυτή η δωροθεσία είναι πανελλήνια!



