Διάλογος με τον Πεσσόα
Απέναντι στο βιβλίο της ανησυχίας
Γιάννη Σμίχελη
Δεν άνηκα ποτέ σε σας, ακόμη κι όταν γεννήθηκα δεν ήμουν ένας από σας. Δεν υποκρίθηκα ποτέ πως σας μοιάζω, δεν θέλησα καν να προσπαθήσω, απλώς προχωρούσα με τον ρυθμό του αυτοπροσδιορισμού μου στα μονοπάτια σας ώστε να μάθω να βαδίζω. Και ξαφνικά άρχισα να τρέχω στα πεδία σας σαν πανικόβλητος, αναζητούσα μια διέξοδο σπασμωδικά, από ένστικτο αυτοσυντήρησης, γιατί ο τρόπος της επιβίωσής σας μ' έπνιγε, μ' οδηγούσε στον θάνατο, αργά, βασανιστικά, σαν να ήμουν ανάπηρος εξ αρχής για σας, απροσάρμοστος στην δίκη σας αλλοίωση, αντεστραμμένα ορισμένη ως φυσιολογική κατάσταση της υγιούς ανθρώπινης οντότητας, σύμφωνα με τις δικές σας λογικές. Μια αλλοτρίωση φτιασιδωμένη με υγιεινά καλλυντικά από φυσικές βιολογικές ύλες. Είναι δυνατόν ένα σαπισμένο σώμα να ζωντανέψει με μεταξωτά ανάερα φινετσάτα ενδύματα; Μου συστήνατε τον θάνατο, την αργή και συρτή παράλυση των υπαρξιακών αναζητήσεων ως ζωή κι εγώ δεν άντεχα ούτε Καρυωτάκη, μήτε Μποντλέρ, αλλά ούτε καν τα συμβιβαστικά παιχνιδίσματα του Σεφέρη ή έστω τον φευγάτο αλλά φραγκάτο Ελύτη στα αισθησιακά νερά του Αιγαίου. Άσιμος, Λαπαθιώτης, Καββαδίας και Αλκαίος, με κουπί τον Σαραντάρη, πανιά τον Λειβαδίτη, σκαρί εμένα τον ίδιο, τον άσχετο μα ανθεκτικό και πεισματάρη, και ο δρόμος άγνωστος όσο και η βαθύτερη ανόθευτη ψυχή μας. Ανησυχώ για τα πάντα γιατί δεν χαρίζομαι σε κανένα και σε καμία παράταξη, ακόμα κι όταν δηλώνω υποστηρικτής του κομουνιστικού κόμματος της Ελλάδας ή ψηφίζω Linke στην Γερμανία, δεν νιώθω υποστηρικτής τους, ή σαν εκδηλώνω την προτίμηση μου στον Ολυμπιακό ακριβώς επειδή στις γειτονιές του Κορυδαλλού η πλειονότητα των κατοίκων του ήταν οπαδοί αυτής της ομάδας και μεγάλωσα με την ατμόσφαιρα της γαυρίλας, δεν νιώθω ούτε καν φίλαθλός της, μάλιστα μ'