Ο Georg Simmel εξετάζει εδώ τι επίπτωση έχει η νεοτερικότητα (modernity) στην ανθρώπινη ζωή και την κοινωνία. Σ' αυτό το δοκίμιο εστιάζει στην ανάλυση της σύγχρονης αστικής ζωής, εξετάζοντας πώς οι πόλεις, με τη σύνθετη κοινωνική τους δομή και την έντονη πολυπλοκότητα, επηρεάζουν την ψυχολογία του ατόμου και τις κοινωνικές σχέσεις. Η κεντρική του θέση είναι ότι η πόλη, ως αναπόσπαστο στοιχείο της νεοτερικότητας, συνιστά ένα παράδοξο πεδίο, που προσφέρει πολλές δυνατότητες ατομικής ανάπτυξης, όμως δημιουργεί κάποιες μορφές κοινωνικής αποξένωσης και ψυχικής απομόνωσης.
Ο Simmel καταπιάνεται με τις αντιφάσεις της σύγχρονης πόλης, η οποία, ενώ είναι ένα κέντρο αλληλεπίδρασης και συνάντησης, μπορεί επίσης να προκαλέσει την αίσθηση της αποκοπής από την κοινωνία. Αντίθετα με τις παραδοσιακές κοινωνίες, όπου οι αλληλεπιδράσεις και οι σχέσεις ήταν πιο στενές και βασίζονταν σε φυσικούς και συναισθηματικούς δεσμούς, στην πόλη της νεοτερικότητας οι σχέσεις γίνονται πιο τυποποιημένες. Ξαναδιαβάζοντάς το, θυμήθηκα και το συσχέτισα με την προφητική κινηματογραφική ταινία του Κώστα Σφήκα Το μοντέλο. Τώρα, εδώ, ο Simmel προχωρά σε μια βαθιά ανάλυση των επιπτώσεων της νεοτερικότητας στις ανθρώπινες σχέσεις και την ψυχική ζωή του ατόμου.
Η υπερφόρτωση των αισθήσεων στην αστική ζωή
Η πρώτη και πιο θεμελιώδης ανάλυση του Simmel αναφέρεται στην υπερφόρτωση των αισθήσεων που προκύπτει από τη ζωή στην πόλη. Η αστική ζωή χαρακτηρίζεται από συνεχή ροή πληροφοριών, αισθητηριακών ερεθισμάτων, ήχων, εικόνων και φαινομένων που επιβάλλουν στον άνθρωπο την ανάγκη να προστατεύσει την ψυχική του ισορροπία. Η πόλη είναι ένας κόσμος πάρα πολλών και υπερβολικών ερεθισμάτων που δεν μπορούν να αφομοιωθούν πλήρως από τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος που ζει σε ένα τόσο ζωντανό και γεμάτο ερεθίσματα περιβάλλον αναγκάζεται να αναπτύξει μηχανισμούς αποστασιοποίησης, προκειμένου να αντέξει και να διατηρήσει την ψυχική του ισορροπία. Αυτό οδηγεί σε μια ψυχική αποστασιοποίηση. Επειδή το άτομο εκτίθεται σε ένα υπερφορτωμένο περιβάλλον, αναπτύσσει την ανάγκη να περιορίσει την επίδραση αυτών των εξωτερικών ερεθισμάτων. Όσο πιο πολύ το άτομο αποστασιοποιείται, τόσο περισσότερο χάνει τη σύνδεσή του με τις συναισθηματικές, αυθόρμητες σχέσεις που είναι χαρακτηριστικές άλλων τύπων κοινωνιών. Η συνεχής αδιάκοπη αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους (που μπορεί να είναι εντελώς ξένοι ή αδιάφοροι μεταξύ τους) κάνει πιο αναγκαία την αποστασιοποίηση, αλλά απομακρύνει συναισθηματικά τον άνθρωπο από τον κόσμο γύρω του. Ελάχιστοι είναι οι τυχεροί που ξεφεύγουν και ολοκληρώνονται και συναισθηματικά. Είτε ήταν τυχεροί στην παιδική, σχολική κι εφηβική εποχή τους από συνεργατική οικογένεια ή καλό παιδαγωγό κι αργότερα καλά κείμενα μα και κάποια ενεργό συμμετοχή στη κοινότητα.
Από την άλλη πλευρά η αποστασιοποίηση δεν είναι απλώς ψυχολογική, αλλά και κοινωνική. Ο Simmel βλέπει την πόλη ως χώρο όπου το άτομο αναγκάζεται να διαφοροποιήσει τις αντιδράσεις του και να προσαρμοστεί σε νέες, πολύ πιο τυποποιημένες και λιγότερο συναισθηματικές κοινωνικές σχέσεις. Οι αλληλεπιδράσεις στη σύγχρονη πόλη, όπως οι εμπορικές και επαγγελματικές συναλλαγές, γίνονται χωρίς να παρεκκλίνουν από μοντέλα και αποσυνδέονται από την προσωπική συναισθηματική εμπειρία.
Η πόλη
Ο Simmel εστιάζει στην έννοια του «τύπου της πόλης», υποστηρίζοντας ότι η πόλη ενισχύει την ατομικότητα του ανθρώπου με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Στην αστική κοινωνία, το άτομο απομακρύνεται από τις παραδοσιακές κοινωνικές σχέσεις που χαρακτηρίζουν τις αγροτικές ή προ-βιομηχανικές κοινωνίες, όπου οι άνθρωποι είναι σε μεγάλο βαθμό συνδεδεμένοι μεταξύ τους μέσω των κοινών τους δραστηριοτήτων και παραδόσεων. Αντίθετα, η πόλη της νεοτερικότητας ευνοεί την ανάπτυξη ενός ανθρώπου που είναι λιγότερο εξαρτημένος από την κοινότητα και περισσότερο αυτονομιστής και αυτόνομος, ενισχύοντας την ατομικότητά του.
Η πόλη, όμως, δεν προσφέρει μόνο δυνατότητες για ατομική ανάπτυξη. Δημιουργεί ταυτόχρονα συνθήκες απομόνωσης. Η απομάκρυνση από τις παραδοσιακές κοινωνικές δομές και η ανάγκη για ανεξαρτησία συνδυάζονται με την αποξένωση και την αποστασιοποίηση από άλλους ανθρώπους. Η αστική κοινωνία προάγει την αίσθηση του «ανώνυμου» ατόμου, το οποίο δεν αναγνωρίζεται ούτε κατανοείται πλήρως από τους άλλους. Αυτή η απομόνωση, παράλληλα με την αυξημένη ατομικότητα, οδηγεί στην εμφάνιση ενός νέου κοινωνικού τύπου που ο Simmel χαρακτηρίζει ως «τυποποιημένη κοινωνία».
Ο Simmel υποστηρίζει ότι το άτομο στην πόλη, εν μέσω αυτής της τυποποιημένης κοινωνίας, βιώνει τον κόσμο γύρω του με έναν αναγκαστικά αποστασιοποιημένο τρόπο. Αν και η πόλη ενθαρρύνει την ανάπτυξη της ατομικότητας, η κοινωνική επαφή γίνεται ολοένα και πιο επιφανειακή και λειτουργική. Οι σχέσεις δεν βασίζονται πλέον σε συναισθηματικούς δεσμούς ή προσωπικές συνθήκες, αλλά σε συγκεκριμένους κοινωνικούς ρόλους και αναγκαίες αλληλεπιδράσεις.
Αλλάζουν ακόμα και τα σημαίνοντα κάποιες φορές. Παράδειγμα η πόρτα που θα ήταν δυνατό να είναι οδηγός προς τον ανοιχτό ορίζοντα για επικοινωνία, μάθηση, δημιουργικό παιχνίδι, τέχνη και ανάταση ψυχής, συχνότερα είναι τρόπος να κλείνεις έξω τους άλλους για να ενισχύεται η εντύπωση του ίδιου και έχοντας κυρίως την ελπίδα ότι και οι άλλοι έχουν την εντύπωση ότι το άτομο αυτό είναι και έξυπνο και σπουδαίο και αυτάρκες.
Η κοινωνική μάσκα
Ο ατομικισμός, ως το κυριότερο χαρακτηριστικό της νεοτερικότητας, αποτελεί μια ακόμη κεντρική θεματική στο έργο του Simmel. Ο Simmel βλέπει τον ατομικισμό ως αποτέλεσμα της αστικής κοινωνίας, όπου το άτομο αναλαμβάνει την ευθύνη για την τύχη του και τις προσωπικές του σχέσεις. Ωστόσο, αυτός ο ενισχυμένος ατομικισμός οδηγεί επίσης σε μια απομάκρυνση από την κοινότητα και σε μια αίσθηση αποξένωσης. Ο ατομικισμός είναι και η δύναμη και το αδύνατο της νεοτερικότητας: ενώ ενισχύει την ατομική ελευθερία, προκαλεί συναισθηματική απομόνωση.
Η έννοια της «κοινωνικής μάσκας» είναι καθοριστική για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο το άτομο αντιμετωπίζει τις πιέσεις της αστικής ζωής. Όπως εξηγεί ο Simmel, στην πόλη το άτομο αναγκάζεται να «φορέσει» μια μάσκα για να αντιμετωπίσει την κοινωνία και τις κοινωνικές προσδοκίες. Αυτή η «μάσκα» του επιτρέπει να παραμείνει λειτουργικό, αλλά και να αποστασιοποιηθεί συναισθηματικά από τους γύρω του, δημιουργώντας μια ψυχική προστασία. Ωστόσο, αυτή η μάσκα έχει ως συνέπεια να απομακρύνει το άτομο από τη δυνατότητά του να αναπτύξει αυθεντικές και βαθιές κοινωνικές σχέσεις.
Η νεοτερικότητα ως δίκοπο μαχαίρι: Δυνατότητες και κίνδυνοι
Το έργο του Simmel καταλήγει με την έννοια ότι η νεοτερικότητα και η πόλη, με όλη την ανάπτυξη που φέρνουν στην ατομικότητα, ενσωματώνουν και την αντίθετη όψη, την απειλή της αποξένωσης και της ψυχικής πίεσης. Η αστική ζωή προσφέρει νέες δυνατότητες για την προσωπική ανάπτυξη και την εξερεύνηση του ατόμου μέσω των κοινωνικών και πολιτιστικών διαφορών που εμφανίζονται στην πόλη. Παράλληλα, όμως, οι προκλήσεις της υπερφόρτωσης των αισθήσεων, της κοινωνικής απομόνωσης και του ατομικισμού δημιουργούν νέες μορφές κοινωνικής και ψυχικής αστάθειας.
Η νεοτερικότητα και η αστική ζωή, λοιπόν, παρουσιάζουν μια αμφίσημη πραγματικότητα: από τη μια πλευρά προσφέρουν αμέτρητες ευκαιρίες για ατομική εξέλιξη και κοινωνική καινοτομία, ενώ από την άλλη δημιουργούν μια αίσθηση απομόνωσης και συναισθηματικής αποξένωσης. Ο Simmel δείχνει ότι το άτομο στη σύγχρονη κοινωνία πρέπει συνεχώς να «συνομιλεί» με αυτή την ένταση και να είναι σε συνεχή αμφισημία μα και αβεβαιότητα για τον άλλο, τον κάθε άλλο άτομο σε σχέσεις ή ομάδα, οικογένεια ή συνεργάτες, γείτονες, συμπολίτες κ.λπ.
Στην σελίδα 91 γράφει: όλα εκείνα τα μεγάλα συστήματα και οι υπερατομικές οργανώσεις που σκέφτεται κανείς συνήθως σε συνάρτηση προς την έννοια της κοινωνίας, δεν είναι τίποτα άλλο παρά οι αποκρυσταλλώσεις.
Το χρήμα στην ακολουθία των σκοπών
με απόσπασμα από τη φιλοσοφία του χρήματος, το υποκεφάλαιο Χρήμα, φύλο και έρωτας
Εδώ χρησιμοποιεί τις έννοιες της αξίας και του σκοπού ως έννοιες αδιαχώριστες. Η προβολή ενός τελικού σκοπού είναι σε κάθε περίπτωση δυνατή μόνο μέσα από μια αυθόρμητη πράξη της βούλησης, ενώ η σχετική αξία ενός μέσου μπορεί να του αποδοθεί μόνο μέσα από τη θεωρητική γνώση. Το ότι είμαστε ελεύθεροι ως προς το πρώτο σκέλος, αλλά δούλοι ως προς το δεύτερο, πουθενά δεν ισχύει περισσότερο απ' ότι στον τελεολογικό τομέα. Το πρόβλημα γίνεται σαφέστερο όταν δεν χάνουμε από το οπτικό πεδίο το αυτονόητο, ότι δηλαδή αίτιο του πράττειν μας δεν είναι ποτέ ο όποιος σκοπός ως κάτι που πρόκειται να υπάρξει, αλλά μόνο ως μια φυσικοψυχική ενέργεια, η οποία υφίσταται πριν το πράττειν. Είναι επίσης σαφές πως όταν η συνείδηση του σκοπού παραμένει ζωντανή δεν πρόκειται για κάτι καθαρά ιδεατό, αλλά για μια διαδικασία που αναλώνει οργανική δύναμη και ένταση της συνείδησης. Όμως το τελικό μέλος των πρακτικών ακολουθιών μας καθίσταται πραγματοποιήσιμο μόνο χάρη στα μέσα και ότι όσο πιο σίγουρα δημιουργείται από αυτά, τόσο πληρέστερα κατευθύνονται και συγκεντρώνονται οι δυνάμεις μας στην παραγωγή τους.
Θεμελιώδη σχήματα χώρου
Ο Simmel ξεκινά υπογραμμίζοντας μια θεμελιώδη αντίθεση: η εξωτερική πραγματικότητα είναι ταυτόχρονα ενιαία και διαχωρισμένη – τα πάντα συνδέονται, αλλά παραμένουν χωρισμένα στο χώρο.
Ο άνθρωπος, ως μηχανισμός σύνδεσης και αποσύνδεσης, προκαλεί τον διαχωρισμό (αναγνωρίζει το «διαχωρισμένο») και την ένωση (το γεφυρώνει). Ο στοχασμός είναι διττός: το ένα σχήμα προϋποθέτει και το άλλο.
Η μεταφορική δύναμη της γέφυρας
Η γέφυρα ενσαρκώνει την επέκταση της ανθρώπινης βούλησης στον χώρο, γιατί επιλύει έναν πρακτικό χωρικό διαχωρισμό (π.χ. όχθες ποταμού).
Το «διαχωρισμένο» αναγνωρίζεται πρώτα διανοητικά· μόνο έτσι αποκτάται νόημα και στη συνέχεια καλείται να ενώσει τη χωρική απόσταση. Η γέφυρα λειτουργεί ως εργαλείο της πρόσθετης οργάνωσης του χώρου από τη συνείδηση του ανθρώπου· συγκεντρώνει δηλαδή λειτουργικό-τελεολογικό νόημα σε μια μορφή.
Η πολλαπλή σημασία της πόρτας
Η πόρτα εκφράζει την διαχωριστική αρχή: χωρίζει το ασυνεχές, την συνέχεια του χώρου. Ταυτόχρονα όμως προσφέρει κινητικότητα. Μέσα από αυτόν τον διαχωρισμό δημιουργείται δυνατότητα για μετάβαση και αλλαγή.
Είναι πιο σύνθετο «αντίβαρο» στη γέφυρα, διότι προϋποθέτει ένα κλειστό πλαίσιο (π.χ. σπίτι, σφαίρα ανθρώπινου βίου), το οποίο ορίζεται και επεκτείνεται με την πόρτα. Κι έτσι ακτινογραφεί τον άνθρωπο ως ον που ζει ανάμεσα στη σταθερότητα (στεγανότητα) και την ελευθερία (δυνατότητα διέλευσης).
Η αισθητική-φιλοσοφική σημασία
Οι δύο μορφές λειτουργούν ως πλαστικά, θεαματικά σύμβολα που οπτικοποιούν μια σχέση: η γέφυρα τη σύνδεση, η πόρτα τη δυνατότητα εισόδου/εξόδου και τα δύο την ανθρώπινη συνείδηση που καθορίζει τον χώρο.
Στην τέχνη λειτουργούν εκτός από αισθητικά σχήματα και ως εκφράσεις βαθύτερων συναισθημάτων ή πνευματικών καταστάσεων.
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Η συλλογή δοκιμίων Περιπλάνηση στη νεοτερικότητα του Georg Simmel κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια.