Το ταξίδι του άντρα ολοκληρώνεται στην πόλη όπου γεννήθηκε, πριν από σχεδόν σαράντα χρόνια. Οι σωματικές του αντοχές έχουν σχεδόν στερέψει, όχι όμως κι αυτές της καρδιάς του. Η πόλη έχει αλλάξει. Το ίδιο κι εκείνος. Πώς δεν θα μπορούσε, άλλωστε; Το μόνο που παρέμενε ίδιο ήταν η μονότονη μουντάδα που τον έπνιγε, κάθε φορά που τα σύννεφα, οι σκουρόχρωμοι νταήδες του ουρανού, στραγγάλιζαν τον ήλιο, εμποδίζοντας το φως του να φτάσει στο έδαφος. Ο άντρας τράβηξε μία τελευταία ρουφηξιά από το τσιγάρο και το πέταξε, βήχοντας, κάτω. Η γόπα τσιτσίρισε με το που άγγιξε το χιόνι που έλιωνε, σχηματίζοντας ένα στρώμα λάσπης, η οποία απειλούσε κάθε καθαρό παρκέ αυτής της καταραμένης πόλης. Ήξερε πως κάποια μέρα θα επέστρεφε. Ένας χρησμός, τον οποίο ο ίδιος είχε δώσει, το επέβαλλε. Δεν ήταν όνειρο, σαν κι αυτά που έβλεπε τα τελευταία τριάντα χρόνια, ήταν πλέον πραγματικότητα. Τα πάντα γύρω του είχαν σάρκα και οστά. Είχε φροντίσει να αδειάσει το κουφάρι του από κάθε ίχνος ψυχής που του είχε απομείνει, αντικαθιστώντας το από μία καταστροφική ορμή, η οποία θα έπνιγε τα πάντα στο πέρασμά του. Σαν άλλος πρωταγωνιστής της δικιάς του Θείας Κωμωδίας, θα ακολουθούσε την πορεία του από την Κόλαση στον Παράδεισο. Πρώτα, όμως, έπρεπε να περάσει από το Καθαρτήριο. Παίρνοντας μία βαθιά ανάσα, έκανε το πρώτο βήμα.[1]
Βαγγέλης Γιαννίσης
Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο;
Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;
Β.Γ.: Συγκινητικό.
Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;
Β.Γ.: Να πάρει μία βαθιά ανάσα. Θα συναντήσει σελίδες οι οποίες θα τον βυθίσουν βαθύτερα στο κάθισμά του. Θα έρθει αντιμέτωπος με τους πιο μύχιους φόβους του. Το βιβλίο θα παίξει με το μυαλό και την ψυχολογία του. Αλλά, ταυτόχρονα, θα του χαρίσει ένα ανεπανάληπτο ταξίδι.
Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;
Β.Γ.: Σίγουρα στη Σουηδία, ειδικότερα στο Έρεμπρο, όπου διαδραματίζεται η ιστορία, ακολουθώντας τα βήματα του Άντερς και του αντιπάλου του, του Σαμαήλ. Μία εβδομάδα φτάνει, ώστε να πάρουμε μία γεύση από τον παλμό της πόλης: ένα ταξίδι-σφηνάκι (όπως είναι, άλλωστε, και το βιβλίο: ένα βιβλίο-σφηνάκι), ώστε να χορτάσουμε από την πόλη, δίχως να μας μπουκώσει.
Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο.
Β.Γ.: «Κάποιοι άνθρωποι έχουν μέσα τους μια σκοτεινή πλευρά, μια σκιά η οποία πεινάει και η όρεξη της οποίας ικανοποιείται μονάχα με αίμα. Και αυτή τη σκιά θα πρέπει να την ταΐσουν, ειδάλλως θα τους κατασπαράξει.»
Περισσότερες μικρές συνεντεύξεις μεγάλων βιβλιοταξιδιών εδώ
Το μυθιστόρημα του Βαγγέλη Γιαννίση, Ο χορός των νεκρών, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα. Βρείτε το βιβλίο εδώ. Διαβάστε κι ένα απόσπασμα!
Στο οπισθόφυλλο γράφει:
Ένας άντρας επιστρέφει στο Έρεμπρο, σχεδόν τριάντα χρόνια αφότου έφυγε από τη γενέτειρά του, αποφασισμένος να φέρει εις πέρας μια τελευταία αποστολή. Μερικές ώρες αργότερα το κατακρεουργημένο σώμα ενός άλλου άντρα βρίσκεται στα παγωμένα νερά του ποταμού Σβαρτόν. Σύντομα η αστυνομία ανακαλύπτει όχι μόνο την ταυτότητα του θύματος, αλλά και το φρικιαστικό μυστικό που έκρυβε στο υπόγειο του σπιτιού του: ο συγκεκριμένος άντρας εμπλεκόταν σε ένα κύκλωμα παιδεραστών, ενώ το υπόγειό του είχε μετατραπεί στο κελί ενός αγοριού.
Ενός αγοριού που έχει εξαφανιστεί.
Σχεδόν μισό χρόνο μετά τα γεγονότα που παραλίγο να του κοστίσουν τη ζωή, ο επιθεωρητής Άντερς Οικονομίδης παλεύει να αποκαταστήσει τις ισορροπίες στην επαγγελματική και την προσωπική του ζωή. Η αποκάλυψη μιας σπείρας παιδεραστών και ενός δολοφόνου αποφασισμένου να σκοτώσει τα μέλη της ήταν το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε να βρει μπροστά του.
Όταν θα έρθει αντιμέτωπος με τον μυστηριώδη άντρα με την κωδική ονομασία «Σαμαήλ», θα βρει απέναντί του έναν τρομακτικό εχθρό. Και θα ανακαλύψει μυστικά σχετικά με το παρελθόν της οικογένειάς του? μυστικά τα οποία θα ευχόταν να είχαν μείνει φυλακισμένα κάτω από τον πάγο της λήθης.
Περισσότερα από/για τον Βαγγέλη Γιαννίση:
[1] Στο Πλοκόλεξο [εκ του πλοκή και λέξεις ή κάπως έτσι τέλος πάντων -ο καθένας ας το δεχτεί με τον τρόπο του- ή Πλεκόλεξο(;) -αμφινταλαντευόμενη ανάμεσα στο πλέκω-πλέξιμο και στην πλοκή] οι δημιουργοί γράφουν ένα ελεύθερο κείμενο/άρθρο για το έργο τους χρησιμοποιώντας δέκα προκαθορισμένες λέξεις. Στο τέλος, αν θέλουν, αντικαθιστούν μία από όλες αυτές με μια δική τους για τον επόμενο. Περισσότερα σαν κι αυτό θα βρείτε στην αντίστοιχη ετικέτα.
Απαντήστε κι εσείς στο Πλοκόλεξο κλικάροντας εδώ