Η μετανεωτερική Βαβέλ
Η μετακοινωνία και η μετατεχνολογική φάση εξέλιξης
Μέρος δέκατο πέμπτο [συνέχεια από το προηγούμενο]
«Οι επιγνώσεις των αρχαίων σοφών έγιναν πλέον συλλογική κληρονομιά. Ο υπερνούς εισήλθε στη γήινη συνείδηση, κατέβηκε μέχρι το φυσικό ασυνείδητο, στα σύνορα της ύλης. Από εκεί δεν υπολείπεται παρά μόνο μια γέφυρα για να κάνει την τελική σύνδεση. Ένας νέος κόσμος γεννιέται...»Σρι Σάτπρεμ, Η περιπέτεια της συνείδησης
Υπάρχει ένας εμφανής δεσμός ανάμεσα στη φροϋδική ψυχολογία και στη διδασκαλία των Πατέρων της ερήμου σχετικά με τα πάθη. Αν και οι περιγραφές που δίνει ο Φρόυντ αποκλίνουν σε σημαντικά σημεία από αυτές των Πατέρων της ερήμου, ωστόσο συγκλίνουν από πολλές απόψεις. Και οι δύο θεωρούν ότι η ανθρώπινη φύση σύρεται από το βάθος της. Και οι δύο θεωρούν ότι καλύπτουμε και σκεπάζουμε αυτό το γεγονός, έτσι ώστε να προβάλλουμε μεγάλη αντίσταση στην αντιμετώπισή του. Και οι δύο βλέπουν ότι έχουμε πολύ μικρές πιθανότητες να κάνουμε κάτι για να αλλάξει η κατάσταση, καθώς αυτό πληγώνει την εικόνα του εγώ, που έχουμε κτίσει μακροχρόνια μέσα μας, και απαιτεί ένα ιδιότυπο είδος προσπάθειας, που περιλαμβάνει την απάρνηση. Και οι δύο μάς βλέπουν να χρησιμοποιούμε την ηθική όχι μόνο ως άμυνα, αλλά και ως μια σφοδρή επίθεση ενάντια στις αποτυχίες των άλλων (Ο Χριστός με τη φράση του «η δοκός εν τω οφθαλμώ» εννοεί αυτό που ο Φρόυντ αποκαλεί «προβολή»). Και οι δύο βλέπουν ότι τα πάθη παράγουν φαντασιώσεις και πως η ικανοποίηση των παθών περιλαμβάνει την παράδοση στο φαντασιώδες σενάριο που έχει ετοιμάσει η φαντασία. Και οι δύο θεωρούν τη φαντασία ως βάση της ψυχικής διεργασίας, που ασκεί τη μεγαλύτερη δυνατή πίεση ενάντια στη λογική και σε κάθε αυτοέλεγχο που συμμαχεί με τη λογική.
Πάντως κανείς άνθρωπος, όσο ορθολογιστής και αυτοελεγχόμενος κι αν φαίνεται στην επιφάνεια, δεν στερείται το πάθος και τη φαντασία. Αυτά βρίσκονται απλώς κρυμμένα, έχουν εκτραπεί, ή έχουν μεταμφιεστεί. Είναι όμως συνεχώς ενεργά και δεν υπάρχει τρόπος να τα υπερβούμε ή να τα θάψουμε, προσπαθώντας απλώς να τα υποτάξουμε. Και ο Φρόυντ και οι Πατέρες της ερήμου συμφωνούν ότι μόνο με τον συνειδητό αγώνα εναντίον τους μπορεί να αμφισβητηθεί σοβαρά ο ρόλος τους ως κινητήριας δύναμης της ψυχικής οικονομίας μας. Αυτό όμως αποτελεί μια από τις πλέον γενναίες και θαρραλέες προσπάθειες, που μπορεί να αναλάβει κάποιος, έναν αληθινό ηρωισμό.
Ο Φρόυντ θεωρούσε ότι όταν λείπει αυτή η προσπάθεια, ο πολιτισμός θα παραμένει ένας συμβιβασμός ανάμεσα σε αυτό που πραγματικά επιθυμούμε και που είναι βαθιά θαμμένο μέσα μας και σε αυτό που δηλώνουμε ότι έχουμε ως ιδανικό σκοπό και που κινείται στην επιφάνεια. Αυτό το ρήγμα στον πολιτισμό αντανακλάται ως ρήγμα στην ανθρώπινη καρδιά, στην προσωπικότητα. Η ασκητική παράδοση θα έλεγε: πρέπει να γνωρίσουμε το πραγματικό κακό για να πλησιάσουμε το πραγματικό καλό. Η απληστία απέναντι στην αλαζονεία και ο υλισμός απέναντι στον ιδεαλισμό, κυριαρχούν σε μια ατέλειωτη, ανικανοποίητη κατάσταση διχασμένης αφοσίωσης στο στήθος του ανθρώπου. Αυτό που θέλει το δεξί χέρι, δεν το θέλει το αριστερό.
Παρά το γεγονός, όμως, ότι οι Πατέρες της ερήμου και ο Φρόυντ έχουν αποκαλύψει την ίδια περιοχή της ανθρώπινης φύσης, υπάρχουν, ωστόσο, ζωτικές διαφορές ανάμεσά τους. Για παράδειγμα, το να αντέχεις, να θυσιάζεσαι, να συγχωρείς, να αγκαλιάζεις τον θάνατο είναι επίσης πάθη: υπάρχει έτσι στην ασκητική πορεία, όπως δεν υπάρχει στον Φρόυντ, ένας πόνος μέσα στο πάθος που μετασχηματίζει και μεταμορφώνει, μέσω του οποίου οι αρνητικές ενέργειες που μας ωθούν, εξαγνίζονται, με τη ματαίωση και τον περιορισμό των αρνητικών σκοπών τους. Μια νέα ενέργεια σηκώνεται τότε από τις στάχτες, που η δύναμη, η αποφασιστικότητα και η ζωτικότητά της δεν εκφράζει μόνο μια αθώα αγάπη, αλλά μια τελική, ώριμη αγάπη, που οι αγώνες της την έχουν διδάξει και βαθύνει σε μια κατάσταση αγιότητας.
Το πάθος ξεπροβάλλει από αυτήν τη διαδικασία εξαγνισμού ως η ίδια η φωτιά της αγάπης, που τελικά δοκιμάζεται, υποφέροντας και αντέχοντας τα πάντα.
Μόνο προς το τέλος της ζωής του, στην πολύ ασαφή αλλά ποιητική θεωρία του για τον έρωτα ενάντια στον θάνατο, ο Φρόυντ, πλησιάζει το αληθινό και τελικό ήθος των ασκητών με τη ζωή των παθών. Είναι η απελευθέρωση του σώματος από τη σάρκα. Δεν πρέπει να καταργήσουμε, αλλά να μεταμορφώσουμε αυτή την ενέργεια μέσα μας, που ο Ουίλιαμ Μπλέικ είχε πει ότι «είναι η μόνη ζωή». Είναι η μόνη ζωή επειδή το πάθος είναι η δράση της καρδιάς και γι' αυτό αποτελεί την κινητήρια δύναμη του σώματος. Καθορίζει το αν η υλικότητα υπαγορεύει το πρόγραμμα της καρδιάς ή εάν η πνευματικότητα οδηγεί την καρδιά και την κάνει να στέκεται και να ενεργεί, για την ακρότητα της αγάπης στον κόσμο, όπως στο πάθος του Χριστού (βλ. Ρωμ. 8, 14-25, 31-39).
Επίσης, ο ρεβιζιονιστής και νεοφροϋδιστής Χ. Κόχουτ βρίσκεται κοντά στην Ορθοδοξία με την άποψή του για το «εγώ». Άποψη που βρίσκεται πολύ κοντά στην πατερική λέξη «υπόσταση». Αυτό το «εγώ», λοιπόν, γεννιέται με μια αίσθηση της μεγαλοσύνης του, την οποία ο Κόχουτ αποκαλεί «υγιή ναρκισσισμό» και που αποτελεί, σύμφωνα με την Ορθόδοξη ορολογία, την πρώτη νύξη της εικόνας του Θεού μέσα μας. Σύμφωνα με την άποψη του Κόχουτ, ο αληθινός εαυτός μας είναι έτοιμος να αγαπήσει και να αγαπηθεί και είναι πρόθυμος να αναπτυχθεί πέρα από τις πρωταρχικές του αγάπες, σε μια αυτοεκτίμηση όπου η αυτοπεποίθηση, ο αυτοσεβασμός και η διάθεση για συμμετοχή αναπτύσσονται σε αυτοπροσφορά.
Η φράση «αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν» αναγνωρίζει την αλήθεια ότι η απογοήτευση και το μίσος ενάντια στον εαυτό μας δεν παράγει παρά απόρριψη της περιπέτειας της «ετερότητας» της ζωής. Αυτό μας οδηγεί στην Ορθόδοξη διδασκαλία, στο ότι δεδομένης της αγάπης ως πραγματικής κινητήριας δύναμης, το πρόσωπο και η κοινότητα παραμένουν εξίσου πρωταρχικά και απόλυτα στοιχεία. Αυτή η διδασκαλία κάνει διάκριση ανάμεσα στο «πρόσωπο», όπως αυτό έχει δημιουργηθεί από τον Θεό κατ' εικόνα του και στο «άτομο» που βρίσκεται σε μια κατάσταση πτώσης.
Σε αντίθεση με το πρόσωπο, που πάντοτε ζει σε μια θεμελιώδη οντολογική σχέση και σύνδεση με τους άλλους –τον Θεό, τα πρόσωπα, τα κτίσματα και τα πράγματα–, το άτομο είναι εγκλωβισμένο σ' έναν κύκλο αυτάρκειας και αυτολατρείας, που το αποκόπτει από την πρωταρχική του δυνατότητα να επικοινωνεί με τους άλλους. Αυτή η επικοινωνία πρέπει να υφίσταται είτε είμαστε μόνοι είτε μαζί με άλλους. Δεν αποτελεί ψυχολογική διάθεση, αλλά μια κατάσταση ύπαρξης. Η φράση «αγάπη είναι η απόκτηση ενός άλλου εαυτού» αποτελεί το αληθινό νόημα της ένωσης των ανθρώπων μέσα στην κοινότητα και αυτή η κοινότητα δεν περιλαμβάνει μόνο ανθρώπους, αλλά όλα τα δημιουργήματα (είτε του Θεού είτε του ίδιου του ανθρώπου ή καλύτερα του τεχνανθρώπου).
Έτσι αυτοί που δεν έχουν πίστη, οποιασδήποτε μορφής και προς οποιονδήποτε Θεό, που είναι μόνο εγωιστές και δεν αναγνωρίζουν καμιά άλλη δύναμη μεγαλύτερη από τον εαυτό τους –μια δύναμη που η αλήθεια, η ομορφιά και η υπευθυνότητά της τους λέει ότι δεν μπορούν να εμμένουν στον εγωισμό τους– δεν έχουν κίνητρο για αλλαγή και δεν αλλάζουν. Καμιά ποσότητα διαίσθησης, πρόκλησης ή συμπάθειας δεν μπορεί να βάλει σε κίνηση τον ουσιαστικά εν-στατικό τρόπο, στον οποίο εμπίπτουμε, κινούμενοι όλο και περισσότερο προς το εγώ, σε αντίθετη κατεύθυνση από τη δυνατότητα να βγούμε από το εγώ. Είναι όντως μια λίθινη καρδιά, όπως την περιγράφουν οι ιουδαίοι μυστικοί και όχι σάρκινη.
Ο εγωισμός μάς κλείνει μέσα στα θεόρατα τείχη του. Μας κάνει να εγκαταλείπουμε την έμφυτη εμπιστοσύνη μας σε ό,τι μας ξεπερνά και βρίσκεται πέρα από εμάς, καθώς μας προσκαλεί έξω από τον εαυτό μας και μας υποστηρίζει και μας συμπαραστέκεται στην πορεία μας. Αντίθετα, εμείς κλεινόμαστε εκούσια και δεν ρισκάρουμε τίποτε, δεν παραδίδουμε τίποτε. Δεν προσφέρουμε στον εαυτό μας το ελάχιστο. Ο εγωκεντρισμός της αυτάρκειας είναι μια δύναμη πολύ ισχυρότερη από καθετί άλλο σε αυτόν τον κόσμο – και κανένας άγιος δεν θα μπορούσε να αλλάξει την κατεύθυνσή της. Σύμφωνα και πάλι με τους ιουδαίους μυστικούς, είναι μια πέτρα στην καρδιά, που τίποτε δεν μπορεί να την σπάσει.
Αντίθετα, οι άνθρωποι που αφήνουν ένα χώρο στην καρδιά τους για τον Θεό –τον οποιονδήποτε Θεό– μπορούν να βοηθηθούν και να μεταβληθούν. Μπορούν να μάθουν να ζουν με την πιο ακραία καταστροφή και τον ισχυρότερο πόνο κι εντούτοις να βρίσκουν ακόμα χαρά στη ζωή. Οι άνθρωποι αυτοί, που αφήνουν ένα χώρο στον Θεό, μπορούν να κάνουν την καρδιά τους να γεμίσει με θετικά συναισθήματα, όχι για κάποιον συναισθηματικό λόγο ή εξαιτίας της ηθικής τους ανωτερότητας, ούτε βέβαια αυτού που συμβατικά αποκαλούμε ευσέβεια, αλλά γιατί, αποκλειστικά και μόνο, παρά τον εγωισμό τους, ομολογούν αληθινά και εμπιστεύονται μια δύναμη, που είναι μεγαλύτερη από τους ίδιους. Επιθυμούν να ανοίξουν τον εγωισμό τους σε αυτήν τη μεγαλύτερη δύναμη και, ανοίγοντας το κλειστό του σύστημα, να ξεκινήσουν, επιτρέποντας στη ζωή να δείξει τα λάθη τους, να γιατρέψει τα τραύματά τους και να παρηγορήσει τον ατόφιο πόνο τους.
Όπως λένε οι ινδιάνοι Σιού, η διαφορά ανάμεσα στην παιδική και στην ώριμη ηλικία είναι η εξής: στην παιδική ηλικία νομίζουμε ότι ο κόσμος περιστρέφεται γύρω μας. Αντίθετα, το σημάδι του ενήλικα είναι ότι γίνεται κάποιος από τον οποίο εξαρτάται ο κόσμος. Το παιδί, που ακούει την κλήση και βγαίνει από τον εαυτό του, είναι ακριβώς αυτό που θα γίνει ο πραγματικός ενήλικας, που θα προσφέρει τον εαυτό του, με οποιοδήποτε κόστος και συνέπειες κι έτσι θα ζήσει. Αυτό είναι που με κάνει αισιόδοξο, έστω και συγκρατημένα, σχετικά με το ήθος της νέας γενιάς πολιτών, που μόλις τώρα αρχίζει να διαμορφώνεται.
Η διαδραστική επαφή τους με τους Η/Υ τους έχει μυήσει στην απώτερη αλήθεια ότι τα πάντα δεν περιστρέφονται γύρω από αυτούς, αλλά τα πάντα εξαρτιούνται από αυτούς. Απλώς είναι ανάγκη να προσέξουν, να υπολογίσουν και να αντιμετωπίσουν κάποιους παράγοντες. Για παράδειγμα, πρέπει να σκεφθούν ότι η υποκρισία και η απάτη υποβαθμίζουν τη γλώσσα, που είναι το εργαλείο των κοινωνικών αλλά και των διαδικτυακών σχέσεων. Παρουσιάζουν μια εξευγενισμένη προμετωπίδα κάτω από την οποία μπορεί να λειτουργεί, χωρίς κανένα εμπόδιο και μέσα στους «κανόνες του παιχνιδιού», κάθε είδους πάθος, όπως η δίψα για επιρροή, για εξουσία και για παραπλάνηση. Εξαχρειώνουν τους ανθρώπους, όπως γίνεται και με τη χρήση βίας, αλλά με πιο δόλιο και πειστικό τρόπο, που αγγίζει πολλές φορές την πλύση εγκεφάλου. Σε αυτό το τελευταίο αναφέρεται και το επόμενο παράδειγμά μου.
Υπάρχουν, λοιπόν, κάποιοι δικτυακοί και τηλεοπτικοί δρόμοι, στους οποίους οι νέοι θα οφείλουν να είναι πολύ προσεκτικοί. Ο ένας αφορά τον εφοδιασμό και την εκμετάλλευση της φαντασίας. Κάποιοι τύποι games και διαφημίσεων, καθώς και κάποιοι τύποι σαδοπορνογραφικών διευθύνσεων στο ίντερνετ, υποστηρίζονται σαν εκφράσεις της ελευθερίας δράσης αλλά, ακριβέστερα, πρέπει να θεωρούνται ως απόπειρες να παραχθεί κέρδος από την υποδούλωση της φαντασίας των ανθρώπων. Το ψέμα που περικλείει η προώθησή τους –αντίθετα απ' ότι το προκλητικό έργο ενός πρωτοποριακού καλλιτέχνη ή συγγραφέα– δεν είναι λιγότερο επικίνδυνο από μια ψευδή περιγραφή τροφίμων στην αγορά. Δηλητηριάζει πολύ περισσότερο και το δηλητήριο χτυπάει την ίδια την ψυχή. Επομένως πρέπει να στεκόμαστε όλοι, και όχι μόνο η νέα γενιά, αποφασιστικοί στον περιορισμό όλων των ειδών του ψεύδους. Όλα τα είδη ψεύδους, στο όνομα της ελευθερίας δράσης αυτών που τα προωθούν, μειώνουν ουσιαστικά την ελευθερία αυτών που τα δέχονται. Όπως έλεγε ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β': «Όταν η ελευθερία δεν έχει σκοπό, όταν δεν ακούει τη φωνή της συνείδησης, στρέφεται εναντίον της ανθρωπότητας και της κοινωνίας.».
Συνεχίζεται...
Παραθέτω κάποια ποιήματά μου σχετικά με το θέμα:
ΔΙΕΚΟΨΕΣ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ
Διέκοψες την επικοινωνία σου με την άνοιξη
σπουδαίε ταξιδευτή των ανθισμένων ονείρων
μα λαχταράς ακόμη
τις γλαυκοπράσινες θάλασσές της,
τις εξαίσιες και ναρκισσιστικές
απέραντες θάλασσές της
κι ας τσακίζουν με την οργισμένη έπαρσή τους
το πλοίο της ζωής σου
Διέκοψες την επικοινωνία με την άνοιξή σου,
την πληγωμένη σου εποχή
μα ποθείς ακόμη
τα πολύχρωμα δάση της βροχής,
τα πολύβουα δροσερά ποτάμια,
τις υπερυψωμένες κορυφογραμμές
των ηρωικών βουνών,
τις στοιχειωμένες αναμνήσεις του ανέμου
που κυματίζουν τα ξεχτένιστα μαλλιά σου
Διέκοψες την επικοινωνία σου με την άνοιξη,
την κοιτίδα του πολιτισμού σου
Τώρα όμως που οι καταιγίδες του φθινοπώρου
σου νοτίζουν άσπλαχνα το δέρμα
αναπολείς όλα εκείνα
που γενναιόδωρα σου πρόσφερε
αλλά εσύ επιδεικτικά
τ' αγνόησες και τα κατέστρεψες
Χρωστάς την άνοιξη στον εαυτό σου
🍈
ΠΛΗΣΙΑΣΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Πλησίασα τόσο πολύ στο τέλος του γήινου κόσμου μου
Στις κραυγές μιας έσχατης συμπαντικής γέννας
το χέρι του χάους έσφιξα δυνατά
Έζησα μολυσμένες νύχτες φυσικών καταστροφών
Κρύφτηκα μες στις πληγωμένες ρίζες της υδρογείου
Θα μπορούσα να γίνω μια πέτρινη γέφυρα
από φως και σκοτάδι μαζί
μα οι στεναγμοί μου εγκλωβισμένοι
σ' ένα συνονθύλευμα δισταγμών
απελευθέρωναν πάντα ένα δάκρυ μου
πέρα απ' τις δηλητηριασμένες θάλασσες της σιωπής
Πλησίασα τόσο πολύ
στο τέλος των ημερών,
σ' ένα χαμόγελο υποκρισίας
έκρυψα την οργή μου,
χείλη άγγιξα που έσταζαν φωτιές,
φιλιά που δεν άγγιζαν κανέναν
Στο βάθος των καμένων δασών
τα όνειρά μου έχασαν την στιλπνότητά τους
Άλλαξε ο αέρας και η βροχή
απ' τις ανόσιες επιδιώξεις των ανθρώπων
Τόσες ζωές πολιτισμένες μέτρησαν το μάταιο ταξίδι
τόσων αιώνων επάνω στη Γη
που χώρεσαν σε λίγες στιγμές την τελική απώλειά τους
Πλησίασα τόσο πολύ
στο τέλος των ονείρων
Τώρα πια οφείλω να βρω έξοδο κινδύνου
Τώρα πια χρωστάω μια άνοιξη στον εαυτό μου
🍈
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Τα πρόσωπά μας με φθαρμένα χρώματα
της εγκατάλειψης του γήινου σπιτιού μας
Μ' ένα υπόστρωμα μόλυνσης στα μάτια κοιτούμε
τα ματωμένα φυσικά φαινόμενα
της νύχτας που εμείς οι ίδιοι προκαλέσαμε
Η φυγή μας απ' την ταλαιπωρημένη υδρόγειο αργεί
και στη λάθος στροφή καραδοκεί ο θάνατος
Πλανερά φώτα λαμπυρίζουν μες στην απέθαντη βλακεία μας
Την σκανδάλη του χωροχρόνου μας πιέζουν αόρατα δάκτυλα
βουτηγμένα στην σκόνη του γρήγορου κέρδους
Στο καμένο πρόσωπό μας
κυλούν αμήχανα δάκρυα,
σαν ένα συνώνυμο συμπόνιας για τα όνειρά μας
που πνίγηκαν στων ποταμών την πλημμύρα
Καταντήσαμε νεκροί θεατές στη μεταμόρφωση του κλίματος,
ξεπουλημένοι συνδαιτυμόνες της αιώνιας σιωπής της αδιαφορίας,
σε απάθειας υπόδικους,
σε εικόνες αποτυχημένων αγίων
που στάζουν απ' τα βλέφαρα σταγόνες δηλητήριο
Αρχέγονη καταστροφή στολισμένη με ανόσιες επιδιώξεις
το τέλος του κόσμου μας που πλησιάζει
Θα προλάβουμε να βρούμε διέξοδο σωτηρίας;
Θα προλάβουμε να ξοφλήσουμε στους οικείους μας
την άνοιξη που τους χρωστάμε;
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα της Iliana Dimitrova-Rabcheva [Roses II, λάδι σε καμβά]
Πηγές:
Αναστάσιος, Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, Ακρίτας, Αθήνα,
Βάκα Πλιος Θ., Είναι και συνείδηση, γνώση και αλήθεια, Gutenberg, Αθήνα 1986,
Βέντερ Κρεγκ & Κοέν Ντάνιελ, Η σοφία και η γνώση, NPQ, Τεύχος 13, χειμώνας 2000,
ΒΙΒΛΟΣ, Παλαιά και Καινή Διαθήκη, Βιβλική Εταιρία, Αθήνα,
Γκότσης Γ., Θρησκεία, νεωτερικότητα και σύγχρονη πολιτισμική ταυτότητα, Σάκκουλα, Αθήνα 1996,
Γουνελάς Σωτήρης, Η κρίση του πολιτισμού, Αρμός, 1997,
Κένεντι Πολ, Προετοιμασία για τον 21ο αιώνα, Νέα Σύνορα-Α.Α. Λιβάνης, 1994,
Πεκ Μ. Σκοτ, Ο δρόμος ο λιγότερο ταξιδεμένος, Κέδρος, 1988,
Testart Jacques, Η επιθυμία του γονιδίου, Κάτοπτρο, Αθήνα 1994,
Melsen van A.G., Science and Technology, Pittsburg, 1961,
Robertson R., Globalisation: Social Theory and Global Culture, Sage Publications, London 1992.