Νόρα
Στην υπόθεση...
Η Νόρα είναι παντρεμένη με τον Χέλμερ και επί οκτώ έτη συμβιώνουν αρμονικά, ήρεμα και ευτυχισμένα. Εκείνος τη φροντίζει σαν να είναι ένα παιδί που έχει ανάγκη την πατρική στοργή και στήριξη κι εκείνη του το ανταποδίδει με πίστη και αφοσίωση. Εκείνος φροντίζει να μη λείψει τίποτα από την οικογένειά τους κι εκείνη ασχολείται με τις ανάγκες του σπιτιού και το μεγάλωμα των παιδιών. Για εκείνον, η Νόρα, είναι η διαφυγή του από τα εργασιακά του ζητήματα και η ξεκούρασή του. Για την Νόρα ο θαυμασμός που τρέφει για τον Χέλμερ είναι χαρακτηριστικός της σχέσης τους και, εξάλλου, τον βρίσκει τόσο δυνατό και γοητευτικό! Η ίδια έχει ανατραφεί με την ίδια σχέση στοργής από παιδί και δεν υποψιάσθηκε ποτέ την πραγματική κοινωνία. Κάποτε, για να σώσει τη ζωή του άντρα της, κάνει τη λάθος κίνηση και όταν αποκαλύπτεται το μυστικό της ταπεινώνεται και εξορίζεται από τον σύζυγό της ο οποίος όχι μόνο δε τη στηρίζει αλλά την προπηλακίζει και μειώνει με το χειρότερο τρόπο.
Η Νόρα εμπιστεύεται τους άλλους και θέλει έναν κόσμο όμορφο, ιδανικό. Προτιμά να καταστραφεί παρά να συμβιβαστεί και σίγουρα δεν είναι μια συνηθισμένη γυναίκα. Στην τραγικότερη στιγμή της, φεύγει από το σπίτι της θεωρώντας ότι δεν έχει ηθικό δικαίωμα να μεγαλώσει τα παιδιά της με τις δικές της αρχές. Πολλά πράγματα δε διορθώνονται με νόμους.
Το Κουκλόσπιτο πραγματεύεται τις σχέσεις της οικογένειας, τους θεσμούς, τη συμβίωση, τη σχέση του ζευγαριού με τον κοινωνικό περίγυρο και αφορά την ψυχική κατάρρευση του ανθρώπου.
Ο Ίψεν έγραφε βιωματικά -άραγε, ποια ήταν η Νόρα της δικής του ζωής;- σχεδιάζοντας ψυχογραφικά τους ήρωές του αν και ποτέ δε θα πει: ορίστε, δείτε τον τρελό της παρέας ή νάτος ο φαλλοκράτης κ.ο.κ αλλά θα σε αφήσει να ανιχνεύσεις τα δομικά στοιχεία των ηρώων του μέσα από τις ιστορίες του και, κυρίως, μέσα από τους διαλόγους. Στο Κουκλόσπιτο[1] συναντάμε μια γυναίκα που θεωρεί κύριο και βασικό πυρήνα της ύπαρξής της τον γάμο της και ό,τι αυτός συνεπάγεται -σύζυγος, παιδιά, σπίτι-, το χρέος της ως άνθρωπος και ως "κούκλα": μια όμορφη καθημερινή στιγμή στη ζωή του άντρα της, έτοιμη να του προσφέρει χαρά, χαμόγελο, ξεκούραση... και να τον κάνει να αισθανθεί κύριος, την ικανοποίηση ότι έχει υπό τον έλεγχό του ό,τι υπάρχει μέσα στο σπίτι του -είτε άψυχο, είτε έμψυχο. Παρά τον τρόπο που γαλουχήθηκε και τις καθημερινές της ευθύνες και δραστηρίοτητες: φροντίδα σπιτιού, παιδιών και συζύγου, δεν νιώθει ότι ικανοποιεί τον προορισμό της. Και τότε, κάνει το λάθος.
Τελικά, η Νόρα πρέπει να μάθει πώς έχει συσταθεί η κοινωνία, τις αξίες και τους πονηρούς. Άραγε, ποιος έχει δίκιο; Η κοινωνία ή εκείνη; Σε αυτό το ερώτημα, που το θέτει ο ίδιος ο συγγραφέας μέσα από την ηρωίδα του, η απάντηση δε μπορεί να είναι υπέρ της κοινωνίας των πονηρών, των νόμων, των τεχνοκρατών και άλλων τεράτων αλλά κοντά στην άδολη, καθαρή ψυχή της Νόρας του που είναι έτοιμη για την κάθε θυσία προκειμένου να σταθεί όπως θέλει, ή όπως έχει μάθει ότι οφείλει να κάνει, δίπλα στην οικογένειά της. Χαρακτηριστικό είναι πάντως ότι τη μοναδική φορά που συζήτησαν σοβαρά και ουσιαστικά οι δύο σύντροφοι ήταν λίγο πριν το τέλος. Σα να μην υπήρξε ποτέ η ανάγκη για κουβέντα, για ανταλλαγή απόψεων, για διάλογο. Σα να ήταν όλα δεδομένα και ξεκάθαρα, διάφανα, ευκολονόητα ή αυτονόητα ή ήδη ειπωμένα... Σαν να ήταν χαμένοι οι δυο τους για οκτώ χρόνια και σα να συναντήθηκαν μία και μοναδική φορά πριν τον χωρισμό τους.
Η Νόρα είναι παντρεμένη με τον Χέλμερ και επί οκτώ έτη συμβιώνουν αρμονικά, ήρεμα και ευτυχισμένα. Εκείνος τη φροντίζει σαν να είναι ένα παιδί που έχει ανάγκη την πατρική στοργή και στήριξη κι εκείνη του το ανταποδίδει με πίστη και αφοσίωση. Εκείνος φροντίζει να μη λείψει τίποτα από την οικογένειά τους κι εκείνη ασχολείται με τις ανάγκες του σπιτιού και το μεγάλωμα των παιδιών. Για εκείνον, η Νόρα, είναι η διαφυγή του από τα εργασιακά του ζητήματα και η ξεκούρασή του. Για την Νόρα ο θαυμασμός που τρέφει για τον Χέλμερ είναι χαρακτηριστικός της σχέσης τους και, εξάλλου, τον βρίσκει τόσο δυνατό και γοητευτικό! Η ίδια έχει ανατραφεί με την ίδια σχέση στοργής από παιδί και δεν υποψιάσθηκε ποτέ την πραγματική κοινωνία. Κάποτε, για να σώσει τη ζωή του άντρα της, κάνει τη λάθος κίνηση και όταν αποκαλύπτεται το μυστικό της ταπεινώνεται και εξορίζεται από τον σύζυγό της ο οποίος όχι μόνο δε τη στηρίζει αλλά την προπηλακίζει και μειώνει με το χειρότερο τρόπο.
Η Νόρα εμπιστεύεται τους άλλους και θέλει έναν κόσμο όμορφο, ιδανικό. Προτιμά να καταστραφεί παρά να συμβιβαστεί και σίγουρα δεν είναι μια συνηθισμένη γυναίκα. Στην τραγικότερη στιγμή της, φεύγει από το σπίτι της θεωρώντας ότι δεν έχει ηθικό δικαίωμα να μεγαλώσει τα παιδιά της με τις δικές της αρχές. Πολλά πράγματα δε διορθώνονται με νόμους.
Το Κουκλόσπιτο πραγματεύεται τις σχέσεις της οικογένειας, τους θεσμούς, τη συμβίωση, τη σχέση του ζευγαριού με τον κοινωνικό περίγυρο και αφορά την ψυχική κατάρρευση του ανθρώπου.
Ο Ίψεν έγραφε βιωματικά -άραγε, ποια ήταν η Νόρα της δικής του ζωής;- σχεδιάζοντας ψυχογραφικά τους ήρωές του αν και ποτέ δε θα πει: ορίστε, δείτε τον τρελό της παρέας ή νάτος ο φαλλοκράτης κ.ο.κ αλλά θα σε αφήσει να ανιχνεύσεις τα δομικά στοιχεία των ηρώων του μέσα από τις ιστορίες του και, κυρίως, μέσα από τους διαλόγους. Στο Κουκλόσπιτο[1] συναντάμε μια γυναίκα που θεωρεί κύριο και βασικό πυρήνα της ύπαρξής της τον γάμο της και ό,τι αυτός συνεπάγεται -σύζυγος, παιδιά, σπίτι-, το χρέος της ως άνθρωπος και ως "κούκλα": μια όμορφη καθημερινή στιγμή στη ζωή του άντρα της, έτοιμη να του προσφέρει χαρά, χαμόγελο, ξεκούραση... και να τον κάνει να αισθανθεί κύριος, την ικανοποίηση ότι έχει υπό τον έλεγχό του ό,τι υπάρχει μέσα στο σπίτι του -είτε άψυχο, είτε έμψυχο. Παρά τον τρόπο που γαλουχήθηκε και τις καθημερινές της ευθύνες και δραστηρίοτητες: φροντίδα σπιτιού, παιδιών και συζύγου, δεν νιώθει ότι ικανοποιεί τον προορισμό της. Και τότε, κάνει το λάθος.
Τελικά, η Νόρα πρέπει να μάθει πώς έχει συσταθεί η κοινωνία, τις αξίες και τους πονηρούς. Άραγε, ποιος έχει δίκιο; Η κοινωνία ή εκείνη; Σε αυτό το ερώτημα, που το θέτει ο ίδιος ο συγγραφέας μέσα από την ηρωίδα του, η απάντηση δε μπορεί να είναι υπέρ της κοινωνίας των πονηρών, των νόμων, των τεχνοκρατών και άλλων τεράτων αλλά κοντά στην άδολη, καθαρή ψυχή της Νόρας του που είναι έτοιμη για την κάθε θυσία προκειμένου να σταθεί όπως θέλει, ή όπως έχει μάθει ότι οφείλει να κάνει, δίπλα στην οικογένειά της. Χαρακτηριστικό είναι πάντως ότι τη μοναδική φορά που συζήτησαν σοβαρά και ουσιαστικά οι δύο σύντροφοι ήταν λίγο πριν το τέλος. Σα να μην υπήρξε ποτέ η ανάγκη για κουβέντα, για ανταλλαγή απόψεων, για διάλογο. Σα να ήταν όλα δεδομένα και ξεκάθαρα, διάφανα, ευκολονόητα ή αυτονόητα ή ήδη ειπωμένα... Σαν να ήταν χαμένοι οι δυο τους για οκτώ χρόνια και σα να συναντήθηκαν μία και μοναδική φορά πριν τον χωρισμό τους.
«Το θέατρο, όμως, είναι ποίηση και η ποίηση εφαρμόζει και αποθέτει ένα όνειρο απάνω στ’ όνειρό μας, ένα όνειρο που αν το θελήσουμε μπορεί να αλλάξει τον κόσμο! Ίσως, τότε, η Νόρα και η κάθε Νόρα ετούτου του πλανήτη, να πάψει να ζει σ’ ένα κουκλόσπιτο!»
Αγγελική Ραυτοπούλου, Υπεύθυνη Δημοσίων σχέσεων
Το έργο του Ερρίκου Ίψεν παρουσιάζεται σε διασκευή και σκηνοθεσία Βαλεντίνης Λουρμπά στο θέατρο Εκάτη.
Όπως έχω ξαναπεί ο χώρος αυτός, είτε γιατί έχει συνδεθεί με μια σειρά επιτυχημένων παραστάσεων έργων του συγγραφέα, είτε επειδή διαθέτει την ατμόσφαιρα, είτε επειδή τα εγχειρήματα τα αναλαμβάνει η Βαλεντίνη, έχει ταυτιστεί με τα Ιψενικά ψυχογραφήματα. Αυτή τη σεζόν δε, μπορείτε να παρακολουθήσετε τόσο το Κουκλόσπιτο όσο και την Αγριόπαπια του ίδιου.[2]
Στο προκείμενο, τα σκηνικά έχουν περιοριστεί στα απαραίτητα, επιτρέποντας στη ματιά μας να σταθεί πάνω στα πρόσωπα και όχι σε αντικείμενα και στολίδια. Η σκηνοθετική άποψη της Βαλεντίνης Λουρμπά ασχολείται με την εσωτερικότητα των ηρώων παρά με το πως δείχνουν εξωτερικά και κρατά ισορροπία τόσο στις εντάσεις όσο και στις πιο χαλαρές στιγμές. Δεν πλησιάζει ποτέ ακραίες συμπεριφορές δημιουργώντας πιο ρεαλιστικές φόρμες. Επίσης, μου αρέσει που δεν παίρνει θέση απέναντι στους χαρακτήρες και στις ιστορίες τους καθώς αφήνει τους διαλόγους να αναδείξουν τα ζητήματα, όπως και ο συγγραφέας.
Καταγοητεύτηκα την στιγμή της έκρηξης του Κώστα Κονταράτου, ως γιατρός Ρανκ, στην σκηνή με το σκάκι που ήταν εκστασιακός και είχε μια ιδιαίτερη φλόγα που έφτασε να κάψει κάθε θεατή. Υπάρχει μια περίεργη δυναμική σε τούτη τη σκηνή, μια υπόγεια ενέργεια που είναι έτοιμη να ξεχειλίσει καλύπτοντας ή μηδενίζοντας όλα τα προηγούμενα. Φοβήθηκα στην αντίστοιχη στιγμή έκρηξης του Σπύρου Ανδρέα Παπαδάτου που ως Κρόγκστατ, επιτίθεται -αμυνόμενος- στην Νόρα με πρόθεση να της προκαλέσει φόβο. Το ξάφνιασμά της το νιώσαμε κι εμείς στα καθίσματα. Όσο για τον Ξενοφών Χαντζή (Τόλβαλτ Χέλμερ) κερδίζει τις εντυπώσεις όταν ο ήρωάς του αποκαλύπτεται στην τραγική κορύφωση της τελευταίας σκηνής -σε όλη σχεδόν την έκταση είναι περισσότερο διεκπεραιωτικός- όταν συμβαίνει η αποκάλυψη και ξεσπά με το πραγματικό του πρόσωπο. Πάω να βγάλω τα μασκαρέματα, λέει η Νόρα κυριολεκτικά, αλλά αυτό ακριβώς έχει συμβεί και με τον Τόλβαλτ που, τη στιγμή εκείνη, σα να πέταξε τη μάσκα του και άφησε (πια) να φανεί ποιος είναι. Οι κυρίες Άννα Κουκουλιάτρα και Αννίτα Μαυρομιχάλη με έναν μαγικό τρόπο ταιριάζουν σκηνικά ενώ η δεύτερη πραγματικά αντανακλά το μυστηριακό υπόβαθρο της Χριστίνας Λίντε που υποδύεται.
Καταγοητεύτηκα την στιγμή της έκρηξης του Κώστα Κονταράτου, ως γιατρός Ρανκ, στην σκηνή με το σκάκι που ήταν εκστασιακός και είχε μια ιδιαίτερη φλόγα που έφτασε να κάψει κάθε θεατή. Υπάρχει μια περίεργη δυναμική σε τούτη τη σκηνή, μια υπόγεια ενέργεια που είναι έτοιμη να ξεχειλίσει καλύπτοντας ή μηδενίζοντας όλα τα προηγούμενα. Φοβήθηκα στην αντίστοιχη στιγμή έκρηξης του Σπύρου Ανδρέα Παπαδάτου που ως Κρόγκστατ, επιτίθεται -αμυνόμενος- στην Νόρα με πρόθεση να της προκαλέσει φόβο. Το ξάφνιασμά της το νιώσαμε κι εμείς στα καθίσματα. Όσο για τον Ξενοφών Χαντζή (Τόλβαλτ Χέλμερ) κερδίζει τις εντυπώσεις όταν ο ήρωάς του αποκαλύπτεται στην τραγική κορύφωση της τελευταίας σκηνής -σε όλη σχεδόν την έκταση είναι περισσότερο διεκπεραιωτικός- όταν συμβαίνει η αποκάλυψη και ξεσπά με το πραγματικό του πρόσωπο. Πάω να βγάλω τα μασκαρέματα, λέει η Νόρα κυριολεκτικά, αλλά αυτό ακριβώς έχει συμβεί και με τον Τόλβαλτ που, τη στιγμή εκείνη, σα να πέταξε τη μάσκα του και άφησε (πια) να φανεί ποιος είναι. Οι κυρίες Άννα Κουκουλιάτρα και Αννίτα Μαυρομιχάλη με έναν μαγικό τρόπο ταιριάζουν σκηνικά ενώ η δεύτερη πραγματικά αντανακλά το μυστηριακό υπόβαθρο της Χριστίνας Λίντε που υποδύεται.
Σε γενικές γραμμές, οι λάτρεις του Ίψεν θα τον ξαναλατρέψουν και οι λάτρεις της δραματικής τέχνης θα περάσουν μια εποικοδομητική βραδιά πλησιάζοντας λίγο παραπάνω τον Νορβηγό συγγραφέα.
Συντελεστές
Μετάφραση: Θίασος Λεπτουργείον
Σκηνοθεσία-Διασκευή: Βαλεντίνη Λουρμπά
Μουσική επιμέλεια: Νίκος Ανδρουλής
Σκηνικά-κοστούμια: Σωτηρία Σώτου
Φωτισμοί: Παναγιώτης Μανούσης
Ήχος - Φως: Ευριδίκη Γεωργίου
Ήχος - Φως: Ευριδίκη Γεωργίου
Φωτογραφία: Ειρήνη Αγιαννιωτάκη - Ευθύμης Ντούσικος
Χορογραφία: Λυδία Ορφανουδάκη
Παίζουν οι ηθοποιοί: Κώστας Κονταράτος, Άννα Κουκουλιάτρα, Αννίτα Μαυρομιχάλη, Σπύρος-Ανδρέας Παπαδάτος, Ξενοφών Χαντζής
Παραστάσεις
Κάθε Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο στις 19:30 και Κυριακή στις 21:30 ακριβώς
Θέατρο Εκάτη
Εκάτης 11, Πλατεία Κυψέλης
τηλ. 2106401931
facebook
[1] Το έργο θα το βρείτε στη βιβλιογραφία και ως Το σπίτι της κούκλας.
[2] Από την παράσταση Η Αγριόπαπια του προηγούμενου έτους. Προσοχή! Έχει αλλάξει η διανομή.