Εγγραφή στο newsletter για να μη χάνετε τίποτα! *** Φωνή τέχνης: Έχουμε πρωτιές! *** Δωρεάν διπλές προσκλήσεις! *** Κατεβάστε ΔΩΡΕΑΝ e-books ή διαβάστε λογοτεχνικά κείμενα σε πρώτη δημοσίευση ΕΔΩ! *** Αν σας αρέσει το θέατρο -παρακολουθείτε όλα τα είδη- ή έχετε άποψη για μουσικά άλμπουμ ή για ταινίες ή διαβάζετε λογοτεχνικά έργα κτλ. και επιθυμείτε να μοιράζεστε τις εντυπώσεις σας μαζί μας, επικοινωνήστε με το koukidaki. Αρθρογράφοι, κριτικογράφοι, άνθρωποι με ανάλογη κουλτούρα ζητούνται! *** Δείτε τις ημερομηνίες των προγραμματισμένων κληρώσεων στη σελίδα των όρων.
ΚΕΡΔΙΣΤΕ ΒΙΒΛΙΑ ακολουθώντας τους συνδέσμους. Μυθιστορήματα: Όταν το μαζί πληγώνει * Δίχως ένα αντίο * Κλουαζονέ * Οι Ελληνίδες: Η υποδόρια επανάσταση * Οι μοίρες της αστροφεγγιάς, Οικογένεια Πελτιέ, Η κατάρα, Ροζ, Ανθοπωλείον ο Έρως * Το δάσος των ψυχών * Ρε μπαγάσα * Σε είδα * Μέθεξη * Άννα * Ο καπετάνιος τση Ζάκυθος * Το κορίτσι της Σελήνης * Οι τρεις πίνακες ** Ποίηση: Δεύτερη φωνή Ι * Εν αρχή ην ο έρως ** Διηγήματα: Στερνό μελάνι * Τέσσερις συλλογές διηγημάτων από τις εκδόσεις Βακχικόν * Ένα πιο σκοτεινό φως * Η οργή του Θεού και άλλες ιστορίες ** Νουβέλα: Αγόρια και κορίτσια ** Διάφορα άλλα: Οι πουτ@νες κι εγώ * Πέντε βιβλία από τις εκδόσεις Ελκυστής ** Μουσικό άλμπουμ: Worthless Treasures

Απόψε δεν έχουμε φίλους

Στις 18/7/2019 η λέσχη ανάγνωσης πραγματοποίησε την τελευταία συνάντηση του τέταρτου κύκλου της «βιβλιοπαρέας». Η τελευταία συνάντηση για το έτος 2018-2019 επισφραγίστηκε με έξοδο για φαγητό και ευχές για καλό καλοκαίρι. Η λέσχη υποδέχθηκε ένθερμα το νέο μέλος της κο Δημήτρη Κουνένη δικηγόρο με μεταπτυχιακό στις διεθνείς σχέσεις και στο πιάνο, ο οποίος πραγματοποιεί τα πρώτα του λογοτεχνικά βήματα στη συγγραφή με το «Travelling with company» και μας εντυπωσίασε με τις πλούσιες ταξιδιωτικές του εμπειρίες.

Το βιβλίο που είχαμε να συζητήσουμε ήταν το «Απόψε δεν έχουμε φίλους» της Σοφίας Νικολαΐδου. Η Σοφία Νικολαΐδου έχει διδάξει δημιουργική γραφή στο Α.Π.Θ. και στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας και στο εργαστήρι βιβλίου του ΕΚΕΒΙ. Το συγκεκριμένο βιβλίο τιμήθηκε με το Αthens Prize for Literature και μεταφράστηκε στα εβραϊκά. To μυθιστόρημά της Χορεύουν οι ελέφαντες κυκλοφόρησε στις Η.Π.Α. Επίσης το βιβλίο της «Καλά και σήμερα» διακρίθηκε για την προαγωγή του διαλόγου σε ευαίσθητα κοινωνικά θέματα.
Το μυθιστόρημα αναφέρεται σε τρεις γενιές Ελλήνων που έζησαν τις δικές τους ιστορίες σε τρεις χρονικές φάσεις. Η μία ιστορική φάση είναι τα χρόνια 1934-1944. Η συγγραφέας περιγράφει τα χρόνια της κατοχής στη Θεσσαλονίκη, όταν οι ναζιστές Γερμανοί διασκορπίζονταν στα ελληνικά εδάφη και η Θεσσαλονίκη ήταν πολυπολιτισμική καθώς συγκατοικούσαν Εβραίοι, Έλληνες, Γερμανοί. Μια άλλη φάση αναφέρεται στην σκληρή πραγματικότητα που επικρατούσε στα πανεπιστήμια με θέματα απαγορευμένα για έρευνα, όπως αυτό των δωσίλογων με τις γερμανοφασιστικές οργανώσεις στην πόλη της Θεσσαλονίκης στα έτη 1981-1989. Μια τρίτη φάση είναι ο Δεκέμβριος του 2008 και η καταστρεπτική φωτιά στη φιλοσοφική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου.

Ένα πολιτικό βιβλίο μας διδάσκει πως «πρώτα κοιτάς που χύθηκε το αίμα σου και ύστερα διαλέγεις πλευρά». Το μυθιστόρημα έχει ιστορικές αναφορές, αλλά κυρίως πολιτικές. Ξεκινάει τοποθετημένο στο 2008 και έτσι κλείνει χρονικά, ενώ διαμεσολαβούν επτά κεφάλαια που αναφέρονται στις περιόδους 1944-1989, τα οποία όμως δεν παρουσιάζονται με χρονολογική σειρά, αλλά οι ήρωες μεταφέρονται σε τρεις χρονικές περιόδους. Ο Σουκιούρογλου είναι ο κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου, ο οποίος θέλει να εκπονήσει τη διδακτορική του έρευνα σε ένα θέμα πρωτοποριακό για την εποχή του, αλλά και απαγορευμένο, αφού οι πρωταγωνιστές ακόμη ζουν, είναι οι δωσίλογοι στα χρόνια της Κατοχής. Για τον σκοπό αυτό συλλέγει πληροφορίες από αρχεία στα δικαστήρια, παίρνει συνεντεύξεις και ζωντανές μαρτυρίες και συνεργάζεται με τον καθηγητή Αστερίου, ο οποίος είναι ένας υπερόπτης χαρακτήρας που βλέπει τον εαυτό του μέσα από τα μάτια των άλλων, επιζητά τον θαυμασμό τους και είναι ένας δύστροπος άνθρωπος. Ο επιβλέπων καθηγητής ήταν δύσκολος άνθρωπος, ειρωνικός, αυστηρός στη βαθμολογία του και δεν δίστασε να παρουσιάσει μια δουλειά ερευνητική του Σουκιούλογλου ως δική του και όταν τον ρώτησε γιατί δεν αναφέρεται στο όνομά του, ο Αστερίου του απάντησε ότι αυτά που λέει είναι λεπτομέρειες και άλλαξε θέμα συζήτησης. Ένα άλλος χαρακτήρας είναι ο ηλικιωμένος καθηγητής Εξάγγελος, με εθνικοσοσιαλιστικές ιδέες και φανατικός  γερμανόφιλος, ο μαυραγορίτης Σκίρπας, η προικισμένη με φυσική και λαϊκή σοφία γιαγιά Νίνα που μεγαλώνει τον ορφανό Σιουκιούρογλου και έχει στερηθεί ακόμη και τον πόνο για να είναι στο πλευρό του παιδιού που είχε ανάγκη από παιδικό χάδι και παραμύθι. Άλλα πρόσωπα είναι ο Στράτος, πρότυπο του συνδικαλιστή φοιτητή, η Φανή, ένα πανέξυπνο κορίτσι με ισχυρή προσωπικότητα ως φοιτήτρια που εντυπωσιάζει τον Σουκιούρογλου και τον Αστερίου με τις απόψεις της. Η ίδια ενθουσιάζεται από έναν μουσικό που της χαρίζει μια πένα που γράφει: Είμαι μαζί σου. Η Φανή είναι η κόρη του Ντόκου, του φοιτητή που αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του και να δουλέψει σε μια δημόσια υπηρεσία, γιατί έχασε την υποτροφία. Η κοπέλα εγκαταλείπει τελικά κι αυτή τις σπουδές της και γίνεται τραγουδίστρια.

Η διατριβή του Σιουκιούρογλου βαθμολογείται με «καλώς», πράγμα που τον εμποδίζει να σταδιοδρομήσει ως ακαδημαϊκός και γίνεται καθηγητής σε φροντιστήριο.
Το κλίμα της Κατοχής περιγράφεται με τους δωσίλογους, τους μαυραγορίτες, τους Εβραίους, τα κατηχητικά που συνθέτουν το κλίμα της εποχής. Παράλληλα ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην κατάσταση που επικρατεί στον ακαδημαϊκό χώρο. Διαδηλώσεις, πορείες διαμαρτυρίας, νεανικά όνειρα που διαψεύδονται, πανεπιστημιακές εντάσεις και αντιζηλίες. Η Νέα εποχή των κομματικών αλλαγών δημιούργησε ελπίδες στην δεκαετία του 1980, που όπως φαίνεται δεν επαρκούν για να ανατρέψουν τη διαφθορά, καθώς ακόμη και οι αισιόδοξοι χαρακτήρες βιώνουν την ματαίωση των προσδοκιών τους. Τα βιβλία καίγονται, γίνονται καταστροφές στη σχολή. Μια φωνή ακούγεται πίσω από ένα κασκόλ, «Απόψε δεν έχουμε φίλους». Ο Σουκιούρογλου υποφέρει στο θέαμα αισθάνεται ότι τα βιβλία τσιρίζουν, όταν καίγονται.

Ας δούμε όμως ορισμένα ενδοκειμενικά αποσπάσματα που θα μας μεταφέρουν στην ατμόσφαιρα που περιγράφει η συγγραφέας στο έργο της:
Σ. 33 «Ο Αστερίου πίστευε, το διακήρυσσε άλλωστε στο μάθημα, πως η αρχειακή έρευνα σε εφημερίδες, αν ο μελετητής δεν είναι χάνος και ξέρει να διαβάζει πίσω από τις γραμμές, χαρτογραφεί την καθημερινότητα. Τη ζυγίζει με τα μεγάλα γεγονότα. Η ιστορία κρύβεται εκεί, στην τραμπάλα ανάμεσα στο μεγάλο και το μικρό, τους έλεγε στο αμφιθέατρο. Κανείς δεν το ξέρει αυτό καλύτερα από την εφημερίδα».
Σ. 34 «Το προαύλιο της Αγίας Σοφίας περιέχει την ιστορία της πόλης. Χώρος αναψυχής, περιπάτου, συλλαλητηρίων. Νοσοκομείο, ξενώνας, καφενείο. Κατάλυμα προσφύγων ή σεισμοπαθών. Άσυλο φονιάδων. Νεκροταφείο, μοναστήρι, τόπος μαχών και βασανιστηρίων. Εκεί στρατωνίστηκαν το 1913 εκατόν πενήντα Βούλγαροι στρατιώτες. Το κατέλαβαν. Σκότωσαν τρεις Κρητικούς χωροφύλακες. Οι συνάδελφοί τους μάνιασαν, όρμησαν στους Βούλγαρους, τους έσφαξαν με τις ξιφολόγχες μες στην εκκλησιά. Ώρες μετά έπλεναν το δάπεδο, να καθαρίσει από τα αίματα. Και μετά, το 1922 εκεί καταυλίστηκαν καραβιές. Μικρασιάτες πρόσφυγες, το 1932 εκεί κατέφυγαν οι ξεσπιτωμένοι από το σεισμό της Ιερισσού, το 1936, επί Μεταξά, λίγο μετά τη διαδήλωση των καπνεργατών στις 9 Μαΐου, εκεί έγινε η υποδοχή της ολυμπιακής φλόγας, που κατέληξε στο Βερολίνο του Χίτλερ.- Αυτό το προαύλιο είναι ο βιωμένος χώρος της πόλης, επέμεινε ο Σουκιούρογλου. Αποτυπώνει τις μνήμες, τις ανάγκες, τις φαντασιώσεις των κατοίκων της. Να συμπληρώσω μια αθησαύριστη πληροφορία: το αριστερό κλίτος λειτούργησε ως σχολείο…»
Σ. 35 «Ο Αστερίου πείστηκε πως ο μπασμένος μελαχρινός με την ελαφριά σκολίωση και τα φθαρμένα παντοφλέ παπούτσια, Τρίτη γενιά πρόσφυγας, Μικρασιάτης από τη Χηλή, που μιλούσε με άνεση τα τουρκικά , όπως η γιαγιά του, είχε φλόγα που άρμοζε σε επιστήμονα ολκής και αμετανόητο πείσμα που εγγυόταν ερευνητικό αποτέλεσμα…»
Σ. 36 «Πολύ το εκτίμησε αυτό ο κύριος καθηγητής, που του άρεσαν οι ετοιμοπόλεμοι επιστήμονες».
Σ. 36 «Κι επέβαλε στη συνέλευση του τμήματος, παρόλο που υπήρχαν αντιρρήσεις, πως θέμα της υπό εκπόνηση διατριβής θα ήταν «Η εθνική υπόθεσις και οι Δωσίλογοι», αντικείμενο πρόσφορο για άγρια πολιτική εκμετάλλευση, έκριναν αρκετοί. Οι επαΐοντες της νεότερης ελληνικής ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο απεφάνθησαν πως το θέμα έπρεπε να σιτέψει κι άλλο, δεν προσφερόταν για διδακτορικό. Απορρίπτετε θέμα περιωπής, πείσμωσε ο Αστερίου. Εκείνη την περίοδο οικοδομήθηκαν πολιτικές σχέσεις και στερεότυπα πολιτικών συμπεριφορών που μας ταλανίζουν ακόμα, αντέτεινε ως τελικό επιχείρημα».
Σ. 37 «Η Απουσία ιδεολογίας είναι η πιο ισχυρή, η πιο αδίστακτη ιδεολογία, έλεγε και το πίστευε. (Ο Σουκιούρογλου) Ο Αστερίου συμμεριζόταν το πάθος όχι όμως και τις α του φοιτητή του. Καταλάβαινε πως όλα ήταν θέμα χειρισμού και οι χειρισμοί απαιτούν συμμαχίες. Ένας ομότιμος που επηρέαζε την κατάσταση άλλαξε ως δια μαγείας και σύντομα τέθηκε επικεφαλής σε κρατικό ερευνητικό πρόγραμμα».
Σ. 38 «–Πάμε στα τυφλά, σχολίασε ο Αστερίου. Πρώτη φορά πέρασε στη σχολή θέμα για ζωντανούς ανθρώπους. Κι εσύ κι εγώ πατάμε σε αναμμένα κάρβουνα. Δεν έχει επιστροφή».
Σ. 43 «Αταξινόμητο αρχειακό υλικό. Αυτό έψαχνε ο Σουκιούρογλου. Έπρεπε να βρει τρόπο να ανοίξει τους φακέλους των δικογραφιών του Ειδικού Δικαστηρίου Δωσιλόγων Θεσσαλονίκης. Για να λύσει έστω κι έναν σπάγκο, ο υποψήφιος διδάκτορας χρειαζόταν ειδική άδεια από το Υπουργείο Δικαιοσύνης».
Σ. 45 «Ο Σουκιούρογλου… έπιασε προσεκτικά τον πρώτο φάκελο και διάβασε: […] Ο κατηγορούμενος τακτικός καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Γαβριήλ Ιωάννου Εξάγγελος, κατά την διάρκεια της ξένης εν Ελλάδι Κατοχής εν Θεσσαλονίκη απέκτησε στενάς σχέσεις μετά των κατακτητών Γερμανών… Ο Εξάγγελος, όπως πολλοί διαπρεπείς πανεπιστημιακοί, είχε σπουδάσει στη Γερμανία. Απαιτούσε θαυμασμό για τον Άξονα, ει δυνατόν ενυπόγραφο».
Σ. 46 «Ερωτάται όμως: επιτρέπεται εις διακριθείς Πανεπιστημιακός διδάσκαλος να συνεργάζεται μετά του εχθρού της Πατρίδος λόγω επιπολαιότητος;»
Σ. 50 «Ο κύριος καθηγητής (Τσιτσίρας) καθόταν στην μπερζέρα του, κοιτούσε αφηρημένος το παράθυρο. Το φως έπεφτε πλάγια, θεσσαλονικιώτικο φως, πορτοκαλοκόκκινο, σε βρίσκει στο διαμέρισμα μα ξέρεις ακριβώς πώς βάφει τον Θερμαϊκό, δε χρειάζεται να το βλέπεις, μία φορά αρκεί, το θυμάσαι για πάντα».
Σ. 52. «Ο Αστερίου σπανίως μιλούσε για τα νυχτέρια στη σοφίτα που τον πέταξαν, τον τρόπο που είχαν οι Γερμανοί να τον κρατούν σε απόσταση, να του θυμίζουν ότι είναι επισκέπτης, υπήκοος μιας άλλης χώρας, αυτής που πλήρωνε τα έξοδά του, μιας χώρας με λαμπρή αρχαία ιστορία, -πώς να την αρνηθούν, επάνω της στήριζαν τις διατριβές τους. Πάντως, ορισμένοι εξακολουθούσαν να τρέφουν τη φαντασίωση ότι αυτοί ήταν οι Ευρωπαίοι κληρονόμοι, εν τινί λόγω οι συνεχιστές του αρχαιοελληνικού μεγαλείου».
Σ. 53 «Το ταξί άφησε τον Σουκιούρογλου στην καγκελόπορτα. Το σπίτι του Εξάγγελου στο Πανόραμα ήταν κρυμμένο πίσω από πυκνά δέντρα. Μια νεαρή κοπέλα τον έμπασε στο κάτασπρο σαλόνι. Χιονάτο χαλί, πάλλευκοι καναπέδες, τραπέζια από λευκή λάκα, δύο τεράστιοι καθρέφτες αντικριστά. Όπου και να καθόταν, θα λέρωνε».
Σ. 53-54 «–Χρειάζεται γκέμια η σχολή, αποφάνθηκε με απόλυτη σοβαρότητα. Αν συνεχίσουν την ελευθεριάζουσα τακτική που ακολουθούν, σε λίγο θα τη λυμαίνονται αλλόγλωσσοι κι αλλόφυλλοι. Αυτοί θα βγάλουν και τον Όμηρο Αφρικανό, προέβλεψε με εθνική ανησυχία. Το ανθρωπιστικό μοντέλο που πρεσβεύει η σχολή μας, παιδί μου είναι ο προμαχώνας αιωνίων αξιών. Το παράδειγμα των Ελλήνων κλασικών φωτίζει και οδηγεί την Ευρώπη».
Σ. 55 «..Αν παρατεινόταν η Κατοχή για μια εικοσαετία, για παράδειγμα μέχρι το 1965, θα είχαμε αποφύγει τον Εμφύλιο, …Άσε που οι Γερμανοί θα είχαν φτιάξει κράτος, η οικονομία θα είχε ορθοποδήσει, δεν θα σερνόμασταν πίσω από την Αμερική». (Ο Εξάγγελος)
Σ. 60 «Φανή, έβγαλε την πένα από την τσέπη της και την κοίταξε προσεκτικά… Είμαι μαζί σου έγραφε. Το πιο ωραίο πράγμα που διάβασε ποτέ της. Άφησε τον Στράτο να φλυαρεί σ’ όλη τη διαδρομή από την Άνω Πόλη ως το πατρικό».
Σ. 61 «Έσυρε τη σακούλα της απ΄ τα στενοσόκακα της Αγίας Τριάδας ως την Πανεπιστημίου. Στην ανηφόρα της φιλοσοφικής, παγωμένος αέρας».
Σ. 63 «Αυτό που μπορώ να σκεφτώ, άρπαξε ξανά το λόγο εκείνη, είναι ότι όλα αυτά είναι απότοκα του Εμφυλίου. Δεν μπόρεσε να βρεθεί κοινά αποδεκτή θεωρία και πρακτική για την τήρηση ενιαίας στάσης. Η δικαιοσύνη ήταν ακόμη, φαντάζομαι, υπό ανασυγκρότηση».
Σ. 64 (Ο Αστερίου) «Η διδασκαλία του τρεφόταν από την έρευνά του, γι’ αυτό τσιγκλούσε το ακροατήριο. Δεν υπάρχει αυθεντία στην επιστήμη. Η Φανή ρώτησε ευθαρσώς πότε άρχισε ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος, όταν άρπαξε ο Χίτλερ την εξουσία ή όταν εισέβαλε ο γερμανικός στρατός στην Πολωνία, τι νομίζετε; Στην πραγματικότητα ήθελε να ρωτήσει πώς γίνεται να κόβουμε την ιστορία φέτες, να αποφαινόμαστε για αρχή, μέση και τέλος έτσι αυθαίρετα…»
Σ. 65 «-Ωραιοτάτη πάντως αυτή η… πώς την είπαμε; Επανήλθε ο καθηγητής. -Φανή Ντόκου. -Θα γίνει καλή δασκάλα. -Μπορεί και ερευνήτρια, πέταξε ο Σουκιούρογλου το ενδεχόμενο. -Σκέφτηκες ποτέ τους γιατί καμιά τους δεν συνεχίζει; Ρώτησε ο Αστερίου. Δες στο τμήμα. Όσες έχουμε, είναι όλες κυρίες κυρίων».
Σ. 68 «Η Νίνα ένα πράγμα είχε σε υπόληψη: τη μόρφωση. Οι σπουδές ήταν δύναμη -κι αυτή η δύναμη πρόσφερε δυνατότητες. Αν είχες μόρφωση, μπορούσες να διαλέξεις, ν’ αλλάξεις ζωή. Κι αυτό, για όποιον δεν είχε μεγαλώσει σε σπίτι με λεφτά, ήταν προίκα».
Σ. 70 «Η Γιαγιά σέρβιρε δεύτερη μερίδα στα πιάτα τους, με γερή δόση σάλτσας. Τα παραμύθια υπήρχαν πολύ πριν τις σχολές, πήγε να πει. Αλλά δεν το είπε. Ήταν γριά. Εδώ και χρόνια είχε αποδεχτεί ότι οι συζητήσεις δεν ωφελούν κανέναν και τίποτα. Αλλά για να το καταλάβεις αυτό, πρέπει να έχεις ζήσει με ανθρώπους, όχι με βιβλία».
Σ. 79 «Όταν επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη, διδάκτωρ φιλοσοφικής, η πόλη του φάνηκε φτωχή και μίζερη. Τον πρόσβαλλε το βαλκάνιο προφίλ, οι αλλόγλωσσοι που λυμαίνονταν τις συνοικίες και την αγορά. Εβραίοι, Βούλγαροι, τουρκόσποροι».
Σ. 80 «Ο Χίτλερ, γι’ αυτό ο Εξάγγελος έβαζε το χέρι του στη φωτιά, μπορούσε να βγάλει πέρα έναν πόλεμο. Να τον ξεκινήσει και να τον τελειώσει, νικηφόρα και εορταστικά. Όχι όπως ο δικός μας ο Βενιζέλος, που ξεπούλησε την Ελλάδα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών και τραυμάτισε, δε λες καλύτερα τσάκισε, την τιμή της χώρας… Τότε εννόησε πως το αίμα είναι γερό θεμέλιο. Οι αυτοκρατορίες κραταιώνονται επί πτωμάτων. Πατέρας των ανθρώπων είναι ο πόλεμος. Η ηθική είναι η πολιτική των αδυνάτων, αυτών που μυξοκλαίνε και ζητάνε έλεος. Όλα τ’ άλλα, θεωρίες για παιδάρια».
Σ. 81 «Ο Νίτσε το απέδειξε: η μελέτη του αρχαίου κόσμου οδηγούσε στο αναντίρρητο συμπέρασμα ότι η ιεραρχική οργάνωση της κοινωνίας ήταν νόμος της φύσης».
Σ. 84 «Την επομένη, η Νίνα βγήκε εκτός των τειχών, στα ωραία σπίτια. Είδε μαζεμένο κόσμο και στάθηκε. Είχαν ανοίξει το εβραίικο, κάποιος της γειτονιάς σίγουρα το έβλεπε άδειο, του τρύπαγε το μάτι. Μπούκαραν όλοι, άντρες με τις γυναίκες τους, κορίτσια της παντρειάς, μαντραχαλαίοι, άλλος κατέβασε την πορσελάνινη σόμπα, εκείνη με τους πελαργούς, και τα τριαντάφυλλα, άλλος το χαλί, άλλος τραβολογούσε τα σεντόνια με το κέντημα, τα έσερνε στις σκάλες, τα λάσπωνε».
Σ. 88 «Ανακατεύτηκαν και με την τροφοδοσία του ναζιστικού στρατοπέδου Παύλου Μελά».
Σ. 94 «Ο Ντόκος στις εισαγωγικές εξετάσεις είχε γράψει έκθεση ιδεών στη δημοτική. Το τόλμησε χωρίς να το πολυσκεφτεί, σκάνδαλο για τα γλωσσικά ήθη, μα ο πανεπιστημιακός που βαθμολόγησε τα γραπτά το εκτίμησε, κι αυτό και τις ιδέες που διατύπωσε με γλωσσική ακρίβεια και ευφράδεια. Η πράξη του φανέρωνε πνεύμα ατίθασο, σκέφτηκε ο Εξάγγελος- ή μάλλον ασεβές.»
Σ. 95 «-Κύριε Ντόκο, σας αρέσει ο Πλάτωνας; -Ναι, απάντησε ο Ντόκος. Η γλώσσα του είναι επεξεργασμένη στο έπακρο. –Και οι ιδέες του; Σας αρέσουν οι ιδέες του; -Τις βρίσκω ανεφάρμοστες. –Η πολιτική πρόταση του Πλάτωνα ελέγχεται ως ουτοπική. ΟΙ φιλόσοφοι δεν μπορούν να κυβερνήσουν, σχολίασε ο νέος».
Σ. 99 «Ο φοιτητής έχασε την υποτροφία και αναγκάστηκε να παρατήσει τις σπουδές του. Η Νίνα τον σεβόταν ως γραμματιζούμενο, κι ας μην είχε πτυχίο».
Σ. 101 «Στην ίδια πλατεία, στις 11 Ιουλίου του 1908, είχε ακουστεί σε δέκα διαφορετικές γλώσσες το κήρυγμα της Ισότητας, της Ελευθερίας και της Δικαιοσύνης».
Σ. 103 «Οι φοιτητές διέσχισαν την Αγίας Σοφίας, κατέβηκαν στη λεωφόρο Νίκης, στο άγαλμα του Βότση. Ανηφόρισαν για το Πανεπιστήμιο. Περνώντας από την οδό Αγγελάκη, στάθηκαν κάτω από το μπαλκόνι του καθηγητή της ιστορίας Χαράλαμπου Νικηφορίδη».
Σ. 104 «Όρμησαν τα παιδιά, την άρπαξαν, τη σήκωσαν στα χέρια. Ανέβηκαν στη Φιλοσοφική, πέρασαν απέναντι, στο άγαλμα του Καρατάσου. Δυο φοιτητές, μαζί με τον Ντόκο, τύλιξαν τον μαρμάρινο ήρωα με τη σημαία του Νικηφορίδη. Ανέμιζε σαν μπέρτα η γαλανόλευκη. Ο Εξάγγελος πληροφορήθηκε τη δημαγωγία του Νικηφορίδη. Άφριζε και ετοίμαζε υπόμνημα. Του τα είχε κρατημένα από την τελευταία συνέλευση. Θεωρούσε τον Νικηφορίδη ακραίο διαφωτιστή. Ατράνταχτο τεκμήριο: είχε σπουδάσει στη Γαλλία. Ήταν ένας Παριζιάνος σοφιστής».
Σ. 105 «Μέσα σε δέκα ημέρες, ο Εξάγγελος κατάφερε να συλληφθεί ο καθηγητής Νικηφορίδης με την κατηγορία της μασονίας και να κλειστεί στο ναζιστικό στρατόπεδο του Παύλου Μελά».
Σ. 106 «Η επιστήμη δε δικάζει και δεν αποφαίνεται, απλώς παρατηρεί και διασώζει. Η επιστήμη κρίνει και κρίνεται. Έχει ιδεολογία, την υπερασπίζει. Και το χειρότερο, έχει εθνικότητα, μιλάει γλώσσα».
Σ. 107 «Ο Νικηφορίδης συνέχισε. Κατάγομαι από το Βατούμ της Ρωσίας. Πριν από λίγα χρόνια, τον Δεκέμβριο του 1937, ξεκίνησε η «ελληνική Επιχείρηση». Το διάταγμα υπέγραψε ο Στάλιν, τη διαταγή εξόντωσης ο υπουργός Εθνικής Ασφάλειας Γέζοφ. Όσοι άρρενες Πόντιοι είχαν πατήσει τα δεκαέξι συνελήφθησαν. Αιτιολογία σύντομη και σαφής: είχαν αντεθνική καταγωγή».
Σ. 108 «Ο Μεταξάς σιώπησε, δεν ήθελε να πλημμυρίσουν Έλληνες «κομμουνιστές» τη χώρα του. – Θέλω να πω, σχολίασε κοιτώντας στα μάτια το φοιτητή του, εγώ παιδί μου, δεν μπορώ να γίνω κομμουνιστής. Αδύνατον. Μου σκότωσαν τη μάνα. Έσφιξε τα χείλη και συμπλήρωσε πικρά:- Όπως καταλαβαίνεις, παιδί μου, η Ιστορία είναι υπόθεση προσωπική. Πρώτα κοιτάς που χύθηκε το αίμα σου και ύστερα διαλέγεις πλευρά».
Σ. 269 «Η Κορίνα έσκασε να κλαίει, όμως ο μπαμπάς πήρε το μέρος του Στράτου και η μαμά δε μίλησε. Ο επαγγελματικός προσανατολισμός της μικρής αποφασίστηκε ερήμην της, με συνοπτικές διαδικασίες.»

Καλό φθινόπωρο με ευχές από τη συντονίστρια, τα μέλη της λέσχης ανάγνωσης και τις βιβλιοθηκονόμους της βιβλιοθήκης Ορέστου σε όλους τους αναγνώστες μας!



Το μυθιστόρημα Απόψε δεν έχουμε φίλους της Σοφίας Νικολαΐδου κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Διαβάστε τις πρώτες σελίδες!

ΔΩΡΑ - Κλικ σε εκείνο που θέλετε για πληροφορίες και συμμετοχές
Νόστος, Εν ονόματι της μούσας Ερατώς, Διόρθωση Ημαρτημένων, Η χρυσή κληρονόμος και ΦρουτίνοWorthless Treasures, Temple Music΄Σε είδα, Ιωάννη ΜαρίνουΑγόρια και κορίτσια, Δημήτρη ΣιάτηΈνα πιο σκοτεινό φως, Μαρίας ΣυλαϊδήΟ καπετάνιος τση ΖάκυθοςΗ οργή του Θεού και άλλες ιστορίες, Ιωάννας Σερίφη
Ρε μπαγάσα, Θεόδωρου ΟρφανίδηΤέσσερις συλλογές διηγημάτων από τις εκδόσεις ΒακχικόνΟι τρεις πίνακες, Βαΐας ΠαπουτσήΤο κορίτσι της Σελήνης, Μαργαρίτας ΔρόσουΚλουαζονέ, Λίνας ΒαλετοπούλουΤο δάσος των ψυχών, Ιωάννη ΜαρίνουΟι πουτ@νες κι εγώ, Γιάννη Ράμνου
Μέθεξη, Μαρίας ΠορταράκηΟι Ελληνίδες: Η υποδόρια επανάσταση, Χρύσας ΜαρδάκηΡοζ, Ανθοπωλείον ο Έρως, Οικογένεια Πελτιέ, Οι μοίρες της αστροφεγγιάς, Η κατάραΣτερνό μελάνι, Άγγελου Αναγνωστόπουλου
Εν αρχή ην ο έρως, Ευαγγελίας ΤσακίρογλουΆννα, Μαρίας ΚέιτζΔεύτερη φωνή Ι, Γιάννη Σμίχελη