Διάλογος με τον Πεσσόα
Απέναντι στο βιβλίο της ανησυχίας
Γιάννη Σμίχελη
Είναι σαν να μην είναι, σαν να μην ήταν ποτέ, σαν να μην γινόταν να ήταν πιο πριν, αλλά τώρα ενδεχομένως, εφόσον, θα δείξει, σαν να έχει ξυπνήσει η ίδια η ανησυχία και ανήσυχη να ανησυχεί για την απουσία της ανησυχίας σου. Ένας δρόμος δεν είναι ποτέ ένας κι ας φαίνεται σαν να είναι μοναδικός, είναι πάντα πολλοί μαζί, σαν να έχουν συνάψει μια συμφωνία ειρήνης και κατευθύνονται προς διαφορετικούς προορισμούς έστω κι αν φαίνεται ότι είναι μ' έναν συγκεκριμένο προσανατολισμό. Γιατί κάποιος που πάει προς τη δύση μπορεί να ανατέλλει μέσα του ο ίδιος και αν βρίσκεται στον βορά, να μπορεί να φέρει εντός τη ζέστη και θαλπωρή ενός νότου που απλώνεται αόρατα και κανένα κρύο, καταιγίδα και Βαρδάρης δεν μπορεί να του αντισταθεί. Η λογική, η λογική αυτή η έλλογη λογική είναι σαν ένα τετραγωνισμένο τετράγωνο ενός τετραγωνικού τετραγώνου μιας χαοτικής πόλης όπως της Αθήνας. Όλα διαθέτουν μια ταραχή και στη βάση τα πόδια μας έχουν το νόημα της ευθυγράμμισης με το κέντρο του κεντρικού άξονα της κεντρομόλου δύναμης του πιο κεντρώου κέντρου του κεντρικού στόχου μας. Τα δέντρα δεν είναι αλλά γίνονται διαρκώς, να είναι για να συνεχίζουν να υπάρχουν, για να γίνονται στο είναι της ουσίας μιας ουσιαστικής σημασίας του ουσιώδες ουσιαστικού. Γέφυρες είναι τα αόρατα βλέμματα με μια αστείρευτη όραση ενός φωτεινού ονείρου του οραματικού ματιού. Από όποια μεριά και να το βλέπουμε, αν δεν θέλουμε να το δούμε ή αν δεν μας επιτρέπουμε να το δούμε δεν θα το δούμε ποτέ, αλλά αυτό θα μας βλέπει από παντού. Παρηγοριά, εεε;
Μου τρέχουν δάκρυα, πολλά μαύρα φουσκονεριάς, αφρισμένα δάκρυα, τόσα και με τέτοιον τρόπο δεν είχα ποτέ, ούτε στην πιο μεγάλη απογοήτευσή μου μπρος στην οικονομική μου κατάρρευση, μήτε όταν εκείνη πηδιόταν με του συναφιού κι εγώ το διαισθανόμουνα, το ένιωθα στην ορφάνια του δέρματός μου, έστω κι αν γύριζε την ίδια μέρα στο σπίτι και κοιμόταν μαζί μου. Όχι, μιλάω για κλάμα τόσο σκοτεινό που δεν συγκρίνεται με τίποτα άλλο, σαν μια ποταμιά πλημμυρισμένη, αφηνιασμένη από καταιγίδα των σαλεμένων γνωμικών, ενώ οι λέξεις βουτάνε στο κενό και σπάνε στα βράχια καταρρακτών για να λυτρωθούνε από τον ορισμό που φέρουν, γιατί δεν βρίσκουν νόημα και θέση στην πραγματικότητα. Έτσι είναι οι ανίατες νευρολογικές ασθένειες. Κι όταν φεύγω από τον σταθμό φροντίδας δεν αφήνω τίποτα πίσω μου γιατί όλα έχουν την κολλητική ιδιότητα να εφάπτονται και ταιριάζουν στον αόρατο εαυτό μου με τον εφαρμοσμένο τρόπο του απείρου. Σαν να είναι η ματιά μια ρευστή αίσθηση που εξατμίζεται τείνοντας να συλλάβει καλύτερα μια απελπισία που μόνο αυτή είναι η αποκλειστικά υγιής πηγή στην εποχή και την κοινωνία που ζω. Οι πάσχοντες είναι εσαεί τέτοιοι, ταυτόχρονα δείχνουν οι μόνοι υγιείς σε ένα κοινωνικό σύνολο που οι κανονικότητές του φαίνονται αρρωστιάρικες στα επίπεδα του καρκινώματος και του εκφυλισμού. Συγκρίνοντας την συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων του Άγιου και τα άτομα με νοητική ανεπάρκεια που φροντίζω, αναρωτιέμαι διαρκώς ποιος είναι στενόμυαλος και άρρωστος; Οι ασθενείς μου χαρακτηρίζονται συνήθως από μια ανάπτυξη του εγκεφάλου σαν εκείνη των παιδιών έως τεσσάρων ή πέντε χρόνων, ενώ οι πρώην συντοπίτες μου, αν και ενήλικες με απολυτήρια λυκείου, πτυχία, γνώση χειρισμού μηχανών, καταστάσεων και μηχανισμών, μοιάζουν απίστευτα ηλίθιοι, ανώριμοι και κολλημένοι ώστε το έλλειμά τους στην καθολική ευαισθησία ως προς τη ζωή την ίδια να φαντάζει σαν μια ηθελημένη αναπηρία διαρκώς επιδεινούμενη και με μια τάση να την επιτείνουν εσκεμμένα και με περηφάνια σαν να κάνουν κάτι μεγαλόπνοο και αξιομνημόνευτο.
Πια μακριά από όλους κι όλα, λες και αυτός που ήμουν μέσα σ' εκείνη την πόλη της φανταχτερής αυταπάτης έχει πεθάνει. Έχω κρατήσει μόνο από την παλιά προσωπικότητα την ενεργητικότητά μου, με λιγότερα ξεσπάσματα πια, την κοινωνιολογική μάτια συνοδευόμενη από ανθρωπολογικές πινελιές επί της καθημερινής μου πραγματικότητας και τον αυθαίρετο προσδιορισμό του χρόνου πέρα από κάθε νόρμα του μεταπτυχιακού του Ρεθύμνου. Η γραμμικότητα του ακαδημαϊκού ιστορικού χρόνου μ' έπνιγε πάντα, ένιωθα πως είμαι ένα στρατιωτάκι μηχανικό που ρυθμίζεται με οδηγίες θετικιστικής αληθοφάνειας έτσι ώστε να πατάω στον ρυθμό των ρολογιών, των ημερολογίων και να μην σκέφτομαι όπως εγώ διαισθάνομαι ώστε να αποκαλύπτω την αλήθεια· κι ας είναι και ψέμα. Αφού, ούτως ή άλλως, η αληθινή αλήθεια και το αληθινό ψεύδος δεν ισχύουν παρά μόνο διαισθητικά, ενώ η σχετική αλήθεια και το σχετικό ψέμα είναι τα αποστάγματα του στοχασμού. Σαν να είμαι ο ίδιος ο χρόνος σε σύγχυση ή άσχετος με την αριθμητική και το μέτρημα. Είμαι ο χρόνος κι ό,τι θέλω κάνω, με καταργώ όποτε γουστάρω, επιβάλλομαι ανάλογα τα κέφια μου και σχετικοποιούμαι ανάλογα με τις επιδιώξεις μου. Είμαι ως χρόνος ο τύραννος, μονάρχης του σύμπαντος. Όποιος πάει να μου κουνηθεί, τον ταρακουνάω μέχρι να του φύγει και το τελευταίο απολειφάδι ύπαρξης. Είμαι αναρχοαυθαίρετος ως απόλυτος δυνάστης με αόρατες ιδιότητες. Έτσι μπορώ και βρίσκομαι εντελεί μέσα μου και με ανακαλύπτω ή με διαμορφώνω εκ νέου με την παιδική τάση που είχα ανέκαθεν προς τη γοητεία του ξένου, του αγνώστου και ανοίκειου. Δεν έχω φοβίες πια, δεν πίνω, δεν καπνίζω, είμαι χορτοφάγος και απορρίπτω τα κοινωνικά ή ιδιωτικά δεκανίκια. Διαρκώς εντάσσομαι στον χώρο και τη φθορά ως μια άχρονη στιγμή ενός ανεξερεύνητου είναι και όλα αυτά μ' ένα μεταφυσικό κοσμικό τρόπο βιώματος. Η πραγματικότητα άλλωστε είναι μια διυποκειμενική σύνθετη δημιουργία μ' ατομικές πτυχώσεις, μοναδικές κι ανεπανάληπτες που συνθέτουν ένα σύνολο ιδιαιτεροτήτων μέσα σε μια πάγια κινούμενη και μεταβαλλόμενη συμπαντική κοσμικότητα. Όλα είναι ζήτημα ορισμών των μεθοδολογικών εργαλείων μιας υλοενέργειας ατέρμονα διασκορπίζουσας σ' ένα άπειρο με διακυμάνσεις συμπυκνώσεων σκοταδιού και το κενό βρίσκεται, σαν νησίδες σωτηρίας, μέσα και πέρα από αυτό και εντός μας. Αυτό είναι ο ύψιστος θεός, το κενό που αφήνει την ελευθερία να το γεμίσει. Θεός είναι το εντελώς άδειο και το τίποτα.
Από την ανθρωποκεντρική οπτική του όλου είναι σημαντικό να μεταβούμε στην ανθρωποφυσική προσέγγιση γιατί μόνο έτσι θα σωθούμε από την αλλοτρίωση που η ψευδαίσθηση της διαρκούς προόδου και ευημερίας του αστικού πολιτισμού μάς έχει οδηγήσει στο χείλος του γκρεμού. Πια ο χυδαίος υλισμός του έχει τοξικοποιήσει τη ζωή στον πλανήτη γη σε βαθμό να απειλούμαστε με σωματιδιοποίηση στο χαοτικό σκοτάδι. Δεν θα έχουμε τη δυνατότητα ούτε της ανάμνησης. Η φυσιοκρατία δεν έχει καμία χρηστική αξία γιατί ο ορισμός της φύσης εκπορεύεται από τον άνθρωπο και από τον τρόπο που συλλαμβάνει τη δίκη του φυσική υπόσταση και όχι από την ίδια τη φύση. Αν μας είχε αποκαλυφθεί η τελευταία πλήρως δεν θα είχαμε χρόνο, θα ήμασταν άτρωτοι και δεν θα υπήρχε νόημα στην ύπαρξή μας. Η ίδια η φύση δεν είναι παρά μια απειροσύνη που θα παραμένει αιώνια μυστηριώδης. Στην ανθρωποφυσική, λοιπόν, ο άνθρωπος μέσα στη φύση, με τη διττή σημασία του όρου του περιβάλλοντος και της βιολογικής ύπαρξης, επανεντάσσεται και με τον μεταφυσικό του τρόπο την ορίζει εκ νέου προς την κατεύθυνση του φυσικού όλου και όχι μόνο προς την χρεία του, την οποία όμως λαμβάνει υπόψιν. Επομένως, η φύση μεταμορφώνεται και όχι εξανθρωπίζεται απλώς, ούτε μεταποιείται απλοϊκά. Είναι μια σύνθετη αναδημιουργία, άρα ποιητικής υφής, με τη μέθοδο της διαλεκτικής διάχυσης, ώστε διαρκώς το πολυεπίπεδο, πολυσήμαντο και πλουραλιστικό προσανατολισμένο να αναβαθμίζεται μέσα από τη διαρκή επίλυση των αντιθέσεων προς την οδό του καθολικού. Ο τεμαχισμός της γνώσης δεν έχει νόημα παρά μόνο για τα συμφέροντα που επενδύουν σε μια εξειδίκευση ως προς το επικερδές ερευνητικό σχέδιο και πρόγραμμα, αλλά και πάλι σ' ένα ξεπερασμένο πλαίσιο που οδηγεί στην αυτοκαταστροφή της ίδιας της επένδυσης. Η συγκέντρωση του πλούτου στους ελάχιστους, κάτω του 1% του ανθρώπινου πληθυσμού, έχει καρκινογενέσσει αλαζονικούς κροίσους που ενώ διαθέτουν απτή γνώση περί της εκμετάλλευσης, είναι παντελώς άσχετοι με την κοινωφελή επένδυση έστω την κερδοσκοπική. Το παιχνίδι των funds έχει εξελιχτεί σε παρτίδες πόκας, ούτε καν σκακιού, ενώ των ολιγαρχών σε παρτίδα αρχάριων σκακιστών, γιατί είναι τόσο βλαμμένοι μέσα στη ματαιοδοξία και υπεροψία τους που δεν βλέπουν την ηλιθιότητα των κινήσεών τους, η οποία από μόνη της οδηγεί στην ήττα και όχι το επίπεδο ευφυΐας του αντιπάλου. Είναι σαν να ανταγωνίζονται τα σκατά ποια θα γίνουν πιο τοξικά. Για την αποφυγή του τρίτου και ολοκληρωτικού κυριολεκτικά πολέμου, ενταφιασμού του ανθρώπινου πολιτισμού, οι επιλογές είναι το ομαδικό χαρακίρι των μεγιστάνων, η επικράτηση αιμοσταγών μοναρχών που χάρη στην σημερινή τεχνολογία ο αφανισμός ολόκληρων πληθυσμών συνολικά ή εξατομικευμένα θα είναι παιχνιδάκι, ή η αφύπνιση των λαών που θα εντείνει τις ταξικοστρωματικές συγκρούσεις μέχρι την τελική επικράτηση του νέου φυσικού ανθρώπου. Πάντως, τα δύσκολα και χειρότερα είναι μπροστά μας.
Copyright © Γιάννης Σμίχελης All rights reserved
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα του Θανάση Μυλωνά.
Το πεζογράφημα αποτελεί απόσπασμα του βιβλίου του Γιάννη Σμίχελη Άγιος Νεόπλουτος: Διάλογος με τον Πεσσόα - Απέναντι στο βιβλίο της ανησυχίας, που δημοσιεύτηκε σε 42 μέρη στο koukidaki.gr από τις 25 Απριλίου 2025 και κάθε Παρασκευή. Ξεκινήστε την ανάγνωση από εδώ



