Γεωργίου Κονίδη
ΤΖΟΝ (με ύφος 100 καρδιναλίων): Καλησπέρα σας και καλώς ήρθατε! Είμαι ο μπάτλερ της οικίας. Έλμερ, παιδί μου, πάρε το καλάθι από τον κύριο.
ΜΠΟΜΠ (με ίδιο ύφος): Σας ευχαριστώ. Οι κύριοί σου είναι μέσα;
ΤΖΟΝ (στραβομοτσουνιάζοντας): Φυσικά κύριε.
Ο Έλμερ πηγαίνει προς το μέρος του Χάρι με απλωμένα τα χέρια του για να πάρει το καλάθι και ο Χάρι του γύρνα την πλάτη και το αγκαλιάζει σφιχτά.
ΕΛΜΕΡ (σαστισμένος): Ααα, δεν θέλει.
ΧΑΡΙ: Μπουμπουάουα λελέτε.
ΕΛΜΕΡ: Δεν ξέρω ξένα, εσείς από πού είστε;
ΜΠΟΜΠ: Ο αδελφός μου δυστυχώς δεν μιλά, έχασε την ομιλία του από μια αρρώστια, μικρός.
ΧΑΡΙ: Πε πέπετε.
ΜΕΡΙ: Επιτέλους, ήρθαν και οι νεκροθάφτες να πάρουν τον γαμπρό μου.
ΕΛΜΕΡ: Έπεσε από το ποδήλατο;
ΜΠΟΜΠ: Άστο παιδί μου (κεραυνοβολώντας τον Χάρι): Θέλει να το παραδώσει ο ίδιος. Είναι χούι του.
ΧΑΡΙ: Νανανανανά.
ΕΛΜΕΡ: Νανά είχα μια συμμαθήτρια στο Δημοτικό. Ήμουν ερωτευμένος μαζί της μα δεν μου έδινε σημασία. Την ξέρετε;
ΧΑΡΙ: Ουφπ.
ΕΛΜΕΡ: Αυτόν δεν τον γνωρίζω συγγνώμη.
ΜΠΟΜΠ: Παρακαλώ ενημερώστε ότι ήρθαν ο Μπομπ και ο Χάρι Γκριν.
ΤΖΟΝ (με υπόκλιση): Οι κύριοι Μπομπ και Χάρι Γκριν.
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ: Φυσικά, περάστε, να σας συστήσω με τους υπόλοιπους. Από εδώ η Έλεν, η σύζυγός μου.
ΕΛΕΝ: Καλώς ορίσατε.
ΜΠΟΜΠ (χειροφίλημα): Καλώς σας βρήκαμε μαντάμ.
ΧΑΡΙ: Εεε...
ΜΠΟΜΠ: Εννοεί Έλεν. Δεν μιλάει, ο καημένος.
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ: Από εδώ ο συνέταιρός μου και καλός φίλος Μπράουν με την σύζυγό του Τζούλια.
ΜΠΟΜΠ: Χάρηκα πολύ. (με υπόκλιση)
Το ίδιο μιμείται και ο Χάρι και πέφτει με το καλάθι μπρούμυτα χωρίς να σπάσουν τα κρασιά.
ΧΑΡΙ (κατακόκκινος): Μπε Μπε λελε.
ΜΕΡΙ: Εάν πέφτεις με αυτό, πώς θα κουβαλήσεις το φέρετρο, άχρηστε;
ΕΛΕΝ (στην Μέρι): Σιωπή μητέρα. Χτυπήσατε; Έλμερ, πάρε παιδί μου το καλάθι από τον κύριο.
Ο Έλμερ του το παίρνει απότομα και τρέχει γρήγορα στην κουζίνα.
ΜΠΟΜΠ: Δύο κρασάκια, δεν είναι τίποτα σπουδαίο.
ΛΑΡΙ: Μπομπ και Χάρι! Χαίρομαι που σας ξαναβλέπω, μπορούμε να τα δοκιμάσουμε στο δείπνο. Από εδώ η Μίλβα, η αρραβωνιαστικιά μου.
Πάλι υπόκλιση σωστή αυτή τη φορά.
ΑΛΕΞ: Εγώ είμαι ο Άλεξ Τζόνσον και θα ήθελα να δοκιμάσουμε στο σαλόνι τα κρασιά που έχω επιλέξει ειδικά για την περίσταση και μετέπειτα να δοκιμάσουμε και τα δικά σας στο δείπνο. Πώς σας φαίνεται;
ΜΠΟΜΠ: Μια χαρά, αγαπητέ μου.
ΕΝΤΟΥΑΡΤ: Και τώρα που τελείωσαν οι συστάσεις, ας καθίσουμε στο σαλόνι μέχρι να ξεκινήσει το σερβίρισμα.
ΜΠΡΑΟΥΝ: Μου είπε ο Λάρι ότι ασχολήστε με πολλά ενδιαφέροντα πράγματα.
ΜΠΟΜΠ (ύφος ξανά): Ναι, μια εταιρεία κατασκευής και εμπορίας πλοίων.
ΧΑΡΙ: Φαφαφαφάνη...
ΜΠΟΜΠ: Ο Χάρι αγαπά πολύ αυτή τη δουλειά.
ΕΝΤΟΥΑΡΤ: Ας καθίσουμε στο σαλόνι μέχρι να έρθει η ώρα για το δείπνο. Άλλωστε έχουμε πολλά να πούμε, δεν συμφωνείτε;
ΜΠΟΜΠ: Φυσικά αγαπητέ.
ΧΑΡΙ: Νιάνιανια...
ΜΠΡΑΟΥΝ: Πολύ ωραία.
ΛΑΡΙ (ευχαριστημένος): Μα φυσικά αγαπητοί.
ΕΝΤΟΥΑΡΤ: Τζον, να μας σερβίρεις τα κρασιά που επέλεξε ο Άλεξ, απλά ρωτά τι θα πιει ο καθένας, εγώ θέλω κόκκινο.
Ο Τζον ξεκινάει τις ερωτήσεις πριν σερβίρει.
ΛΑΡΙ: Κόκκινο.
ΧΑΡΙ: Κόκκινο.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Κόκκινο.
ΕΛΕΝ: Κόκκινο.
ΑΛΕΞ: Κόκκινο.
ΜΕΡΙ: Και τα δύο.
ΜΠΡΑΟΥΝ: Λευκό.
ΜΙΛΒΑ: Λευκό.
ΜΠΟΜΠ: Λευκό.
ΜΠΡΑΟΥΝ: Δεν νομίζετε ότι πουλάτε λίγο ακριβά το εργοστάσιο, αγαπητέ;
ΜΠΟΜΠ: Μπα όχι, μια χαρά είναι η τιμή.
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ: Μα 130.000.000 λίρες;
ΜΠΟΜΠ: Ναι, ναι, ακριβώς.
ΛΑΡΙ (διακόπτει): Μα συμφωνήσαμε στις 100.000.000 μετά από τόσα παζάρια...
ΤΖΟΥΛΙΑ: Να πάμε σε κανένα παζάρι, μου αρέσουν τόσο πολύ!
ΜΠΡΑΟΥΝ: Και πάλι το βρίσκω εξαιρετικά ακριβό.
ΜΕΡΙ: Μην είσαι τσιγκούνης, να το πάρεις στο κορίτσι.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Σε ευχαριστώ.
ΜΙΛΒΑ: Μα, Μπράουν, είναι στην καρδιά του Λονδίνου, τέτοιες τιμές ζητούν εκεί.
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ: Καλά, καλά. Θα ήθελα να το επανεξετάσουμε. Άλλωστε θα χρειαστούμε ακόμα τουλάχιστον 10 με 15 εκατομμύρια λίρες για να το φέρουμε στα μέτρα μας.
ΛΑΡΙ: Μα είναι έτοιμο για λειτουργία! Διαθέτει τα πάντα.
ΕΝΤΟΥΑΡΤ: Μα γιατί δεν θέλετε να το λειτουργήσετε εσείς;
ΜΠΡΑΟΥΝ: Σωστά. Γιατί;
ΜΠΟΜΠ (πίνοντας μονορούφι όλο του το ποτήρι): Εμάς δεν μας αρέσουν τα κρασιά.
ΜΙΛΒΑ: Εννοείτε, μάλλον, ότι δεν σας ενδιαφέρει η εμπορία τους.
ΜΠΟΜΠ: Ναι φυσικά, πόσα κομμάτια να γίνουμε, άλλωστε;
ΧΑΡΙ: Μπι μπιμπιμπι ραραρα...
ΜΠΟΜΠ (αγριοκοιτάζοντας): Ο αδελφός μου προτιμά την μπίρα.
ΜΠΡΑΟΥΝ: Λοιπόν αδελφοί Γκριν, σας προσφέρουμε 80.000.000 λίρες.
ΧΑΡΙ: Ντάξει ντάξει (κουνώντας το κεφάλι του καταφατικά)
ΜΠΟΜΠ: Τι λες αγαπητέ; Μιλάμε για το φιλέτο μας, στην καρδιά του Λονδίνου. Τόσο δεν θέλουμε να το δώσουμε, διαφωνώ αγαπητοί.
ΧΑΡΙ: Ντάξει ντάξει.
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ: Διαφωνείτε μεταξύ σας βλέπω, αγαπητέ.
ΜΠΟΜΠ: Είναι που ο Χάρι δεν ασχολείται με τα οικονομικά, για αυτό.
ΜΠΡΑΟΥΝ: Οπότε, πού καταλήγουμε με την αγορά; Προτείνω να σας προσφέρουμε ακόμα 5.000.000 λίρες και να κλείσει εδώ.
ΧΑΡΙ: Ντάξει ντάξει.
ΛΑΡΙ (ψιθυριστά στον Μπράουν): Θα τα χαλάσετε όλα.
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ: Λάρι, αγαπητέ μου, εκτιμώ την αφοσίωσή σου αλλά δεν συνηθίζω να αγοράσω κάτι σε φωτογραφία, θα το δω άμεσα και τότε επανέρχομαι.
ΜΠΟΜΠ: Δεν πέφτουμε κάτω από 90.000.000 λίρες και αυτό είναι το καλύτερο που μπορώ να κάνω.
ΕΛΕΝ (της πέφτει το ποτήρι πριν δοκιμάσει στο πυκνό χαλί): Οχ, χίλια συγγνώμη, τι αδέξια που είμαι!
ΜΕΡΙ: Αρετή, τι έκανες πάλι; Δεν σου είπα να προσέχεις; Αν το δει ο Πίτερ αλίμονό σου, τράβα γρήγορα στην κουζίνα, θα μας σερβίρει ο Έντουαρτ.
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ: Τζον, παιδί μου, πέτα το χαλί στα σκουπίδια.
ΕΛΕΝ: Μα αγάπη μου, ένας λεκές είναι μόνο, το χαλί κοστίζει 100.000 λίρες.
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ: Εδώ τόση ώρα μιλάμε για εκατομμύρια, για 100.000 ασχολείσαι; Μαμά, πάμε μια γρήγορη βόλτα;
ΜΕΡΙ: Φύγαμε, γαμπρούλη μου καλέ!
Το κρασί έχει αρχίσει να επηρεάζει τους πάντες. Η Κατερίνα στην κουζίνα δοκίμασε ένα ποτηράκι λευκό και οι μόνοι νορμάλ είναι ο Τζον, ο Έλμερ και η Έλεν.
ΑΛΕΞ (αγκαλιάζει τον Μπράουν): Πάρτε το, να πηγαίνουμε συχνότερα στο Λονδίνο. Έλααα. Κάνε μου το χατίρι.
ΜΠΡΑΟΥΝ: Ουπ, θα το αναλάβεις όμως;
ΑΛΕΞ: Ναι, ναι, ό,τι θέλει η αγάπη μου.
ΛΑΡΙ: (βλέποντας την Κατερίνα να σερβίρει): Μαναράκι μου εσύ, σουρμπουλούδικο! (και πάει στο μέρος της)
ΜΕΡΙ (στον Λάρι): Εσύ άφησε την κόρη μου ήσυχη, έχει άνδρα.
ΜΙΛΒΑ (πολύ αργά μιλώντας): Δώωσεεετεεε μιααααα προοοκαααταααβοοολήηηη γιααα νααα δεσμεύσω το γλυκό.
ΜΠΟΜΠ: Εντάξει, θα πάρουμε 50.000 λίρες, αυτά είναι αρκετά.
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ: Έλεν, δώσε στα παιδιά εάν έχουμε ψιλά.
ΕΛΕΝ: Τι λες αγάπη μου;
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ: Φσσσ, ψιλοκοκό.
ΤΖΟΥΛΙΑ (κάνοντας γλυκά μάτια στον Έλμερ): Πού είσαι εσύ κούκλε μου; Πού χάθηκες;
ΕΛΜΕΡ: Εγώ εδώ ήμουν, δεν έφυγα καθόλου.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Ναι, ναι, αυτά τα λες για να με καλοπιάσεις, μην ξαναφύγεις από κοντά μου, δεν μπορώ χωρίς εσένα.
ΕΛΜΕΡ: Θα κάτσω εδώ, από πάνω σας τότε.
ΤΖΟΥΛΙΑ: Δώσε με το χεράκι σου.
Ο Έλμερ της το δίνει και κρατιούνται χέρι με χέρι.
ΜΕΡΙ: Την ευχή μου να έχετε, παιδιά μου. Γρήγορα οι γάμοι.
ΤΖΟΝ (ψιθυριστά): Βρε ζώον! Άσε το χέρι της κυρίας! Τι κάνεις;
ΕΛΜΕΡ (με ύφος): Ακολουθώ εντολές.
Στο τραπέζι, η Κατερίνα συνεχίζει να σερβίρει βάζοντας με τα χέρια της σαλάτα στα πιάτα και δοκιμάζοντας τον σολομό πριν τον σερβίρει και ο Λάρι της έχει κολλήσει σαν βδέλλα και την χαϊδεύει παντού.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ: Έλα, άσε με, δεν σε αγαπώ.
ΛΑΡΙ: Θέλεις να πεθάνω;
ΚΑΤΕΡΊΝΑ: Όχι, θέλω να σερβίρω.
ΛΑΡΙ: Εάν σε βοηθήσω, θα με αγαπάς;
ΚΑΤΕΡΊΝΑ: Τότε, ναι.
Και ο Λάρι παίρνει τον δίσκο με τα γλυκά και τα βάζει ανάποδα σε κάθε πιάτο, πάνω από το φαγητό.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ: Μα τι καλός που είσαι εσύ;!
ΛΑΡΙ: Κοριτσάρα μου εσύ, ατελείωτη, πάμε!
ΚΑΤΕΡΙΝΑ: Πριν πάμε, θέλω να ανακοινώσω το δείπνο.
ΕΛΕΝ: Μα τι κατάσταση είναι αυτή; Τι πάθατε;
ΚΑΤΕΡΙΝΑ: Για πρώτο πιάτο φακές, δεύτερο σαλάτα σολομό και φιλέτο και μετά κάποιο γλυκό.
ΕΛΕΝ: Πήγαινε γρήγορα μέσα! Τώρα!
ΛΑΡΙ: Μωρό μου εσύ, πού ήσουν τόσα χρόνια;
ΕΛΕΝ: Λάρι, σύνελθε!
ΛΑΡΙ: Έλα μαζί μου μωρό, να κάνουμε τον Έντουαρντ και την Μίλβα να ζηλέψουν.
ΕΛΕΝ: Τον Έντουαρντ; Την Μίλβα; Μα, τι λες άνθρωπέ μου;
ΛΑΡΙ: Έλα τώρα μωρό, πάμε μα γίνουμε παράνομο ζευγάρι όπως αυτοί. Σε λίγο θα έχω και προκαταβολή να σε πάω παντού.
Πάει να την πιάσει και πέφτει ξερός στην πολυθρόνα και αρχίζει το ροχαλητό. Η Κατερίνα έχει ξαπλώσει πάνω στο τραπέζι, ανάμεσα στα φαγητά και φωνάζει «Τζον, Τζον» συνεχώς, με βλέμμα απλανές. Ο Έντουαρντ έχει τυλίξει το χαλί και το έχει δώσει στον Μπομπ λέγοντάς του ότι αυτή είναι η προκαταβολή. Ο Τζον τα έχει τελείως χαμένα και έχει καθίσει στο πάτωμα με τα χέρια του στο κεφάλι. Ο Μπράουν και ο Άλεξ ψιθυρίζουν ερωτόλογα και κοιτιούνται στα μάτια με πάθος. Η Μέρι ροχαλίζει δυνατά κρατώντας στα δάκτυλά της ένα τσιγάρο που δεν άναψε ποτέ.
ΜΙΛΒΑ (στην Έλεν): Αγάπη μου, θέλω να σε φάω ζωντανή.
ΕΛΕΝ (τρομοκρατημένη): Μίλβα, τι πήρατε;
ΜΙΛΒΑ: Δεν ξέρω, εγώ πήρα πρόσφατα τον άνδρα σου, μα δεν λέει και πολλά πράγματα. Εσύ τι λες;
ΕΛΕΝ: Πήρες τον... Εσύ;!
ΜΙΛΒΑ: Ναιιι, χάλια είναι. (και πέφτοντας μπρούμυτα λιποθυμάει)
ΧΑΡΙ (στον Έλμερ): Φιλαράκο, τι μανούλι έβγαλες, ήρωα;
ΕΛΜΕΡ: Με αγάπησε, τι να κάνω; Εσύ; Μιλάς;
ΧΑΡΙ: Τώρα που θα γίνω πλούσιος θα σου δώσω λεφτά να την πάρεις να φύγετε.
ΕΛΜΕΡ: Αδελφός είσαι. (και βάζει τα κλάματα)
Η Έλεν, που τα έχει ακούσει όλα πια, τηλεφωνεί στην αστυνομία.
ΕΛΕΝ: Παρακαλώ πολύ, ελάτε στην οικία Τζόνσον να συλλάβετε τέσσερις απατεώνες που προσπάθησαν να μας ληστέψουν. Γρήγορα, παρακαλώ.
Δεύτερο τηλέφωνο, προς τον δικηγόρο της οικογένειας Φρεντ.
ΕΛΕΝ: Φρεντ, χαίρομαι που σε ακούω. Σου έχω ένα επείγον θέμα, να ξεκινήσεις το διαζύγιό μου με τον Έντουαρντ, που έχει διαπράξει μοιχεία. Θέλω πίσω όλη την περιουσία μου έστω και με τη μορφή της επιχείρησης. Το θέμα είναι εξαιρετικά επείγον.
Τέλος
Copyright © Γεώργιος Κονίδης All rights reserved, 2025
Πρώτη δημοσίευση
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου
Σημ. επιμ.: Η μοιχεία, ως έγκλημα, δεν καταργήθηκε στην Αγγλία όπως σε άλλες χώρες συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, με την έννοια της πλήρους αποποινικοποίησης. Εξακολουθεί να αναφέρεται νομικά σε αστικές υποθέσεις, όπως τα διαζύγια, και μπορεί να έχει επιπτώσεις.
Στη συνοδευτική εικόνα βλέπετε πίνακα Alexei Yawlensky [Νεκρή φύση, 1910]
Το θεατρικό του Γεωργίου Κονίδη Ε, όχι κι έτσι! δημοσιεύθηκε στο koukidaki.gr σε 8 μέρη από τις 16 Ιουλίου 2025 και κάθε Τετάρτη. Η ανάγνωση ξεκινά από εδώ.