Στο σημερινό μας άρθρο έχουμε την τιμή και την χαρά να φιλοξενούμε τη σκηνοθέτη, δασκάλα υποκριτικής και ηθοποιό, την κυρία Αντιγόνη Φελέκη! Ελάτε να γνωρίσουμε κάποια βιογραφικά στοιχεία από την πλούσια δράση της.
Η Αντιγόνη Φελέκη ξεκίνησε την καλλιτεχνική της πορεία από τη μουσική, ολοκληρώνοντας σπουδές φωνητικής σε ωδείο και αποκτώντας επίσημο πτυχίο. Η πρώτη της επαγγελματική εμφάνιση ήταν στην Αντιγόνη του Σοφοκλή, όπου συμμετείχε ως κορυφαία του Χορού. Για τις ανάγκες της παράστασης διδάχτηκε υποκριτική και έτσι γεννήθηκε η αγάπη της για το θέατρο. Στη συνέχεια παρακολούθησε θεατρικά εργαστήρια, καθώς και διαδικτυακά σεμινάρια σκηνοθεσίας, υποκριτικής, ενδυματολογίας και σκηνογραφίας στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μελέτησε εντατικά το θέατρο και άρχισε να συμμετέχει σε παραστάσεις, τόσο ως ηθοποιός όσο και ως σκηνοθέτης. Το 2022, μαζί με τη συνάδελφό της Έμιλυ Κονιάρη, ίδρυσαν την επαγγελματική θεατρική ομάδα Artthalies, η οποία έκανε το ντεμπούτο της με το έργο Το μήλο του Αδάμ της Πέλας Σουλτάτου. Το 2024 προχώρησαν στην ίδρυση του δικού τους θεατρικού εργαστηρίου, όπου η ίδια διδάσκει σήμερα υποκριτική και καλλιεργεί νέους ηθοποιούς. Πρόσφατα σκηνοθέτησε και ερμήνευσε με μεγάλη επιτυχία στη Ρόδο το έργο Τα καλύτερα έρχονται της Κίτρας, ενώ αυτή την περίοδο προετοιμάζει τη νέα της σκηνοθετική δουλειά, Ο γάμος του Μάριου Ποντίκα.
Ευχαριστούμε πολύ κυρία Αντιγόνη Φελέκη που αποδεχτήκατε την πρόσκλησή μας γι' αυτή την συνέντευξη. Θα ήθελα αρχικά να σας ρωτήσω αν θεωρείτε τον εαυτό σας περισσότερο ηθοποιό, σκηνοθέτη ή δασκάλα υποκριτικής;
Αντιγόνη Φελέκη: Πιστεύω βαθιά σε αυτό που έλεγε ο Στανισλάφσκι, ότι όλοι είμαστε ηθοποιοί, όλοι υποδυόμαστε ρόλους. Στην καθημερινότητά μας φοράμε μάσκες, μπαίνουμε σε διαφορετικούς ρόλους για να επιβιώσουμε, να επικοινωνήσουμε, να αγαπήσουμε, να προστατευθούμε. Το θέατρο δεν είναι κάτι έξω από εμάς· είναι η ίδια μας η ζωή σε πιο συμπυκνωμένη, σε πιο αληθινή μορφή. Γι' αυτό δεν μπορώ να ξεχωρίσω αν είμαι περισσότερο ηθοποιός, σκηνοθέτης ή δασκάλα. Όλα είναι όψεις της ίδιας ανάγκης: να αγγίξω την αλήθεια μέσα από την τέχνη. Να αναγνωρίσω τους ρόλους που κουβαλάμε και να τους μεταμορφώσω σε μια εμπειρία που μας ενώνει με το κοινό. Εκεί, στη στιγμή της παράστασης, νιώθω ότι καταργούνται οι αποστάσεις και μένει μόνο ο άνθρωπος απέναντι στον άνθρωπο.
Τι σας έκανε να αφιερωθείτε στον χώρο του θεάτρου;
Α.Φ.: Το θέατρο είναι τα πάντα για μένα. Από μικρή ένιωθα μια βαθιά ανάγκη για έκφραση, για να μοιραστώ όσα κουβαλώ μέσα μου με τον κόσμο. Στην αρχή, βρήκα αυτόν τον δρόμο μέσα από τη μουσική, αλλά όταν βρέθηκα για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή κατάλαβα ότι εκεί ανήκω. Το θέατρο μού έδωσε φωνή, κίνηση, ψυχή· μου έδωσε τη δυνατότητα να υπάρχω αληθινά μέσα από τις ιστορίες των άλλων. Είναι ένας καθρέφτης που με βοηθά να ανακαλύπτω ξανά και ξανά τον εαυτό μου, ενώ ταυτόχρονα να ενώνω την προσωπική μου αλήθεια με την αλήθεια του κοινού.
Ο πιο αγαπημένος ρόλος που έχετε υποδυθεί, η απολαυστικότερη παράσταση που έχετε σκηνοθετήσει και η πιο ευχάριστη στιγμή σας ως δασκάλα υποκριτικής;
Α.Φ.: Ο πιο αγαπημένος ρόλος που έχω υποδυθεί ήταν η Ερή από το έργο «Το μήλο του Αδάμ». Ένας ρόλος πολυσύνθετος, τραγικός, παρανοϊκός· μια πρόκληση που με δοκίμασε σε όλα τα επίπεδα και με έκανε να βυθιστώ σε σκοτεινές αλλά και βαθιά ανθρώπινες περιοχές.
Η πιο απολαυστική παράσταση που έχω σκηνοθετήσει είναι αυτή που ετοιμάζω τώρα, «Ο γάμος» του Μάριου Ποντίκα. Με συγκινεί γιατί μέσα από το έργο μπορώ να υπερασπιστώ τη γυναίκα, να αναδείξω τα διαχρονικά προβλήματα που την αφορούν και να ανοίξω έναν διάλογο με το κοινό γύρω από ζητήματα που παραμένουν ζωντανά και σήμερα.
Ως δασκάλα, η πιο ευχάριστη στιγμή μου ήρθε πριν λίγες εβδομάδες, όταν οι μαθητές μου ήρθαν να παρακολουθήσουν παράστασή μας και μου χάρισαν ένα κάδρο με όλους μας μαζί. Εκείνη η κίνηση με συγκίνησε βαθιά, γιατί ένιωσα πως το θέατρο δεν είναι μόνο τέχνη· είναι οικογένεια.
Ο πιο δύσκολος ρόλος που έχετε υποδυθεί, η δυσκολότερη παράσταση που έχετε σκηνοθετήσει και η πιο άβολη στιγμή σας ως δασκάλα υποκριτικής;
Α.Φ.: Ένας από τους πιο δύσκολους ρόλους που έχω υποδυθεί ήταν όταν συνεργάστηκα με μια άλλη θεατρική ομάδα και έπαιξα το πρεζάκι στο έργο «Ποιος κοιμάται απόψε». Η δυσκολία ήταν να βρω την ισορροπία: να μη γίνει καρικατούρα, αλλά να αποδώσω την τραγικότητα ενός ανθρώπου που ζει στο περιθώριο, άστεγος και ξεχασμένος. Ήταν μια εμπειρία που με έμαθε πολλά για το πώς το θέατρο μπορεί να φωτίζει αλήθειες που συχνά προσπερνάμε.
Η δυσκολότερη παράσταση που σκηνοθετώ είναι αυτή που ετοιμάζω τώρα, «Ο γάμος» του Μάριου Ποντίκα. Έχω θέσει πολύ ψηλά τον πήχη, γιατί επιχειρώ να ενώσω το παρελθόν με το παρόν, να εισάγω απαιτητικές τεχνικές υποκριτικής και μια ριζοσπαστική σκηνοθετική ματιά. Είναι πρόκληση μεγάλη, αλλά και βαθιά δημιουργική διαδικασία.
Ως δασκάλα, η πιο άβολη στιγμή είναι ίσως το γεγονός ότι ένας από τους καλύτερούς μου φίλους είναι ταυτόχρονα και μαθητής μου. Αυτό κάνει κάποιες φορές τη δουλειά μου πιο δύσκολη, γιατί πρέπει να ισορροπώ ανάμεσα στη φιλία και στον ρόλο του δασκάλου. Ωστόσο, ακόμα κι αυτές οι στιγμές με διδάσκουν πολλά για τα όρια και τη δύναμη των σχέσεων μέσα στο θέατρο.
Έχετε κάποιους ανθρώπους του χώρου που θεωρείτε πρότυπα ως σκηνοθέτης και ηθοποιός;
Α.Φ.: Αυτή τη στιγμή το πρόσωπο που θεωρώ πραγματικό μου πρότυπο είναι ο Άρης Μπινιάρης. Παρακολουθώ όλες του τις παραγωγές και κάθε φορά νιώθω ότι με διδάσκει κάτι καινούριο για το θέατρο. Με συγκινεί ο τρόπος που παντρεύει τον λόγο με τη μουσικότητα, που μετατρέπει την παράσταση σε μια εμπειρία ολοκληρωτική, σχεδόν τελετουργική. Στις δουλειές του βλέπω μια βαθιά συνέπεια, μια τόλμη και μια αλήθεια που με εμπνέουν να ψάχνω κι εγώ τα δικά μου όρια ως σκηνοθέτης, ηθοποιός και δασκάλα. Είναι ένας καλλιτέχνης που μου θυμίζει συνεχώς γιατί το θέατρο έχει τη δύναμη να αφυπνίζει, να ανατρέπει και να συγκλονίζει.
Τι έργα επιλέγετε συνήθως να σκηνοθετήσετε ή να συμμετάσχετε ως ηθοποιός και γιατί;
Α.Φ.: Μου αρέσει να προωθώ Έλληνες συγγραφείς, γιατί πιστεύω ότι η σύγχρονη ελληνική γραφή έχει φωνές που αξίζουν να ακουστούν και να βρουν το κοινό τους. Παράλληλα αγαπώ το κλασικό θέατρο, το οποίο μας δίνει τη βάση και την παράδοση πάνω στην οποία χτίζουμε. Και γιατί όχι, κάποια μέρα θα ήθελα να καταπιαστώ και με το αρχαίο ή ακόμα και με το ρωμαϊκό θέατρο. Αυτά τα έργα είναι διαχρονικά, κουβαλούν μέσα τους την καταγωγή της δραματουργίας και θα ήταν όνειρο να τα προσεγγίσω με μια δική μου, σύγχρονη ματιά.
Τι πιστεύετε πως πρέπει να έχει κάποιος για να γίνει σκηνοθέτης, ηθοποιός ή δάσκαλος υποκριτικής;
Α.Φ.: Πάνω απ' όλα χρειάζεται αγάπη για το θέατρο. Αν δεν αγαπάς αυτό που κάνεις, δύσκολα θα αντέξεις τις δυσκολίες του δρόμου. Χρειάζεται επίσης όρεξη και κουράγιο για σκληρή δουλειά, γιατί το θέατρο απαιτεί αφοσίωση, ώρες πρόβας, μελέτη και συνεχή αναζήτηση. Είτε μιλάμε για ηθοποιό είτε για σκηνοθέτη είτε για δάσκαλο υποκριτικής, το κοινό στοιχείο είναι η δέσμευση: να δουλεύεις με επιμονή, να εξελίσσεσαι και να μην επαναπαύεσαι ποτέ. Μόνο έτσι μπορείς να εμπνεύσεις τους άλλους και να δημιουργήσεις κάτι αληθινό πάνω στη σκηνή.
Σας αρέσει να ρισκάρετε και να καινοτομείτε; Μπορείτε να μας αναφέρετε ένα παράδειγμα από τα έργα σας;
Α.Φ.: Μου αρέσει πάντα να ρισκάρω και να αναζητώ τρόπους που θα ξαφνιάσουν και θα ταρακουνήσουν το κοινό. Στον «Γάμο» του Μάριου Ποντίκα –ένα έργο που γράφτηκε το 1974 και ήδη φέρει μέσα του μια έντονη κοινωνική και πολιτική διάσταση– επέλεξα να μεταφέρω τις μορφές εξουσίας από το μέλλον. Έτσι θέλησα να δείξω ότι η καταπίεση, η βία και οι μηχανισμοί ελέγχου δεν ανήκουν μόνο στο παρελθόν ή στο παρόν, αλλά είναι διαχρονικοί, μας ακολουθούν και ίσως μας περιμένουν ακόμα πιο σκληροί.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η σκηνή της γυναικολογικής εξέτασης μετά τον βιασμό μιας ανήλικης. Εκεί ο ιατροδικαστής εμφανίζεται με τερατώδη νύχια, πίσω από ένα παραβάν. Τα φώτα σβήνουν, μένει μόνο ο φακός· οι σκιές των σωμάτων γίνονται το πραγματικό σκηνικό, ενώ η μουσική χτίζει την ατμόσφαιρα του τρόμου. Ήθελα η εικόνα αυτή να λειτουργήσει σαν εφιάλτης, σαν κραυγή, ώστε ο θεατής να μην μπορέσει να αποστρέψει το βλέμμα του. Για μένα το ρίσκο και η καινοτομία δεν είναι αυτοσκοπός· είναι ο μόνος τρόπος να μεταφέρω τη δύναμη του έργου στο σήμερα.
Τι θα ευχόσασταν και τι θα ζητούσατε από το θεατρόφιλο κοινό;
Α.Φ.: Αυτό που εύχομαι και που ζητώ από το θεατρόφιλο κοινό είναι να στηρίζει τις παραστάσεις όλων των ομάδων. Εμείς, ως καλλιτέχνες, προσπαθούμε να βρισκόμαστε ο ένας δίπλα στον άλλον, να βλέπουμε και να ενισχύουμε τη δουλειά των συναδέλφων μας. Με λύπη, όμως, παρατηρώ ότι το κοινό δεν δείχνει πάντα την ίδια διάθεση στήριξης. Κι όμως, το θέατρο έχει ανάγκη από την παρουσία του θεατή για να υπάρξει· είναι ένας ζωντανός διάλογος που μπορεί να αναπνεύσει μόνο αν και οι δύο πλευρές, καλλιτέχνες και κοινό, δώσουν το χέρι ο ένας στον άλλον.
Τι πιστεύετε ότι προσφέρει το θέατρο στην σημερινή κοινωνία; Διαθέτει αρκετά δυνατή φωνή για να αφυπνίσει, να προβληματίσει ή να παρέμβει στη σκέψη του θεατή;
Α.Φ.: Το θέατρο, ειδικά στη σημερινή κοινωνία, δεν είναι πολυτέλεια· είναι αναγκαιότητα. Μέσα σε έναν κόσμο που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα, που καταναλώνει εικόνες και ειδήσεις χωρίς να προλαβαίνει να σταθεί και να σκεφτεί, το θέατρο μάς αναγκάζει να σταματήσουμε. Να καθίσουμε σε μια αίθουσα σκοτεινή και να ακούσουμε μια ιστορία.
Πιστεύω ακράδαντα ότι το θέατρο έχει φωνή αρκετά δυνατή για να αφυπνίσει, να προβληματίσει και να παρέμβει. Μπορεί να θίξει ζητήματα κοινωνικά, πολιτικά, υπαρξιακά, να βάλει τον θεατή στη θέση του άλλου και να τον κάνει να αισθανθεί. Κι όταν ο άνθρωπος αισθάνεται, τότε αλλάζει. Το θέατρο δεν δίνει λύσεις, αλλά ανοίγει δρόμους σκέψης και φέρνει το κοινό αντιμέτωπο με αλήθειες που ίσως αλλιώς θα προσπερνούσε. Είναι, με άλλα λόγια, ένας καθρέφτης που μας δείχνει ποιοι είμαστε και ταυτόχρονα ένα παράθυρο που μας δείχνει τι θα μπορούσαμε να γίνουμε.
Ποια πιστεύετε πως είναι τα στοιχεία εκείνα που χρειάζεται να λειτουργήσουν αρμονικά ώστε να θεωρηθεί πως μια παράσταση έχει επιτυχία;
Α.Φ.: Για μένα, η επιτυχία μιας παράστασης δεν μετριέται ούτε με τα εισιτήρια ούτε με τα χειροκροτήματα. Αν μια παράσταση καταφέρει να αγγίξει έστω και έναν θεατή, τότε έχει ήδη πετύχει τον σκοπό της. Γιατί αυτός ο ένας άνθρωπος θα φύγει διαφορετικός, θα έχει νιώσει κάτι, θα έχει σκεφτεί κάτι που ίσως αλλάξει τον τρόπο που βλέπει τη ζωή.
Φυσικά, για να συμβεί αυτό χρειάζεται να λειτουργήσουν αρμονικά πολλά στοιχεία: η αλήθεια των ηθοποιών, η καθαρή σκηνοθετική ματιά, η συνοχή όλων των καλλιτεχνικών συντελεστών. Όμως στο τέλος, η ουσία είναι μία: να δημιουργηθεί μια στιγμή αληθινής επικοινωνίας ανάμεσα στη σκηνή και την πλατεία. Μια στιγμή που θα μείνει χαραγμένη μέσα στον θεατή.
Γιατί να ενταχθεί κάποιος σε ένα θεατρικό εργαστήρι;
Α.Φ.: Ένα θεατρικό εργαστήρι είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια αίθουσα μαθημάτων. Είναι ψυχοθεραπεία, είναι ένας καθρέφτης που σε βοηθά να ανακαλύψεις τον πραγματικό σου εαυτό. Μέσα από την επαφή με τους άλλους μαθαίνεις να ακούς, να συνεργάζεσαι, να ανοίγεσαι. Το θέατρο δεν είναι ατομικό άθλημα· είναι μια συλλογική εμπειρία που μας ενώνει.
Στο εργαστήρι βλέπω καθημερινά μαθητές να απελευθερώνονται, να βρίσκουν τη φωνή τους, να βγάζουν από μέσα τους πράγματα που ίσως για χρόνια έμεναν κρυμμένα. Αυτή είναι η δύναμη της τέχνης: να λυτρώνει. Και γι' αυτό πιστεύω ότι όποιος δοκιμάσει το ταξίδι του θεάτρου, ακόμα κι αν δεν έχει σκοπό να γίνει επαγγελματίας, κερδίζει κάτι ανεκτίμητο για τη ζωή του.
Ποια είναι τα καλλιτεχνικά σας σχέδια για το άμεσο μέλλον;
Α.Φ.: Το πρώτο μου μέλημα είναι να ολοκληρωθεί με το καλό η παράσταση «Ο γάμος» του Μάριου Ποντίκα, που ετοιμάζουμε αυτή την περίοδο με πολλή αγάπη και αφοσίωση. Για το 2026 έχω θέσει έναν προσωπικό στόχο: να ανεβάσω τουλάχιστον τρεις θεατρικές παραστάσεις και να καταφέρω να βγάλω τουλάχιστον μία από αυτές σε περιοδεία.
Θα ήθελα οι παραστάσεις μας να ταξιδέψουν, να φτάσουν σε περισσότερους θεατές και να μοιραστούν τα μηνύματά τους πέρα από τα στενά όρια της έδρας μας. Ελπίζω, με τη στήριξη του κοινού, να γίνει αυτό το όνειρο πραγματικότητα.
Σας ευχαριστούμε πολύ κυρία Αντιγόνη Φελέκη για την όμορφη συνέντευξη, σας ευχόμαστε από καρδιάς πάντα επιτυχίες στην καλλιτεχνική σας σταδιοδρομία!
Εκ μέρους της πολιτιστικής ιστοσελίδας koukidaki.gr,
Επιμέλεια - διορθώσεις: Τζένη Κουκίδου